Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Δεσποινίς έμπνευση

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 1 Οκτωβρίου 2015.

Tags:
  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ανδρέας Εμπειρίκος - Αρχάγγελος τον Σεπτέμβριον βοά μέσα στην πλάση

    “Τις μέρες τις γλυκιές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν έχει ακόμη
    βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων πιο αραιό και η
    γεύσις των ωρών και από του θέρους πιο πυκνή, όταν στους
    κήπους σκάνε τα ρόδια, και πάλλονται υψιτενείς οι στήμονες
    των λουλουδιών, και σφύζουν στις πορφύρες των φλεγόμενοι
    οι ιβίσκοι, όλοι σαν υπερβέβαιοι γαμβροί που στων νυμφών
    κτυπούν τις θύρες, τότε, σαν να ‘ναι πάντα καλοκαίρι
    (γιατί όποια κι αν είναι η εποχή, ο πόθος είναι πάντα θέρος)
    αναγαλλιάζουν οι ψυχές,
    και ο Έρωτας, ο πιο ξανθός
    αρχάγγελος του Παραδείσου, βοά και λέγει
    στο κάθε που άγγιξε κορμί: Τα ρούχα πέτα, γδύσου.
    Τίποτε μη φοβάσαι.
    Έαρ, χειμώνας, θέρος-όπου κι αν είσαι-
    είναι η ρομφαία μου μαζί σου.”(Α. Εμπειρίκος, Οκτάνα, εκδ. Ίκαρος)

     

    πίνακας: μια αυγή του Σεπτεμβρίου Paul Emile Chabas - γύρω στο 1912
     
  2. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Κρατῶ λουλοῦδι μᾶλλον.
    Παράξενο.
    Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
    πέρασε κῆπος κάποτε.

    Στὸ ἄλλο χέρι
    κρατῶ πέτρα.
    Μὲ χάρη καὶ ἔπαρση.
    Ὑπόνοια καμιὰ
    ὅτι προειδοποιοῦμαι γι᾿ ἀλλοιώσεις,
    προγεύομαι ἄμυνες.
    Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
    πέρασε ἄγνοια κάποτε.

    Χαμογελῶ.
    Ἡ καμπύλη του χαμόγελου,
    τὸ κοῖλο αὐτῆς τῆς διαθέσεως,
    μοιάζει μὲ τόξο καλὰ τεντωμένο,
    ἕτοιμο.
    Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
    πέρασε στόχος κάποτε.
    Καὶ προδιάθεση νίκης.

    Τὸ βλέμμα βυθισμένο
    στὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα:
    τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ
    τῆς προσδοκίας γεύεται.
    Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
    πέρασε πίστη κάποτε.

    Ἡ σκιά μου, παιχνίδι τοῦ ἥλιου μόνο.
    Φοράει στολὴ δισταγμοῦ.
    Δὲν ἔχει ἀκόμα προφθάσει νὰ εἶναι
    σύντροφός μου ἢ καταδότης.
    Φαίνετ᾿ ἀπ᾿ τὴ ζωή μου
    πέρασ᾿ ἐπάρκεια κάποτε.
    .
    (Κική Δημουλά)
     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Πεθαίνουν οι καλύτεροι οι ποιητές της θλίψης
    Και ζουν οι αθλιότεροι εκπρόσωποι της σήψης
    Μυσταγωγία σκοτεινή η απαγγελία των στίχων
    Και εμπειρία οδυνηρή η ενσάρκωση των ήχων
    Πεθαίνουν οι καλύτεροι αυτοί που είχαν μέλλον
    Και ζουν οι αναξιότεροι δίχως να έχουν μέλλον
    Καταραμένοι ποιητές απάγκιο στον εφιάλτη
    Άρμα του σκότους απ’ το χθες ασ'την τη μνήμη ασ'τη
    Πεθαίνουν οι καλύτεροι αυτοί που δεν προλάβαν
    Να δούνε τη μαυρήτερη αυγή αυτοί δε μεταλάβαν
    Καταραμένοι ποιητές σε τούτη τη μπαλάντα
    Ματαίως ζούνε οι σαρωτές δε φτάνουν τα σαράντα
    Νέοι πεθαίνουν μα έχουνε τη ωριμάδα γέρων
    Μαζί και σκοτεινάδα
    Γεματοι εκλάμψεις θαυμαστές οι όμορφοι πως φεύγουν
    Οι όμορφοι πως φεύγουν.

    Κώστας Καρυωτάκης
     
  4. Polyamorian

    Polyamorian New Member

    Ναυαγιο...

    Ναυάγησε με στα νερά σου τα βαθιά
    αφρό και θάνατο μαζί να κοινωνήσω
    σαν αντικρίζω τη στεριά από μακριά
    σαν ήλιος χάρτινος στα βάθη ‘θε να σβήσω

    Ναυάγησε με στη στερνή σου αγκαλιά
    να λησμονήσω κάθε πόλη και λιμάνι
    και με την πρώτη μου, ανόθευτη μιλιά
    να σου ιστορήσω τις ζωές που 'χω πεθάνει.

    Δικο μου γραμμενο χρονια πριν...
     
  5. dim1

    dim1 ®

  6. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    "Υπάρχουν κάποια πράγματα που τα μαθαίνεις καλύτερα μέσα στην ηρεμία και στη γαλήνη, και κάποια μέσα στην καταιγίδα."
    Willa Cather (1873-1947)

     
     
  7. dim1

    dim1 ®

    Καββαδίας - Η Μαϊμού του Ινδικού Ωκεανού

    Κάποτε, σ' ένα μακρινό λιμάνι του Ινδικού,
    δίνοντας μια πολύχρωμη μεταξωτή γραβάτα
    σ' έναν αράπη, μια μικρήν αγόρασα μαϊμού
    με μάτια γκρίζα, σκοτεινά και πονηριά γεμάτα.
    Ένα τσιμπούκι δάγκωνε στο στόμα της χοντρό
    και το 'βγαζε όταν ήθελε μονάχα να φυσήσει
    έναν καπνό πολύ βαρύ, που, ως μου 'πε ο πουλητής,
    ήταν οπίου, που από μικρή την είχε συνηθίσει.
    Τις πρώτες μέρες μοναχή στης πλώρης μια γωνιά,
    ξερνούσε και με κοίταζε βουβή και λυπημένη,
    μα σαν επέρασε καιρός, ερχόταν μοναχή
    κι ώρες πολλές στον ώμο μου ξεχνιόταν καθισμένη.
    Όταν στη γέφυρα έκανα τη βάρδια της νυχτός
    κι η νύστα βασανιστικά τα μάτια μου ετρυπούσε,
    στον ώμο μου κρυώνοντας στεκόταν σκυθρωπή
    και σοβαρά μαζί μ' εμέ τον μπούσουλα εκοιτούσε.
    Στα πόρτα της αγόραζα μπανάνες και γλυκά
    κι έξω με μι' άλυσο μικρή την έβγαζα δεμένη
    κι αφού σ' όλα καθόμαστε κι επίναμε τα μπαρ,
    στο φορτηγό γυρίζαμε κι οι δυο μας μεθυσμένοι.
    Δε θύμωνε και μου 'δειχνε πολύ πως μ' αγαπά,
    ούτε κακά την άκουσα ποτέ να μου γρυλίσει.
    Φαινόταν πως συνήθισε τις κακουχίες κι εμέ,
    κι εγώ σαν έναν άνθρωπο την είχα συνηθίσει.
    Κάποια φορά που επήγαινα μαζί της σκεφτικός
    εξέφυγ' απ' τα χέρια μου χαρούμενη και πάει.
    είχε προτέρημα πολύ μεγάλο: να σιωπάει.
    Μα κάτι είχε απ' την ύπουλη καρδιά της γυναικός.
     
  8. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    ΤΑ ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΗΣ ΟΞΩΠΕΤΡΑΣ

    (1991)



    ΑΚΙΝΔΥΝΟΥ, ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΥ, ΑΝΕΜΠΟΔΙΣΤΟΥ

    Τώρα, στη βάρκα οπού κι αν μπεις αδεία θα φτάσει

    Εγώ αποβλέπω· σ' έναν μακρύ θαλασσινό Κεραμεικό

    Με Κόρες πέτρινες και πού κρατούν λουλούδια. Θα 'ναι νύχτα και

    Αύγουστος
    Τότε πού αλλάζουν των αστερισμών οι βάρδιες. Και τα βουνά

    ελαφρά
    Γιομάτα σκοτεινόν αέρα στέκουν λίγο πιο πάνω άπ' τη γραμμή του

    ορίζοντα

    Όσμές εδώ ή εκεί καμένου χόρτου. Και μια λύπη άγνωστης γενεάς
    Πού από ψηλά

    κάνει ρυάκι πάνω στην αποκοιμισμένη θάλασσα

    Λάμπει μέσα μου κείνο πού αγνοώ. Μα ωστόσο λάμπει

    "Αχ ομορφιά κι αν δεν μου παραδόθηκες ολόκληρη ποτέ

    Κάτι κατάφερα να σου ύποκλέψω. Λέω: κείνο το πράσινο κόρης

    οφθαλμού πού πρωτο-
    Είσέρχεται στον ερωτά και τ'άλλο το χρυσό, πού δπου κι αν το

    τοποθετείς ίουλίζει.
    Τραβάτε τα κουπιά οί στα σκληρά εθισμένοι. Να με πάτε κεϊ πού

    οι άλλοι παν

    Δε γίνεται. Δεν έγεννήθηκα ν'ανήκω πουθενά
    Τιμαριώτης τ'ούρανοϋ κει πάλι ζητώ ν'αποκατασταθώ
    Στά δίκαια μου. Το λέει κι ό αέρας
    ^Από μικρό το θαύμα είναι λουλούδι και άμα μεγαλώσει θάνατος



    Αχ ομορφιά συ θα με παραδώσεις καθώς ό Ιούδας
    Θα 'ναι νύχτα και Αύγουστος. Πελώριες άρπες που και πού

    θ' ακούγονται και

    Με το λίγο της ψυχής μου κυανό ή Όξω Πέτρα μέσ'άπό τη μαυρίλα
    Θ'αρχίσει ν'αναδύεται. Μικρές θεές, προαιώνια νέες

    Φρύγισσες ή Λυδές με στεφάνι άσημ'ι και με πρασινωπά πτερύγια

    γύρω μου άδοντας θα συναχτούν

    Τότε πού κα'ι του καθενός τα βάσανα θα εξαργυρώνονται
    Χρώματα βότσαλου πικρού: τόσα
    Με περόνες πόνου όλες σου ο! αγάπες: τόσα
    Του βράχου ή τύρφη και του άφραχτου ύ'πνου σου ή φρικαλέα

    ραγισματιά: δυο φορές τόσα



    "Ωσπου κάποτε, ό βυθός μ' δλο του το πλαγκτόν κατάφωτο
    Θ'αναστραφεί πάνω από το κεφάλι μου. Κι αλλά ως τότε

    άνεκμυστήρευτα

    Σάν μέσ'άπό τη σάρκα μου ιδωμένα θα φανερωθούν
    Ιχθείς του αιθέρος, αίγες με το λιγνό κορμί κατακυμάτων

    κωδωνοκρουσίες του Μυροβλήτη

    Ενώ μακριά στο βάθος θα γυρίζει ακόμα ή γη με μια βάρκα μαύρη
    κι άδεια χαμένη στα πελάγη της.

    Οδυσσέας Ελύτης
     
  9. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  10. dim1

    dim1 ®

  11. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  12. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Χώμα | Χαζό κορίτσι

    Λέγομαι άνθρωπος όταν στο βάθος του μυαλού κρατώ ένα χάδι για σένα. Όλες οι σκέψεις ένα κουβάρι , γεμίζω το μυαλό με άχρηστα μικρά ζωύφια που χορεύουν τον τρελό ρυθμό τους. Δεν θέλω να έρθεις και να μου διακόψεις την μελωδία, θέλω να νιώσω άνθρωπος και να μείνω εδώ στην τόση δυσωδία. Στα τόσα κοινωνικά στερεότυπα που με καρφώνουν σε μια βιτρίνα μέρα με την μέρα. Στα βαθύ μιας αίγλης που δεν θα ζήσω ποτέ και που ποτέ στα αλήθεια δεν ζήτησα. Ζω για να υπάρχω και έπαψα να υπάρχω για μένα. Ετεροκαθορίζομαι σε κάθε μου βήμα. Ξύνω τις πληγές και πετάω στιγμές βορά στα θηρία του μυαλού. Με κατασπαράζουν και εγώ βολεύομαι στην γωνιά μου. Στην πολυθρόνα με μαζεμένα τα πόδια κοιτάζω το αχανές, τι περιμένω; Στέκομαι και αφουγκράζομαι, κάνω πως σκέφτομαι και όμως απλά περιμένω. Κανείς δεν θέλει να νιώσει το αύριο να φεύγει από τα χέρια του. Και έτσι μια κόλλα απλώνω παντού και τα πάντα τότε μένουν εκεί στάσιμα. Μια αγάπη θα σώσει το μυαλό μια αγάπη, γιαυτό το μικρό και λαμπερό εγώ που κρύβεται κάτω από τόνους χώμα. Και αν εγω νιώθω άνθρωπος είναι γιατί ακόμα πονάω και ας μην το διάλεξα, ή ίσως έτσι θέλω να πιστεύω , για να παραβλέπω τα λάθη και να συνεχίζω να τα κουβαλάω μαζί. Μια ασφάλεια ζωής που με γεμίζει ψευδαισθήσεις και όταν θα χρειαστεί γρήγορα θα τρέξω μακριά, και θα λιώσω σαν κερί με την πρώτη αχτίδα ήλιου που θα με αγγίξει τρυφερά στην πλάτη. Και με μια ανάσα ξανά θα φύγω μακριά από όλα και θα ζήσω σαν άνθρωπος. Ξανά.