Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Δεσποινίς έμπνευση

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 1 Οκτωβρίου 2015.

Tags:
  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Γιώργης Γιατρομανωλάκης, “Ο ζαχαρένιος εραστής”

    VI
    Πασπαλισμένη από ζάχαρη είσαι
    μέλι στα βαθουλά σου
    και τραγανή στ’αυτιά, στις ρόγες και στα γόνατα.
    Γλυκιά ωστόσο να σε πω δε γίνεται
    με τόσες πίκρες της αγάπης σου.
    Καλύτερα απόψε μακριά να μείνω
    το καθημερινό το τέλος να μη βλέπω -
    ο έρωτάς σου με πατά στο στήθος
    και ροζ αρχάγγελος μου παίρνει την ψυχή
    φεύγεις και χύνεται το σώμα μου στους δρόμους
    σα λαϊκό τραγούδι γλυκερό
    που δεν αφήνει πίσω του
    ίχνος πολιτισμού.

    VIII
    Νάυλον πνεύμα
    φτωχομπινέ του έρωτα,
    ποιητή άχρηστε.
    Τι ελπίζεις. Θαρρείς
    πως έτσι θα σου ανοιχτούν τα πόδια της;
    Πάρε δυο τούμπες πρώτα
    βάτραχε της ασφάλτου
    κι ανάμεσα στων φορτηγών τις ρόδες ακροβάτησε
    μετά σα δίφραγγο τινάξου στον αέρα -
    αν βγει κορώνα θα χάσεις το κεφάλι
    αν έρθουν γράμματα
    ο έρωτάς σου μες στις λέξεις
    θα εκφυλίζεται.

    IX
    Κι εγώ που σε περίμενα
    ολόκληρη νύχτα κρεμασμένος
    από τα κάγκελα της πολυκατοικίας.
    Εκεί με πήρε ο ύπνος
    κι έκπληκτος πρωϊνιάτικα σηκώθηκα
    μέσα σε ακαταστασία απαράδεκτη-
    δυο προφυλακτικά λευκά στο πλάι
    ένα μικρό μαχαίρι
    που χρησιμοποιούν οι αντρές για τις φλέβες τους
    κι ένα κουβάρι σπέρμα κατακίτρινο
    νεκρό από την τελευταία έκτρωσή μας.

    X
    Τέλος καλό όλα καλά -
    εσύ σε άλλη αγκαλιά να ξερογλέιφεσαι
    κι εγώ σακκούλα πλαστικιά
    σε σὐρματα ηλεκτρικού πιασμένος.
    Έλαβε τέλος το μακροχρόνιο ρομάντζο
    ακούσαμε σωρό τραγούδια λαϊκά
    χιλιάδες στήσεις απολαύσαμε
    το χάρο δυο ή τρεις φορές αντικρύσαμε
    επτά ημέρες τη βδομάδα εργασία
    την όγδοη μέρα
    παρασκευάζαμε
    χαϊμαλιά, σκονάκια, αλοιφές, γητέματα
    μαύρες μαγείες, φίλτρα ερωτικά
    φάσματα σκοτεινά, του νου απάτες
    να μη μας βρει ο χωρισμός.
     
  2. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Θανάσης Πάνου, ‘Του χρόνου η Παλλακίδα’ και άλλα ποιήματα

    Ήρθε και αυτό
    Όταν
    η γλώσσα καυτή σαν έρημος
    επλανάτο επί του σώματος
    σε συναθροίσεις γελώτων
    και αντιποιητικών ιαχών.
    Είναι η στιγμή που ηράσθη
    θηλή παλλακίδας
    και ο έρως λερός ανεδύθη
    φορώντας ζαρτιέρες μαύρες
    στα γερασμένα του χρόνου πόδια.

    ***
    Ο ΜΠΛΕ ΕΠΙΒΗΤΟΡΑΣ
    Ολιγοφρενής νάνος έκλεψε στολή γίγαντα
    και αναρριχήθηκε σε κλώνους συκομορέας.
    Υψώθηκε λίγο από την γη
    και κατονόμασε εαυτόν ιππέα,
    χρίζοντας με ένα πέταλο, την ρίζα του δένδρου.
    Το τυχαίο εύρημα,
    δημιούργησε νοητικό κενό
    από την απουσία τριών πετάλων
    και του αδάμαστου αλόγου
    με το όνομα επιβήτωρ.

    ***
    Ο ΤΡΟΧΟΣ ΤΗΣ ΤΥΧΗΣ
    Σε αυτή την παρτίδα
    έχασα το τελευταίο φλογεροκάλαμό μου.
    Στην τελευταία,
    θα παίξω το αληθινά πολύτιμό μου.
    Το θεριό που κατοικεί στο παντελόνι μου.
    Το κρίνος των κεραυνών και των οραμάτων.
    Γελοίος πια,
    με δυο πόδια άδεια,
    θα θυσιάσω μαζί,
    τις αναμνήσεις
    και όλες τις ηρωικές στιγμές μας,
    Πεσκέσι, στον βασιλιά του τζόγου
    που παίρνει,
    τα ατόλμητα.


    ***
    Η ΑΛΚΟΟΛΗ
    Πνιγόμουν δε ιστοφάγα παγίδα
    ασθμαίνων στους πόθους των μηρών
    λιγότερος πολύ από διψασμένο όν
    που σε τακτά διαστήματα ποτίζουν
    από ιδρώτα Αμαζόνων.
    Στο τέλος
    με άρπαξε ένα πτηνό
    ονόματι Αλκοόλη,
    πλανόμενο σαν σινιάλο καπνού
    και με πότιζε με υπερβολή
    που οδηγεί στη σοφία.
    Και εγώ,
    όμοιος με αρνί σε ακινησία
    …αναμένω.
    Ευκολότερα αστραπή να πιάσω
    παρά να προσμένω
    την τελευταία Αλκοόλη.

    ***
    Η ΔΕΣΠΟΙΝΙΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ
    Δεσποινίς χαίρομαι
    που διασχίσαμε
    καβάλα την νύχτα.
    Τώρα όμως
    δεν βλέπω
    καμιά πιθανότητα επανάληψης.
    Είδα την χαραυγή
    Τα άχρωμα μάτια σου
    και την χαίουσα χωρητικότητα
    της τράπεζας καρδιάς σου
    να κηδεύει τους σκοπούς μου.
    Δεσποινίς,
    είσαι ένα ακόρεστο Βαμπίρ,
    φτιασιδωμένο
    με όλα τα πάθη των ανδρών.
    Ίπτασαι επιτήδεια
    με των αρσενικών τα αυτοκίνητα
    πάνω από την άσφαλτο
    με χρυσοβαμμένα τα φτερά
    και πληρωμένα τα καπούλια.

    ***
    Η ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
    Το ένα πάνω στο άλλο ανασαίνει.
    Είναι η μάχη των σωμάτων,
    η μυστική γεωμετρία,
    μες την εν χώρο,
    ηχηρή των όντων ορμή.
    Αυτοί οι δυο έμπνεοι όγκοι
    είναι οι αιώνιοι συνοδοιπόροι
    στου έρωτα την ουτοπία,
    στο προοπτικό σημείο,
    το άλαλο των τρελών
    σημείο φυγής,
    στην ένωση των τέλειων σχημάτων
    που προκαλούν την γεωμετρία.
    Μυστήριο των ανασασμών
    αυτοί οι δύο τροχοί,
    οι περιστρεφόμενοι στο διηνεκές,
    πρόσωπο με πρόσωπο,
    όσο κρατάει το ταξίδι και το γέλιο,
    κυνηγημένα αδιάκοπα
    από το πλάνεμα της ερωτικής πορείας.
    Το ένα πάνω στο άλλο ανασαίνει
    στο αλαφροΐσκιωτο καρδιοχτύπι,
    στο πήδημα της γεωμετρίας ,
    την έκρηξη της ύλης και του χρόνου.
     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Γιάννης Σκαρίμπας, Φαντασία

     

    Νά ‘ναι σα να μας σπρώχνει ένα αέρα μαζί
    προς έναν δρόμο φιδωτό που σβει τα χάη,
    και σένα του καπέλου σου βαμμένη φανταιζί
    κάποια κορδέλα του, τρελά να χαιρετάει.

    Και νά ‘ναι σαν κάτι να μου λες, κάτι ωραίο κοντά,
    για άστρα τη ζώνη που πηδάν των νυχτιών φόντων,
    κι αυτό ο άνεμος τρελά τρελά να μας σκουντά
    όλο προς τη γραμμή των οριζόντων.

    Κι όλο να λες, να λες, στα θάμβη της νυκτός
    για ένα -με γυάλινα πανιά- πλοίο που πάει
    όλο βαθιά, όλο βαθιά, όσο που πεφτει εκτός:
    όξ’απ’τον κύκλο των νερών -στα χάη.

    Κι όλο να πνέη, να μας ωθή αυτό ο αέρας μαζί
    περ’ από τόπους και καιρούς έως ότου -φως μου-
    - καθώς τρελά θα χαιρετάη κειν’η κορδέλα η φανταιζί -
    βγούμε απ’ την τρικυμία αυτού του κόσμου…


     
  4. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ελένη Βασιλείου-Αστερόσκονη Fürth, “Υπολείμματα. Από άλλη ζωή” -ποίηση

    Υπήρχε μια εποχή που τα όνειρα άνθιζαν.
    Σε μια εύπορη γεμάτη ήλιο Χώρα
    όπου τα παιδιά έπαιζαν στους δρόμους ελεύθερα .
    Υπάρχουν μέρες που ποθώ
    πίσω στο χρόνο να βρεθώ

    Κοίτα που είμαι! Στη μνήμη της παιδικότητας
    των ονείρων. Των πολύχρωμων στιγμών…
    Σε μια εποχή όπου η μνήμη της σφαγής
    άνθρωποι εναντίον Ανθρώπων
    δεν επιτρέπει να υπάρξω. Δηλώνω Απών.

    Στην ηλιόλουστη ημέρα που σύντομα θα επισκεφτώ
    τους αγαπημένους μου, στην αγχόνη θα δω
    Σε μια σειρά από γυαλιστερές λεπίδες
    να κρέμονται δάκρυα
    Στην ερυθρότητα της ντροπής
    Αν έχει μείνει κανείς
    θαρραλέος για να ανακουφίσει τις τύψεις

    Ο καθρέφτης μπροστά μου είναι έτοιμος να σπάσει
    κλαίει κάτω από μένα. Κατάθλιψη ντυμένη με ψέμα ´
    Τα όνειρα αργοπεθαίνουν στα χέρια
    Κι η ελπίδα κοιμάται, στη λήθη…
    Τα χέρια μου παραμένουν καθαρά
    τεντωμένα στον έναστρο Ουρανό, σταθερά.
    Αν καταφέρει η σκέψη μου να φτάσει σε εσάς
    στου ύπνου την ώρα. Μιας ξεχασμένης χαράς

    Η ύπαρξη θέλουν να είναι μια αιώνια Φθινοπωρινή βροχή
    και η θύελλα των στεναγμών στον Άνεμο κρυμμένη
    Τα δάκρυα να πλένουν τα μάρμαρα, για να διατηρούνται λευκά´
    Στη νεκρή Πολιτεία
    Σκόνη από χιλιάδες χρόνια
    συσσωρευμένα σε ότι είδαν τα μάτια μου μία φορά
    Αποκρύπτοντας
    για να μην χαθεί
    η αύρα
    ακόμα και η σιωπή
    Υπολείμματα. Από άλλη ζωή.

    Υπήρχε μια εποχή που ο πόλεμος έγινε τίποτα περισσότερο απ’ ότι ήταν
    Που για την ώρα σταμάτησε. Ο λόγος;

    Για να καθαριστεί από το τόσο αίμα της σήψης ο θρόνος.

    Η ελευθερία συναίσθημα φέρνει
    το αεράκι το μάγουλο γδέρνει
    με βαριές αλυσίδες είναι δεμένη
    μετρώντας τις αμαρτίες του διαβόλου
    και τις σκιές που πλέον χορεύουν στο φως του πρωινού .

    Η ασπίδα τώρα είναι πιο φωτεινή.
    Για όσους συνεχίζουν να την κρατούν
    για εκείνους που τον πόνο δεν τον μαρτυρούν
    σε γυάλινους κόσμους
    αλλοπρόσαλλων συμπεριφορών
    κάθε τύπου νοθευμένου παρόν.
    Για εμάς που συνεχίζουμε. Στο μονοπάτι.
    Που αντί να τρέχει…στεγνώνει, ο Ήλιος, την πληγή και το δάκρυ.
     
  5. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ιωάννα Βακάλη, “Η μαμά ή μανιφέστο μιας παρ’ ολίγον πουτάνας” (απόσπασμα)

    Απόσπασμα από την αρχή του βιβλίου:

    Ωρες ώρες αγωνιώ. Αγωνιώ για το μέτρο που πρέπει να ακολουθήσω. ΄Όλοι έχουν ένα μέτρο. Η ζωή το παρέχει σε όσους το έχουν ανάγκη. Καμιά φορά ανησυχώ αν είμαι καλή. Εμπιστεύομαι όμως το καθρέφτισμά μου στα μάτια των γέρων και των παιδιών. Όταν τα βλέμματα συνωμοτούν με την αλήθεια. Περιπλανιέμαι σε δρόμους και κρεβάτια. Αφήνω τους ανθρώπους να με γεύονται. Δίνομαι στον καθένα. Σαν να είναι μοναδικός. Όταν είναι άσχημα είναι σαν να κυλιέμαι με τα τέσσερα στη λάσπη. Όταν είναι ωραία είναι σα να κάνω έρωτα με όλο το σύμπαν. Σαν να δίνομαι στη μητέρα γη. Σαν να είμαι η μητέρα γη. Όταν το κορμί μου μυρίζει σάρκα –άλλη σάρκα, νιώθω να διπλασιάζομαι. Νιώθω να ζω δύο ζωές, και άλλες τόσες και άλλες τόσες. Ο θεός μου ψιθυρίζει σε συχωρώ, σε συχωρώ συνέχισε έτσι. Πάρε τους όλους. Δώσου. Το μυαλό δε σταματάει ποτέ. Ψάχνει ανθρώπους να το καταλάβουν. Το δόλωμα είναι η σάρκα. Και ύστερα ζητάω και άλλα. Ζητάω δέσιμο. Δέσιμο. Όχι δέσμιο, όχι δεσμό. Οι άλλοι με θέλουν κτήμα τους. Με κυνηγούν, με αλυσοδένουν, σφιχτά κι εγώ πνίγομαι, πνίγομαι και δεν πρέπει να τους το πω. Γιατί θα τους πληγώσω, γιατί θα μου φύγουν. Ψάχνω το όμορφο. Ψάχνω το καλύτερο. Ψάχνω ψυχές να ενωθώ για να χαμογελάω. Αλλά μεγάλωσα τόσο πολύ και τίποτα δεν μου είναι αρκετό. Είμαι παιδί, είμαι γυναίκα, είμαι μητέρα, είμαι πουτάνα. Τα νύχια μου μακραίνουν. Τα τρώω. Δοκιμάζω γεύσεις. Δοκιμάζω αρώματα. Αισθήσεις. Κάτι, λέω στον εαυτό μου, θα με κρατήσει. Κάτι θα με κάνει να κοιμηθώ ήρεμα σε μια αγκαλιά. Να μη σκέφτομαι το σύμπαν που με περιμένει. Κοιμάμαι ανήσυχα τελευταία. Τρώω παράξενα. Στο δρόμο μιλάω μόνη μου. Όταν είμαι στο λεωφορείο σκέφτομαι σαν τρελή. Νομίζω ότι το κεφάλι μου θα εκραγεί. Κοιτάζω το πρωινό φεγγάρι. Αυτό που κανείς δεν κοιτάει. Είναι τόσο ταπεινό. Σαν ένα κομμάτι σύννεφο. Κι όμως είναι αστέρι. Το αγαπημένο μου. Με ακολουθεί σε όλη τη διαδρομή. Δεν παίρνω τα μάτια μου από πάνω του. Οι άνθρωποι κάνουν πως δε με βλέπουν. Όταν με κοιτάξουν, κοιτάζουν αυτό που βλέπω με τόση επιμονή. Κοιτάζουν και αυτοί. Δεν καταλαβαίνουν. Δε βλέπουν τίποτα στον ουρανό. Γι αυτούς είναι απλά μέρα. Κατεβαίνω και μπαίνω στο μετρό. Το φεγγάρι έχει χαθεί. Κανένα γήινο στοιχείο. Ξαφνικά μένω μόνη. Είμαι μόνο εγώ Γη. Είμαι ποτάμι, είμαι φωτιά. Τώρα ξαφνικά όλα τα μάτια τους είναι πάνω μου. Αλλά πάλι δεν καταλαβαίνουν γιατί. Θα φταίει νομίζουν το στήθος μου. Θα φταίνε τα μεγάλα μου μάτια. Που να ήξεραν ότι είναι η συζήτηση με το φεγγάρι. Φτάνω στον προορισμό μου. Κάνω το περπάτημά μου να φαίνεται. Χώνω τα πέλματα μου στο ξεκίνημα της γης. Κι ας είναι πολύ πιο κάτω. Κι ας μη μυρίζω πουθενά το χώμα. Παλεύω με τις μυρωδιές της πόλης. Οι καλύτερες είναι αυτές των ανθρώπων. Μερικοί μυρίζουν άσχημα, μερικοί μυρίζουν γέλιο. Τους ακολουθώ. Τους κοιτάζω και το λέω με τα μάτια. Τους ρωτάω. Ο θεός εσένα τι σου ψιθύρισε; Θέλεις να κάνουμε έρωτα; Οι περισσότεροι δεν καταλαβαίνουν. Νομίζουν ότι είμαι τρελή. Μου γυρίζουν την πλάτη. Ή γυρνάνε το βλέμμα αλλού. Αλλά δεν ξέρουν ότι εγώ καταλαβαίνω ότι είναι πια δικοί μου. Ότι όσο βρίσκονται στην ακτίνα μου, θα είναι αιχμαλωτισμένοι. Κοιτάζω τα παιδιά. Κοιτάζω τους γέρους. Κοιτάζω αντρικά χέρια, γυναικεία στήθη, ακούω τις φωνές τους. Καμιά φορά μιλάνε υπερβολικά δυνατά. Καμιά φορά βάζουν βαριά αρώματα. Χάνουν το μέτρο. Αλλά όχι όπως εγώ. Είναι διαφορετικό. Πάω στο μπαρ. Μπορώ να μυρίσω ανάμεσα στο πόδια καθενός. Φυσικά δεν το γνωρίζουν. Κάθονται, μιλούν, κοιτάζονται, χορεύουν, σιγοτραγουδούν. Μου αρέσουν. Μου αρέσει εδώ. Όχι πάντα, αλλά τώρα μου αρέσει. Πηγαίνω στην τουαλέτα. Κατουράω ό,τι ρούφηξα από αυτούς. Τα αρώματά τους και τους χυμούς τους. Παίρνω άλλο αέρα. Γυρίζω και αρχίζω το ποτό μου. Αν είναι καθαρό με φτιάχνει. Αν είναι νοθευμένο, με μπερδεύει. Μεθάω όπως και να χει. Διαλέγω έναν, όχι απαραίτητα τον καλύτερο και φεύγω. Σε ξενοδοχεία, σε σπίτια, να μυρίσω καινούργιες μυρωδιές από κοντά. Από πολύ κοντά. Και να δοθώ. Όπως ξέρω να δίνομαι.

    Και έτσι ξαναρχίζει η ιστορία.
     
  6. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  7. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Εγώ είμαι ανοίξτε
    Τα τετράγωνα του αέρος σπάζουν με τη σειρά τους
    Από καιρό πια δεν υπάρχουν καθρέφτες
    Και οι γυναίκες καμώνονται μέρα και νύχτα πως δεν είναι τόσο ωραίες
    Όταν πλησιάζουν τα πουλιά που πρόκειται να καθίσουν στον ώμο τους
    Γέρνουν πίσω το κεφάλι απαλά χωρίς να κλείσουν τα μάτια
    Το παρκέτο και τα έπιπλα στάζουν αίμα
    Μια αράχνη στέκει στο κυανό της δίχτυ επάνω σ’ ένα άδειο πτώμα
    Παιδιά κρατώντας ένα φανάρι προχωρούν μέσα στα άλση
    Ζητούν από τα φύλλα τον ίσκιο των λιμνών
    Μα οι σιωπηλές λίμνες ασκούν μεγάλη έλξη
    Τώρα πια δεν φαίνεται στην επιφάνεια παρά ένα μικρό φανάρι που χαμηλώνει
    Στις τρεις πόρτες του σπιτιού είναι καρφωμένες τρεις άσπρες κουκουβάγιες
    Την ανάμνησιν των ερώτων της ώρας
    Η άκρη των φτερών τους είναι χρυσωμένη σαν τις χάρτινες κορόνες
    που πέφτουν στροβιλιζόμενες από τα νεκρά δένδρα
    Η φωνή αυτών των μελετών βάζει γαϊδουράγκαθα στα χείλη
    Κάτω από το χιόνι το αλεξικέραυνο γοητεύει τα γεράκια.

    Μετάφραση Ανδρέας Εμπειρίκος
    Andre Breton
     
  8. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  9. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    "Mouth Mantra"

    My throat was stuffed
    My mouth was sewn up
    Banned from making noise
    I was not heard

    Remove this hindrance
    My throat feels stuck
    I was not allowed
    I was not heard

    There is vocal sadness
    I was separated
    From what I can do
    What I'm capable of

    Need to break up
    Vicious habits
    Do something
    I haven't done before

    In vow of silence
    Explore the negative space
    Around my mouth
    It implodes
    Black hole
    With jaw fallen in
    In fallen jaw
    Jaw fallen in
    I am not hurt

    This tunnel has enabled
    Thousands of sounds
    I thank this trunk
    Noise pipe

    I have followed a path
    That took sacrifices
    Now I sacrifice this scar
    Can you cut it of

     
  10. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    «ΣΙΓΑ ΜΗΝ ΤΡΕΜΕΙΣ…»

    «Σιγά μην τρέμεις…»
    είμαστε των παλαιών ερώτων οι φωνές
    όχι αυτών που σου άλλαζαν τη ζωή
    και βρισκόσουν ξαφνικά σ’ άλλες κάμαρες
    να προσκυνάς άλλα αγάλματα
    αλλ’ εκείνων των ερώτων των μικρών
    που για μια μόνο στιγμή
    σ’ έκαναν να κοιτάς ψηλά
    μ’ ουράνια οικειότητα
    ενώ κάτι άταχτα μονοκοτυλήδονα
    – το γελάκι, η ματιά–
    σ’ έκαναν να ξεχνάς τ’ αειθαλή αγκάθια
    του κάκτου χρόνου.
    Έρωτα μικρέ, της τελευταίας στιγμής
    ακούμπα σ’ έναν ώμο φανατικά θνητό
    ακούμπα στο κενοτάφιο των ονείρων.


    Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ
     
  11. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Σπουδή

    Όμορφα που είναι να είσαι βιβλιοθήκη
    ή και εργαστήριο
    να εισέρχεται η επιστήμη με τα λευκά
    και τα πλαστικά καλύματα στο κεφάλι
    να πλένει τα χέρια της κατά την είσοδο
    και την έξοδο
    να πλουτίζει η γνώση
    και να γεμίζουν οι βιβλιοθήκες
    με εγχειρίδια αποστειρωμένου έρωτος
     
  12. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Συναστρία του ελέους και του σκότους

    Παράφρων της οικειότητας αισχροκαιρεί
    επενδύοντας ευθύνη στην απολέπιση
    ανήμερου δέρματος από κάθε λέξη
    που δεν θα ήταν πρόσκρουση
    που δεν θα θώπευε τους γλουτούς
    της τέχνης με εκρήξεις ελέους
    εντολών και ραπισμάτων
    πρωτοφανούς τρυφερότητας
    επί εδάφους
    μαρμαρόστρωτης ψυχικής ανοσίας
    Η ανοησία ως χάπι της επόμενης ημέρας
    ηλιολουζόμενης όπως έλαχε
    ενώ συνεχίζεται το ανοσιούργημα
    πλάι από τον πεσμένο κι άψυχο
    Cendrier