Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Urban M/s

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Εμπειρίες' που ξεκίνησε από το μέλος Master DO, στις 18 Φεβρουαρίου 2010.

  1. Master DO

    Master DO Regular Member

    Τρίτη Φεβρουαρίου 16 του Σωτηρίου Έτους 2010.

    07.14 μ.μ , πίεση κ.π. (κατά προσέγγιση) 10-17. Αττική Οδός.
    Τρίτη-τετάρτη-πέμπτη. Οδηγώ και δεν σκέφτομαι.
    Επιστροφή από τη δουλειά. Χτυπάει το κινητό.
    «Μαίρη». (Η γυναίκα μου).
    -Τι κάνεις;
    -Γυρίζω.
    -Είχα πάει για μάθημα στην Κική. Ξέχασα στο ψυγείο της τη σακούλα με τα ψώνια.
    -Που είσαι τώρα;
    -Σε άλλο μάθημα.
    -Τα παιδιά;
    -Στη μάνα μου…. Μπορείς να…;
    -Μπορώ… να περάσω να πάρω τα παιδιά και τη σακούλα.
    -Θα με βοηθήσει πολύ. Φιλάκια.
    «Ούτε απόψε είσαι τυχερό μικρό Μου» μονολογώ από μέσα Μου.

    07.17μ.μ., πίεση κ.π. 11-18.
    Πέμπτη σταθερά. Μήνυμα στο κινητό.
    «Νανά». (Η σκλάβα Μου)
    «Τι κάνει ο Κυριός της; Μπορεί να τον πάρει τηλέφωνο;»
    Πληκτρολογώ με το άλλο χέρι στο λεβιέ.
    «Μπορεί».
    Η κλήση γίνεται σε χρόνο d/t.
    -Καλησπέρα μικρό Μου. Τι κάνει;
    -Είναι μόνο του (παράπονο στη φωνή).
    -Το ξέρω.
    -Του λείπει ο Κύριός του.
    -Έχεις κι΄εσύ τα δίκια σου. (τι να πει κανείς)
    -Θα Τον δει απόψε καθόλου;
    Τι λένε τώρα;
    -Ερχόμουνα σε σένα… αλλά τσάκισε στο δρόμο. (δεν έλεγα και τόσο ψέματα,
    ήμουνα μεταξύ κούρασης, φθοράς και αφθαρσίας).
    Κενό απογοήτευσης.
    -Έχει να τον δει τρεις μέρες! (νααα ένα παράπονο!)
    «Διάολε και γαμώ την τύχη μου την κάρια» -σκέφτομαι βουβά- αλλά που να το ξεστομίσεις τέτοια ώρα.
    -Κουράγιο. Θα επανορθώσω. (το πότε, πως και που είναι μια άλλη ιστορία).
    Ανασυγκροτώ τον Κυριαρχικό Μου Εαυτό.
    -Τα έχουμε ξαναπεί αυτά! (αυταρχικά). Σύνελθε!
    Ο εγκέφαλός μου ταξιδεύει νοερά γι΄ακόμα μια φορά στις εικόνες της,
    τις μυρωδιές και τις γεύσεις της. Βλέπω την πόρτα της να ανοίγει, τη ζέστη της
    να Με τυλίγει από το κατώφλι, το χαμόγελό της να Με αναπαύει πριν καν διαβώ
    αυτή την πόρτα, το λευκό της δέρμα, το χαμηλωμένο- αυτό το τόσο υποταγμένο βλέμμα- που Μου φέρνει στύση πριν καν της επιτρέψω να Με αγγίξει…
    Πέμπτη- τετάρτη-τρίτη, απότομο φρενάρισμα, μποτιλιάρισμα.
    Στο κινητό βουβαμάρα. Καρτερία και υπομονή. Σαν να βλέπω τούτη τη στιγμή τα λυπημένα της μάτια κι΄ας μη βγάζει άχνα.
    -Αύριο. Θα ‘ρθω αύριο.
    -Τι ώρα; (δεν το πολυπιστεύει μα ελπίζει).
    -Θα σε πάρω τηλέφωνο.
    -Η Σουζάνα έφυγε;
    -Όχι. Αύριο.
    -Τι ώρα πετάει;
    -Μάλλον στις 2. Πολλά ρωτάς.
    -Μάλιστα.
    -Σ΄αφήνω τώρα. Κοντεύω να φτάσω σπίτι. (παραμύθι, δεν άντεχα άλλο ν΄ακούω τη λύπη της και να νοιώθω την έλλειψή της).
    -Εντάξει αγάπη μου. Όπως επιθυμείς. Καληνύχτα. Σ΄αγαπάει, πολύ-πολύ.
    -Κι΄Εκείνος. Καληνύχτα.
    Ξέρω ακριβώς τι πρόκειται να κάνει μέχρι το ξημέρωμα.
    Θα φορέσει τη ρόμπα μου και θα κάτσει στον καναπέ «Μ/μας» μέχρι το ξημέρωμα.
    «Διάολε!» Μονολογώ δυνατά σταματημένος στο φανάρι.
    Η κυριούλα από το διπλανό αυτοκίνητο με κοιτάει κουνώντας το κεφάλι.
    «Πάει, το χάσαμε το παλικάρι…»

    08.21 μ.μ., πίεση κ.π. 10-16. Ράκος στην πολυθρόνα, το καθιστικό σκοτεινό.
    Ανοίγει η πόρτα. Ένα τραίνο από πόδια, χέρια ανάκατα με σχολικές τσάντες, τσάντες
    από τη λαϊκή, τσάντες σούπερ-μάρκετ, τσάντες γενικώς, μπαίνει στο σπίτι.
    Η Μαίρη (Παναγιωταρά) ο Βασιλάκης και ο Δημητράκης.
    «Δεν πρόλαβα να συμμαζέψω το σπίτι» (ενοχικά), η πρώτη της κουβέντα, ζαλωμένη
    μέχρι τους αγκώνες.
    Την κοιτάζω με –τιποτένια- συμπάθεια. Αν μη τι άλλο της άξιζε κάτι περισσότερο.
    «Δεν πειράζει καρδιά μου, τι να πρωτοκάνεις κι’ εσύ;»
    Βουητό ολούθε, χρατς-χρουτς οι σακούλες μου χαρακώνουν τα ήδη τσακισμένα μου
    νεύρα.. Ανοίγω το κουτί να χαλαρώσω. Θα΄θελα!
    Δήθεν δελτία ειδήσεων πάνε κι΄ έρχονται.
    Η οικονομία…. Ο Γιωργάκης….η Μενεγάκη με το Λάτσιο….
    Στο τρίτο λεπτό παθαίνω υποτροπή στη χρόνια δυσανεξία μου στα ΜΜΕ.
    Στο πέμπτο έχω φανερά σημάδια αναφυλαξίας.
    Στο δέκατο με έχουν κυριεύσει για τα καλά αυτοκτονικές τάσεις, φλερτάρω με τη μπαλκονόπορτα.
    Βουλιάζω στη σκέψη της, έτσι, φυσικά. Το κάνω συχνά, είναι φάρμακο.
    Άλλο ένα βράδυ που θα τη στείλω για ύπνο πικραμένη.

    08.32 μ.μ., πίεση κ.π. 9-15. Καλύτερα τα πράγματα.
    «Πήρες το χάπι σου;» Φωνή απ΄την κουζίνα.
    Το είχα πάρει αλλά με τη μορφή φαντασίωσης. (που να της το πεις αυτό; )
    Πιάνω τον εαυτό μου να χαμογελά αυθόρμητα. Μ’ αρέσει να με φροντίζουν.
    «‘Έρχομαι να το πάρω τώρα» της λέω και σηκώνομαι.
    Το χάπι με ένα ποτήρι νερό με περιμένει. Την ανταμείβω με μία αγκαλιά.
    Με προσγειώνει ανώμαλα.
    «Θα το πας εσύ το παιδί το πρωί στο Παίδων; Τι ώρα δουλεύεις;»
    Αύριο είναι το ραντεβού για τα αυτιά του Δημητράκη. Το είχα ξεχάσει μέσα στην τρέλα. Αυτόματες ενοχές που πρέπει να τις πνίξω για το θεαθήναι.
    Μη φανεί ότι το είχα ξεχάσει. Ασυγχώρητο. Θα είχα να αναμετρηθώ μόνο με τον εαυτό μου γι΄απόψε, σε ιδιωτικό καυγά. Χωρίς μάρτυρες.
    Κυρίως χωρίς εκείνη και τα παιδιά.
    «Που ταξιδεύει το μυαλό σου μωρό μου; Σε ρώτησα κάτι.»
    Με είχε πάρει χαμπάρι. Από τακτ ανάμικτο με κούραση δεν θέλησε να το προχωρήσει. Της είμαι ευγνώμων.
    «Σκέφτομαι» της απαντάω με βλέμμα ακατοίκητο. Πράγματι σκεφτόμουν.
    Είχα βάλει μπρος το γνωστό κομπιουτεράκι του εργαζόμενου μπαμπά-συζύγου.
    «Τι ώρα σε θέλει η Σουζάνα αύριο; Θα φύγουν;»
    -Ναι.
    -Στο καλό να πάνε.
    -Μου είπε να την πάρω τηλέφωνο στις 11 να μου πει τι ώρα με θέλει.
    -Το ραντεβού είναι στις εννιά.
    -Προλαβαίνω. Μην τα φορτωθείς όλα πάλι εσύ.
    -Σίγουρα μπορείς; Μην αγχωθείς.
    -Όχι, μπορώ.
    Το ηρωικό στοιχείο του μπαμπά-συζύγου είχε υπερισχύσει εκείνου του εργαζόμενου.
    Θα τα κατάφερνα! Τι διάολο; Δεν θα με χρειαζόταν πριν τις 12. Είχα τρεις ολόκληρες ώρες.
    «Και με τα λεφτά τι θα κάνουμε;» Δεύτερη προσγείωση.
    «Σκέφτηκες κάτι;»
    Τι μπορούσα να σκεφτώ όταν θέλαμε ενάμιση μισθό για το αυτί του παιδιού;
    «Θα τα καταφέρουμε» απάντησα.
    Το μόνιμο κλισέ που χρησιμοποιούσα πάντα, μισό βήμα πριν την απόγνωση. Δυστυχώς είχε πάψει να λειτουργεί εδώ και κάτι χρόνια. Τουλάχιστον σ΄εκείνη.
    «Με τη δεύτερη δουλειά έκανες τίποτα;»
    -Το παλεύω. (άλλο κλισέ). Απόψε είναι η νύχτα των κλισέ. Και δεν πείθουν και κανένα τους, πανάθεμά τα!.

    08.35 μ.μ., πίεση κ.π. 11-17, παρά το χάπι. Έπρεπε πάλι να ξεφύγω.
    Η κατάσταση είχε γίνει επικίνδυνα αγχωτική. Μύριζα το στόμα της, το κορμί της
    από δεκαπέντε χιλιόμετρα μακριά. Έβαζα το στόμα Μου ανάμεσα στα πόδια της και τη ρούφαγα αχόρταγα. Είχα ανάγκη να την τιθασεύσω, να την υποδουλώσω, να πάρω όλη την παραδομένη της σε Εμένα υπόσταση βίαια και απολυταρχικά.
    Ήθελα αλλά δεν μπορούσα. Οι συνθήκες ήταν ανώριμες. Μπροστά στην οικογένεια, αδύνατον. Ακόμα χειρότερα. Ανεπίτρεπτο! Το σώμα Μου θα Με πρόδιδε.
    Περισσότερο απ΄όσο θα Με πρόδιδε μόνο ο πόθος Μου για το κορμί της.
    Παλιά Μου τέχνη, κόσκινο.

    (Συνεχίζεται)
     
  2. SadalMelik

    SadalMelik Regular Member

    Αυτοσαρκάστηκε;
     
  3. Maley

    Maley Contributor

    Απάντηση: Urban M/s

    καλος..πολυ καλος..
     
  4. Master DO

    Master DO Regular Member

    Απάντηση: Re: Urban M/s

    Μπα, μάλλον ήταν μια αυτοματοποιημένη διαδικασία πλέον.
    Κι΄όσο γι΄αυτά που λένε ότι είσαι παντού και πάντα
    Master, είναι μπούρδες Σύντροφε.
    Χαμαιλέοντες είμαστε όλοι Μ/μας, κατά περίπτωση
    και κατ΄ανάγκη.
     
  5. danos

    danos Regular Member

    Απάντηση: Re: Urban M/s

    swich δηλαδή 
     
  6. Master DO

    Master DO Regular Member

    Απάντηση: Urban M/s

    11.40 μ.μ., πίεση κ.π. 9-15. Φυσιολογικά πράγματα.
    Μία καλή αμερικανιά στο κουτί μόλις είχε τελειώσει.
    Ένα από τα λιγοστά πράγματα που με χαλαρώνουν στο τέλος κάθε μέρας.
    Έναν καναπέ εγώ και έναν εκείνη που είχε ξεραθεί αποκαμωμένη ήδη
    από το κάρο που τράβηξε όλη μέρα.
    Ανάπαυση και περισυλλογή. Περισυλλογή και η σκέψη Μου δεκαπέντε χιλιόμετρα μακριά.
    Τουλάχιστον ας μην είχε πιει. Τέτοια ώρα τέτοια λόγια.
    Τα ξανθά μαλλιά της Μαίρης κρύβουν το κουρασμένο της πρόσωπο.
    Μπορώ να την κοιτάω χωρίς τύψεις, δεν βλέπει.
    Είπα «κάρο» και σκέφτηκα το γάμο. Κάτι μέσα στο μυαλό μου αγωνιζόταν να μορφωθεί σε φράση.
    Χαρά στο κουράγιο μου που μπορώ και σκέφτομαι ακόμα.
    Ο ενάμισης μισθός για το αυτάκι του Δημητράκη τριβέλιζε το μυαλό μου.
    Κάρο..γάμος… κάρο.. μισθός……κουτί…ειδήσεις….
    Α! Πάλι είπανε ότι ο δέκατος τέταρτος μισθός κινδυνεύει.
    Τρόμος πάνω από την πόλη. Πείνα και κατοχή προ των πυλών. 41 που λέει κι΄ο Γιώργος!
    Γλάρωσα και μου ήρθε επιτέλους.
    «Ο γάμος είναι σαν ένα κάρο στην ανηφόρα.
    Από μπροστά η γυναίκα ζεμένη τραβάει αδιαμαρτύρητα ξέροντας ότι αν κωλώσει
    υπάρχει από πίσω ο άντρας ο δυνατός να βάλει πλάτη και να σπρώξει.
    Έτσι και μόνο με την ιδέα παίρνει δύναμη και συνεχίζει την ανηφόρα.
    Από πίσω ο άντρας ξέροντας το ίδιο έχει ήδη κουραστεί μόνο με την ιδέα ότι κάποτε θα χρειαστεί να βάλει πλάτη.»

    Αυτό στις μέρες μας το ονομάζουνε ισότητα.
    Παραδόθηκα στον κουρασμένο μου ύπνο χωρίς να θυμάμαι ποια είχα στο μυαλό μου τελευταία.

    Τετάρτη Φεβρουαρίου 17 του Σωτηρίου Έτους 2010

    08.28 π.μ., πίεση κ.π. 10-16. Λεωφόρος Γαλατσίου.
    Οδηγώ και σκέφτομαι. Παρακαλάω να μη χτυπήσει το κινητό.
    Για κανέναν λόγο!
    Πρώτη-δευτέρα- φρένο-φανάρι. Στο πίσω κάθισμα ο Δημητράκης με την τσάντα του αγκαλιά. Μόλις τελειώσουμε από το Παίδων πάμε γραμμή σχολείο.
    Οριακά επιστρέφω μετά σπίτι, ξυρίζομαι, ντύνομαι και παίρνω τηλέφωνο τη Σουζάνα.. Όλα ταχτοποιημένα (νόμιζα).
    Κίνηση, μποτιλιάρισμα.

    08.30 π.μ., πίεση κ.π. 11-18, αρχίζουν και με ζώνουν τα φίδια. Μήνυμα στο κινητό.
    «Νανά». «Καλημέρα Κυριέ μου. Να σας πάρει τηλέφωνο;»
    Παίρνω εγώ για να μην μπλεχτούμε χειρότερα.
    «Καλημέρα. Είμαι με το παιδί και το πάω στο γιατρό.»
    -Τι έπαθε; (ανήσυχη).
    -Τίποτα. Προγραμματισμένο ραντεβού. Οδηγάω και είμαστε μαζί. Θα σε πάρω μετά.
    Καταλαβαίνει ότι δεν γίνεται κουβέντα. Ψελλίζει κάτι σαν «εντάξει, να πάνε όλα καλά» αλλά πριν προλάβω οτιδήποτε μία δεύτερη κλήση ακουγεται.
    Κοιτάω ήδη αγχωμένος. «Σουζάνα». Τόμπολα!
    Δεν της αφήνω περιθώρια. «Κλείσε με παίρνει η Σουζάνα!»

    08.32 π.μ.. πίεση κ.π. 13-19. Έχει ήδη μπει στα κόκκινα προτού απαντήσω το γαμοτηλεφώνημα.
    Πρώτη-δευτέρα- τρίτη (αισιόδοξη). Φρένο, κόκκινο.
    «Ορίστε».
    -Καλημέρα. Η κυρία Σουζάνα είμαι.
    -Καλημέρα σας κυρία Σουζάνα.
    -Θέλω να είσαι εδώ κατά τις 11. Εντάξει;
    «Εντάξει και το τέτοιο της θείας σου» σκέφτομαι βουβά. (αν θες πες και τίποτα άλλο.)
    -Μάλιστα.
    -Κοίτα να δεις. Να πάρεις τους πιλότους ότι δεν θα πετάξουμε πριν τις 4.
    -Μα έχουν καταθέσει σχέδιο πτήσης για τις 2! Εξανίσταμαι (τάχα)
    -Να το ξεκαταθέσουν! Έχω να φτιάξω τα νύχια μου. Τα λέμε.
    Τέλος συνδιάλεξης. Γυρίζω και κοιτάζω το παιδί. Με κοιτάει κι΄εκείνος περιμένοντας.
    «Θα το παλέψουμε αγόρι μου» τον καθησυχάζω. Μου χαμογελάει.
    Τρίτη-δευτέρα- γκάζι, σφήνα, καβαλάω τα Τουρκοβούνια.
    «Θα προλάβουμε». Άσμα ηρωικό και αισιόδοξο για να παίρνω κουράγιο.
    Ταρίφας χωρίς προτεραιότητα στη διασταύρωση πάει να μου τη βγει.
    Μούρη με μούρη. Πάει να την πει κιόλας. Δεν έχω χρόνο για τέτοια.
    Άγριο βλέμμα και δρόμο.

    08.34 π.μ., πίεση κ.π. 13-20. Ψάχνω για το υπογλώσσιο (ποιος θανάσης; )
    Δευτέρα-τρίτη-Τετάρτη. Κατάβαση από το βουνό με τις πάντες.
    Κλήση στο κινητό. «Μαίρη».
    «Έλα κορίτσι».
    -Τα πήρες τα φάρμακά σου;
    -Ναι και όχι.
    -Τι ναι και όχι; Τα πήρες ή δεν τα πήρες;
    -Το ένα.
    -Γιατί;
    -Γιατί και με τα δύο θέλω κάθε 20 λεπτά κατούρημα. Που θα πηγαίνω;
    -Αχ βρε …
    -Άσε με τώρα γιατί με πήρε η Σουζάνα και τρέχω να προλάβουμε.
    -Μη μου πεις! (μπήκε στο νόημα)
    -Σου λέω!
    Δεύτερη κλήση στο κινητό. «Σουζάνα».
    «Δέσαμε!» φωνάζω. «Κλείσε, με παίρνει πάλι.»
    -Να προσέχεις. Ναι; (ματώνει η καρδιά μου)
    Τετάρτη-τρίτη-φρένο-φανάρι.
    «Ορίστε».
    -Δεν μου λες, τι απέγινε εκείνη η βαλίτσα μου;
    _Ποιά απ΄όλες; (έχει καμιά δεκαριά.)
    -Η Λουϊ Βουϊτόν. (μας φώτισες, όλες Λουί Βουϊτόν είναι)
    -Ποια απ΄όλες κυρία Σουζάνα; (εδώ δεν θυμάμαι πως με λένε αυτή τη στιγμή).
    -Με το φερμουάρ το χαλασμένο.
    -Α! Την έχω πάει για φτιάξιμο εδώ και δύο βδομάδες.
    -Και δεν είναι έτοιμη;
    -Τη στέλνουν στο Παρίσι για αλλαγή. Θα κάνει ένα μήνα. Σας το είχα πει.
    (χέσε μας)
    -Να μην την ξεχάσεις. Γεια.
    Μέσα στη ζούρλα πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται πως είναι δυνατόν η αλλαγή ενός φερμουάρ να κοστίζει όσο ένα αεροπορικό εισιτήριο για να πας οικονομικός μετανάστης στη Νικαράγουα. Απορώ με μένα τον ίδιο, που τα βρίσκω τέτοια ώρα;
    Συνειδητοποιώ πως είναι απλά αυτοάμυνα του μυαλού για να μην τζαζέψω.

    08.40 π.μ., πίεση κ.π. 13-20. Δεν χρειάζομαι καν πιεσόμετρο. Παλιά μου τέχνη, κόσκινο. Γηροκομείο. Δευτέρα-Τρίτη-φρένο.
    Κοιτάζω από τον καθρέφτη το Δημητράκη μου στο πίσω κάθισμα.
    Νοιώθω να ξέρει ήδη αυτό που εγώ αρνούμαι να παραδεχτώ.
    ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΟΥΜΕ.
    Παίρνω τηλέφωνο στο κινητό του τεχνικού.
    «Κύριε Βούπουρα, ο Παπαδόπουλος είμαι. Που έχουμε το ραντεβού στις 9 για το ακουστικό του Δημητράκη.»
    -Α, τι κάνετε;
    -Είμαστε στο δρόμο. Πείτε μου σας παρακαλώ, πόση ώρα θα χρειαστείτε για τη μέτρηση;
    -Μία ώρα, ίσως τρία τέταρτα.
    Το κομπιουτεράκι του μπαμπά-συζύγου-εργαζόμενου ξαναμπαίνει στη μπρίζα.
    Πρώτη-Δευτέρα-φρένο-μποτιλιάρισμα στην Κηφισίας-Χάος!
    «Μισή ώρα ακόμα να φτάσουμε, και δέκα λεπτά να μπούμε μέσα, (εννοείται παρκάρισμα στο υπόγειο πάρκινγκ) και μία ώρα οι μετρήσεις και σαράντα λεπτά η επιστροφή και δέκα να τον αφήσω στο σχολείο….είμαι ήδη άνεργος (εκτός από αξύριστος, άντυτος κ.λ.π.)
    «Κύριε Βούπουρα; (το κυνηγούσαμε αυτό το ραντεβού ένα μήνα), γίνεται να το αναβάλουμε για αύριο; (Ο Δημητράκης ανακάθεται στο κάθισμα).
    Μιλάω στο κινητό, κοιτάζω στον καθρέφτη κι΄όμως το αμάξι πηγαίνει μόνο του μέσα στην κίνηση. (το συνειδητοποιώ αργότερα αυτό). Αυτό είναι που λένε το τρίτο μάτι.
    «»Θα συνεννοηθώ με το γιατρό και θα σας πάρω πίσω κύριε Παπαδόπουλε».
    -Θα σας είμαι υπόχρεος κύριε Βούπουρα. (κι΄εγώ και ο ενάμισης μισθός μου που θα πάρετε).

    08.42 π.μ., πίεση κ.π. 14-22. Υπογλώσσια δεν υπάρχουν, τα έχω αφήσει σπίτι (μπορεί και στης Νανάς). Υπάρχει όμως η Νανά. Κλήση στο κινητό. «Νανά»
    «Φταάσατε;» Ο τόνος της μου θύμισε τη Τζένη Καρέζη στο «Δεσποινίς διευθυντής».
    «Γυριιιίσατε;;» Το αμάξι μόνο του έστριψε δεξιά στην Πανόρμου, μόνο του πήρε την ανηφόρα της επιστροφής.
    Το σχολείο, ο Βούπουρας, ο Δημητράκης μου, το ραντεβού, …η Σουζάνα… η Σουζάνα; Οι πιλότοι!! Είχα ξεχάσει να πάρω τον καπετάνιο!... Η… Νανά στο τηλέφωνο.
    «Κύριέ μου τι πάθατε;» (τι της λες τώρα; )
    -Αυτή τη στιγμή μου είναι αδύνατον ούτε να σου μιλήσω ούτε να σκεφτώ καν. Θα σε πάρω πίσω. Κλείσε.
    Το όραμά της, πεσμένη στα τέσσερα πάνω στο χαλί παραλίγο και θα Με έφερνε στα ίσα Μου. Όμως, ούτε γι΄ αυτό υπάρχει πλέον χώρος στον σκληρό του εγκεφάλου. Κι΄ακόμα δεν είναι ούτε 9 το πρωί. Μόλις που πρόλαβα να αισθανθώ την πίκρα στο στόμα Μου από το πώς της έχω φερθεί τις τελευταίες δώδεκα ώρες και μάλιστα από το τηλέφωνο –ούτε καν δια ζώσης- και το άφησα και αυτό να γλυστρίσει μέχρι την ουροδόχο κύστη, μπας και το αποβάλω μαζί με το κατούρημα.
    Τότε κατάλαβα ότι κατουριόμουνα εδώ και ώρα αλλά δεν είχα χρόνο να το σκεφτώ.
    Τηλεφώνημα στο καπετάνιο.
    -Καπετάνιε καλημέρα. Η κυρία Σουζάνα είπε να σου πω πως δεν πετάτε πριν τις 4.
    (η χαρά του κυβερνήτη).
    -Μεταξύ μας, δεν μας χέζει;
    -Κοίτα, να σου πω. Εσύ την έχεις για μια ώρα την ημέρα. Εγώ τι να πω που την έχω 12;
    -Σωστά.
    -Λοιπόν, επειδή τρέχω, εγώ σε ειδοποίησα. Άντε και καλό ταξίδι.

    (Συνεχίζεται)
     
    Last edited: 18 Φεβρουαρίου 2010
  7. Nesaea

    Nesaea Guest

    Απάντηση: Urban M/s

    Ακρως προσωπικο και αληθινο αυτο το νημα..Χιλια ευχαριστω που το μοιραστηκες μαζι μας...

    Ισως το μονο που εχω διαβασει ως τωρα και με αγγιξε. Καλη συνεχεια και καλο κουραγιο  
     
  8. Maley

    Maley Contributor

    Απάντηση: Urban M/s

    καλος, πολυ καλος, μ'αρεσεις..
     
  9. elfcat

    elfcat . Contributor

    Απάντηση: Urban M/s

    Ωραία γραφή. Αγωνιώ να δω πού θα το καταλήξεις.
     
  10. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Απάντηση: Urban M/s

    για μιστρες την κοβω την Σουζανα... 

    (καλο,συνεχισε)
     
  11. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ουκ εκ τω πολλώ το ευ  
     
  12. Πολλά τα συναισθήματα αλλά και τα ερωτήματα...
    Θα περιμένω το τέλος.Να'σαι καλά..