Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Κινηματογράφος

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ricardo, στις 28 Φεβρουαρίου 2006.

Tags:
  1. Nesaea

    Nesaea Guest

    Απάντηση: Κινηματογράφος

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  2. vautrin

    vautrin Contributor




    enet.gr, 01:30 Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

    Addio εντιμότατε φίλε

    O μετρ της ιταλικής κωμωδίας Μάριο Μονιτσέλι αυτοκτόνησε χθες στη Ρώμη. Όπως μετέδωσε το πρακτορείο Ansa, επικαλούμενο νοσοκομειακές πηγές, ο 95χρονος έδωσε τέλος στη ζωή του, πέφτοντας από το παράθυρο του νοσοκομείου Σαν Τζοβάνι, όπου νοσηλευόταν.
    Γεννημένος το 1915 στο Βιαρέτζο της Τοσκάνης, όπου πέρασε την παιδική του ηλικία, θεωρείται πατέρας της ιταλικής κωμωδίας.

    Η σειρά ταινιών του "Οι Εντιμότατοι φίλοι μου" (1975) με πρωταγωνιστές τον Ούγκο Τονιάτσι και τον Φιλίπ Νουαρέ, για τις περιπέτειες μίας παρέας τεσσάρων φίλων που έκαναν τη διασκέδαση τρόπο ζωής, παραμένει ακόμη στον κολοφώνα της ιταλικής κωμωδίας και μία από τις καλύτερες ταινίες του.

    Προτάθηκε τρεις φορές για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας για τα έργα του "Ο Μεγάλος Πόλεμος", "Οι σύντροφοι" και "Το κορίτσι με το πιστόλι"

    Αξέχαστες παραμένουν οι ταινίες του ο "Ο Κλέψας του Κλέψαντος" (1958) με τους Βιτόριο Γκάσμαν, Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και Κλαούντια Καρντινάλε, "Ιστορίες της Κλειδαρότρυπας", "Κωμωδία αλά ιταλιάνα" και "Οι Γενναίοι του Μπρανκαλεόνε".

    Συνεργάστηκε με τους σπουδαιότερους Ιταλούς ηθοποιούς και γύρισε συνολικά 65 ταινίες. Εργάστηκε επίσης στο θέατρο και την τηλεόραση.

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  3. Nesaea

    Nesaea Guest

    Απάντηση: Κινηματογράφος

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  4. Απάντηση: Κινηματογράφος

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  5. tyfeas

    tyfeas In Loving Memory

    Απάντηση: Κινηματογράφος

    οικειες καταστασεις...



     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  6. Georgia

    Georgia Owned Contributor

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  7. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Κινηματογράφος

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  8. vautrin

    vautrin Contributor




    «Αναπαράσταση»

    Η πρώτη ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου Μια σύγχρονη ρεαλιστική τραγωδία Μπορεί να συµβεί και σήµερα

    Του Δημήτρη Δανίκα ΤΑ ΝΕΑ 16/12/2010

    Από το 1970, όταν πρωτοβγήκε, µέσα στις τρεις top στιγµές του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Η ασπρόµαυρη «Αναπαράσταση» φυσικά. Η πιο λιτή και ταυτόχρονα ρεαλιστική του σκηνοθεσία. Μακάρι τώρα να επιστρέψει σε αυτή. Με την ευκαιρία της επανακυκλοφορίας αυτής της πρώτης µεγάλου µήκους ταινίας του, επιστροφή στο παρελθόν. Εχει σηµασία αυτό. Να θυµηθούµε την κληρονοµιά των λησµονηµένων, µεγάλων καλλιτεχνικών στιγµών µας. Θυµίζω την ιστορία. Σε κάποιο αποµονωµένο, ερηµωµένο, ξεχαρβαλωµένο από την µετανάστευση χωριό της Ηπείρου. Μια γυναίκα (η Ελένη) σχεδόν χωρισµένη αφού ο άντρας της λείπει χρόνια στη Γερµανία, «κοιµάται» παράνοµα µε έναν άντρα. Οταν ο σύζυγος επιστρέψει σαν ζωντανό πτώµα από τα γερµανικά κάτεργα εργασίας, τότε εκείνη µε τον εραστή της αποφασίζουν να τον βγάλουν από τη µέση. Η αρχή µιας πολλαπλής οικογενειακής, κοινωνικής και πολιτικής τραγωδίας.

    Με αντικειµενικούς όρους και χωρίς ίχνος φανατισµού, η «Αναπαράσταση» ισοδύναµη µε τις κορυφαίες στιγµές του ιταλικού νεορρεαλισµού. Και ακόµα πιο πέρα. Γιατί το µελόδραµα είναι συνώνυµο του ιταλικού σινεµά. Ο Αγγελόπουλος όµως, εκτός από ευαισθησία, ζητούσε επιτακτικά από τον θεατή τη δική του διανοητική επεξεργασία.

    Ο φακός κοντά στα πρόσωπα. Με άξονα τη Γυναίκα. Και µε αντίθεση – ακραία – µια ανυπεράσπιστη, απελπισµένη γυναίκα απέναντι στην ψυχρή, ανάλγητη εξουσία. Ποιος ο ηθικός αυτουργός αυτού του φονικού, που φιλοξενείται στα ψιλά των εφηµερίδων; Τρία τα δεδοµένα που παραδίδουν το περιστατικό προς µελέτη από την Ψυχιατρική, την Κοινωνιολογία και τηνΠολιτική. Το πρώτο, η µαζική µετανάστευση. Οσο έρηµη, µελαγχολική, εγκαταλειµµένη και µαύρη είναι η Ελλάδα, άλλο τόσο και η ψυχούλα αυτής της Ελένης (Τούλα Σταθοπούλου). Το δεύτερο, η φαλλοκρατία. Μαζί σχεδιάζουν το έγκληµα. Μαζί το εκτελούν, αλλά στην κρίσιµη στιγµή της ανάκρισης ο Χρήστος (Γιάννης Τότσικας) ρίχνει ολόκληρη την ευθύνη πάνω στην Ελένη. Ανατριχιαστική η σκηνή. Το ίδιο ανατριχιαστική και η σκηνή της ερωτικής πράξης στο δωµάτιο ενός ξενοδοχείου. Το αρσενικό πάνω στο θηλυκό χωρίς ίχνος αισθήµατος. Αληθινός έρωτας µηδενικός. Ανίκανοι και ανήµποροι να αντιληφθούν την κατάστασή τους, βρίσκουν προσωρινή διέξοδο στο κρεβάτι. Νεκρός ο σύζυγος, νεκρός έρωτας, «νεκροί» εραστές. Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου. Το τρίτο, η εξουσία. Ο ανακριτής µε ψυχρό ύφος µικροβιολόγου που εξετάζει άψυχα σταγονίδια, έχει βγάλει από την τσέπη του την τελική ετυµηγορία.

    Ο Αγγελόπουλος ανατέµνει την Ελλάδα του ‘60 µε αισθητικούς, εικαστικούς όρους και ελάχιστους διαλόγους. Το σινεµά είναι εικόνα. Στοιχειώδες. Ο πρώτος φόνος (αυτός του συζύγου) συντελείται πίσω από την πόρτα. Ο θεατής σκηνοθετεί τον φόνο µε τη φαντασία του. Συµµέτοχος και συνένοχος. Ενας φόνος ατοµικός, µικρός, συνηθισµένος. Αντίθετα, οι µεγάλοι φόνοι _ µετανάστευση, ερήµωση, καθυστέρηση _ συντελούνται µπροστά στα µάτια µας. Το Ατοµο θύµα των αδιεξόδων του. Η κοινωνία θύµα της εξουσίας. Η Ελένη σκοτώνει τον άντρα της. Η εξουσία τη χώρα. Ποιος ο πραγµατικός δολοφόνος; Ποιο το θύµα; Εξαιρετικό!


     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  9. vautrin

    vautrin Contributor




    Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

    Υπεράσπισε με «Ποίηση» ένα βιασμένο κορίτσι

    Του ΝΙΝΟΥ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗ

    Το 2007, ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης Τσανγκ-ντονγκ Λι μας είχε εντυπωσιάσει στις Κάνες με την εξαιρετική ταινία του «Κρυφή λιακάδα», γύρω από την τραγωδία μιας νέας γυναίκας, που χάρισε και στην εξαιρετική πρωταγωνίστριά του, Τζέον Ντο-Γέον, το βραβείο ερμηνείας.

    Σήμερα, ο 50χρονος συγγραφέας και σκηνοθέτης (στράφηκε στη σκηνοθεσία στα 43 χρόνια του) επιστρέφει με μια το ίδιο εξαιρετική ταινία, την «Ποίηση», που στο τελευταίο φεστιβάλ των Κανών κέρδισε το βραβείο σεναρίου.

    Ηρωίδα είναι η Μίγια, μια 60άρα, με προβλήματα μνήμης, γυναίκα (έξοχη ερμηνεία από την Τζέονγκ-Χι Γουν), που ζει με το νεαρό εγγονό της σε μια επαρχιακή πόλη της Νότιας Κορέας. Κάποια στιγμή η Μίγια, θέλοντας να βρει κάποιο νόημα στη ζωή της αλλά και να γλιτώσει από το Αλτσχάιμερ που την απειλεί, αποφασίζει να παρακολουθήσει μαθήματα ποίησης. Ταυτόχρονα, θ' ανακαλύψει πως ο εγγονός της, μαζί με άλλους πέντε συμμαθητές του, έχουν βιάσει ομαδικά μια συμμαθήτριά τους και την έχουν οδηγήσει στην αυτοκτονία. Ενώ, όμως, η διεύθυνση του σχολείου και οι μητέρες των άλλων παιδιών προσπαθούν να καλύψουν το σκάνδαλο, η Μίγια αρνείται.

    Αυτή την ιστορία χρησιμοποιεί ο Λι για να φτιάξει την ελεγειακή, με λεπτούς τόνους, έξοχη ταινία του, από τις καλύτερες που θα δούμε φέτος στην Ελλάδα. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε την προβολή της, ο Λι μίλησε για τους στόχους του.

    Γιατί ο τίτλος «Ποίηση»;

    «Ολα ξεκίνησαν πριν από μερικά χρόνια, όταν διάβασα μια ιστορία για τον βιασμό μιας μαθήτριας από ομάδα συμμαθητών της. Ολοι, γονείς, αστυνομία, τοπικές αρχές και μίντια, ήθελαν να την κουκουλώσουν. Σκεφτόμουν πάντα την ιστορία αυτή και ήθελα να γράψω ένα σενάριο αλλά δεν ήξερα πώς. Κάποτε, ενώ βρισκόμουν σ' ένα ξενοδοχείο στην Ιαπωνία, είδα στην τηλεόραση ένα τουριστικό ντοκιμαντέρ με όμορφα βουκολικά τοπία, που συνοδευόταν από μια ωραία, ήρεμη μουσική. Τότε μου ήρθε στη σκέψη η λέξη "ποίηση". Μου φάνηκε πως μια ταινία γύρω από ένα τόσο ειδεχθές έγκλημα δεν μπορούσε παρά να έχει έναν τέτοιο τίτλο».

    Πιστεύετε πως σήμερα η ποίηση μπορεί να παίξει ρόλο στη ζωή μας;

    «Η ποίηση είναι κάτι περισσότερο από ένα λογοτεχνικό είδος. Είναι ό,τι είναι αόρατο, ό,τι δεν μπορούμε να λογαριάσουμε με χρηματική αξία... Η ποίηση είναι ο κόσμος, η ζωή. Οσο άσχημη κι αν είναι η εξωτερική ζωή μας, υπάρχει πάντα κάτι το όμορφο μέσα μας. Σίγουρα ζούμε σε μια εποχή όπου η ποίηση αργοπεθαίνει. Μερικοί θλίβονται γι' αυτό, ενώ άλλοι δηλώνουν πως της αξίζει να πεθάνει. Παρ' όλα αυτά, οι άνθρωποι εξακολουθούν να διαβάζουν και να γράφουν ποιήματα. Μας βοηθάνε να δούμε τον κόσμο διαφορετικά. Κάτι που κάνει και ο κινηματογράφος. Μερικές ταινίες μας κάνουν να βλέπουμε τον κόσμο διαφορετικά, άλλες να βλέπουμε αυτό που θέλουμε κι άλλες μας εμποδίζουν να βλέπουμε το οτιδήποτε. Είναι και ένα ερώτημα που θέτω στον εαυτό μου ως σκηνοθέτης: τι σημαίνει να γυρίζω ταινίες σε μια εποχή όπου έτσι κι αλλιώς ο κινηματογράφος πεθαίνει;»

    Υπάρχουν πράγματα που δεν αποκαλύπτετε στην ταινία, όπως αν η Μίγια καταδίδει τον εγγονό της στην αστυνομία ή τι της συνέβη στο φινάλε της ταινίας. Γιατί;

    «Ηθελα να φτιάξω ένα είδος μεσαιωνικού ηθικοπλαστικού δράματος. Ν' αφήνω το θεατή να δώσει τη δική του απάντηση. Σχετικά, πάντως, με το ανοιχτό φινάλε, κάνω μια νύξη με τη ροή του ποταμού, εκεί όπου έχει βρεθεί το πτώμα του κοριτσιού και όπου κάποια στιγμή πάει και στέκεται η Μίγια. Αυτό υποβάλλει συναισθηματικά πως η Μίγια έχει δεχτεί για τον εαυτό της την ίδια τύχη με εκείνη του νεκρού κοριτσιού -εξάλλου αυτό υποβάλλεται και με το ποίημα που γράφει η Μίγια και που είναι όσα θα ήθελε να πει στον κόσμο το νεκρό κορίτσι».

    Πώς αντιμετωπίστηκε η ταινία στη Νότια Κορέα;

    «Οχι και τόσο καλά, όπως οι άλλες μου ταινίες. Εκοψε μόνο 200 χιλιάδες εισιτήρια. Αλλά δεν μπορείς να περιμένεις περισσότερα εισιτήρια από μια ταινία που τιτλοφορείται "Ποίηση". Πρέπει όμως να σας πω και κάτι άλλο: η Επιτροπή Κινηματογράφου της Κορέας, που χρηματοδοτεί τις ταινίες, έδωσε μηδέν βαθμό στο σενάριό της! Ενώ οι Κάνες την επέλεξαν για το διαγωνιστικό τους τμήμα. Ισως να ήθελε η κυβέρνηση να με εκδικηθεί επειδή παλιότερα ήμουν υπουργός Πολιτισμού».

    Τι κάνατε ως υπουργός Πολιτισμού;

    «Θέλησα να στηρίξω την εγχώρια κινηματογραφία αφήνοντας όμως τους σκηνοθέτες ελεύθερους, χωρίς να επεμβαίνω στη δουλειά τους. Θέλησα απλώς να δημιουργήσω το κατάλληλο κλίμα για να μπορούν να δουλέψουν ανενόχλητοι -αυτό δεν είχε καμιά σχέση με τα χρήματα που θα έπαιρναν. Η θέση μου, όμως, χειροτέρεψε όταν οι Αμερικανοί ζήτησαν να ελέγχουν την αναλογία (quota) των κορεατικών ταινιών που παίζονται στις αίθουσες, για να μπορούν να διανέμουν ανενόχλητα τις δικές τους. Τους το αρνήθηκα και αναγκάστηκα να παραιτηθώ».

    Πώς βλέπετε το μέλλον του κορεατικού κινηματογράφου;

    «Ολοι ζητάνε ταινίες που να βγάζουν λεφτά στο μποξ-όφις, αλλά αυτό γίνεται σε βάρος της δημιουργίας».
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  10. vautrin

    vautrin Contributor











    Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

    Πέθανε ο μπαμπάς του «Ροζ Πάνθηρα»

    Ο πληθωρικός και αντισυμβατικός σκηνοθέτης Μπλέικ Εντουαρντς μας αποχαιρέτησε στα 88 του

    Ο πιο φινετσάτος, αλλά και ο πιο «αριστοφανικός» και «αναρχικός» Αμερικανός σκηνοθέτης κωμωδιών, που έμειναν στην ιστορία του κινηματογράφου, ένας πραγματικός θρύλος του παγκόσμιου σινεμά, ο Μπλέικ Εντουαρντς πέθανε χθες στα 88 του χρόνια.


    Το ταλέντο του, εμποτισμένο με την ικανότητα να χρησιμοποιεί κλασικούς κώδικες του λαϊκού θεάματος, να δανείζεται στοιχεία από διαφορετικές κινηματογραφικές «γλώσσες» και όλα αυτά να τα εκσυγχρονίζει, να τα φέρνει στα μέτρα του και να τα απογειώνει σε ένα ολοδικό του ύφος, έκανε την κινηματογραφική του γραφή αναγνωρίσιμη σ' όλο τον κόσμο.

    Κάθε ταινία του και μια επιτυχία. Ενδεικτικά μόνο ας αναφέρουμε το περίφημο «Πρόγευμα στο Τίφανις», με την ηγερία της κομψότητας Οντρεϊ Χέπμπορν (1961), τον «Ροζ Πάνθηρα» (1963), αλλά και όλη την κινηματογραφική σειρά με ήρωα τον Επιθεωρητή Κλουζό, ερμηνευμένο από τον εκπληκτικό Πίτερ Σέλερς και με την κλασική πια μουσική του Χένρι Μαντσίνι, «Τι έκανες στον Πόλεμο Μπαμπά» (1966), «Το Πάρτι» (1968), «Βίκτορ-Βικτόρια» (1982) και μια σειρά από πραγματικά αξεπέραστες κωμωδίες, που δεν χάνουν τη φρεσκάδα τους όσες φορές και όσα χρόνια μετά και αν τις δει κανείς.

    Η Ακαδημία των Οσκαρ πρόλαβε τουλάχιστον να αποκαταστήσει το 2004 μια μεγάλη αδικία και να του χαρίσει το πρώτο και μοναδικό Οσκαρ της καριέρας του, ένδειξη τιμής και αναγνώρισης για το σύνολο του έργου του.

    Γεννημένος το 1922 στην Οκλαχόμα, γιος θεατρικού σκηνοθέτη, ξεκίνησε την πορεία του στο θέαμα τη δεκαετία του '40 ως ηθοποιός. Γρήγορα αφοσιώθηκε, όμως, στη συγγραφή ραδιοφωνικών σεναρίων, επινοώντας τον ντετέκτιβ «Ρίτσαρντ Ντέιμοντ», έναν ήρωα που αμφισβήτησε την παντοκρατορία του Φίλιπ Μάρλοου, διαθέτοντας επιπλέον το υπέροχο χιούμορ που θα εξασκούσε αργότερα ο Εντουαρντς στο σινεμά.

    Δεν σκηνοθέτησε μόνο κωμωδίες, αλλά και γουέστερν, πολεμικές ταινίες και μερικά δράματα με πιο γνωστό το «Days of wine and roses».

    Είχε παντρευτεί δύο φορές, αλλά σχέση-ζωής αποδείχτηκε αυτή με τη δεύτερη σύζυγό του, την Τζούλι Αντριους, με την οποία ήταν ζευγάρι από το 1969, μεγαλώνοντας πέντε παιδιά (τρία από τους προηγούμενους γάμους τους και δύο ορφανά από το Βιετνάμ, που υιοθέτησαν). Η Αντριους πρωταγωνιστούσε βέβαια στην εμπνευσμένη από το «Κλουβί με τις Τρελές» κωμωδία «Βίκτορ-Βικτόρια».
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  11. vautrin

    vautrin Contributor





    Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

    Ρούντι Ντούτσκε και Τουίγκι

    Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ

    Δύο «σκληρές» δεκαετίες, του '60 και του '70, έφεραν τα πάνω-κάτω στις νεανικές κουλτούρες. Μέσα σ' αυτές γεννήθηκαν και έζησαν τα γένια, τα μακριά μαλλιά, τα σκισμένα τζιν, η ροκ μουσική, τα ναρκωτικά. Εν τούτοις, αυτά τα παιδιά βρέθηκαν ανάμεσα στην αμφισβήτηση και στη νέα εποχή του καταναλωτισμού.
    Γιατί μαζί με τα βιβλία του Μαρξ, που κουβαλούσαν στις ξεφτισμένες στρατιωτικές τους τσάντες, κρατούσαν στο χέρι ένα μπουκάλι κόκα κόλα για να ξεδιψάσουν. Την ώρα που η παλαιά Ευρώπη πέθαινε, θάβοντας με τις νεανικές επαναστατημένες φωνές τις μεταπολεμικές της προκαταλήψεις και ενοχές, μία νέα δύναμη, η Αμερική, έδειχνε τη γοητεία της. Μόνο που αυτή η γοητεία δεν είχε αμφισβητησιακό χαρακτήρα, αλλά κυρίως καταναλωτικό.

    Αυτό το πηγαινέλα μεταξύ επανάστασης και κατανάλωσης διερευνά ο συλλογικός τόμος με τον ζωντανό τίτλο «Ανάμεσα στον Μαρξ και στην Coca - Cola. Νεανική κουλτούρα και κοινωνική αλλαγή, 1960 - 1980» (μτφρ.: Νίκος Ζαρταμόπουλος, εκδόσεις Κασταλία). Τον υπογράφουν ως επιμελητές ο Αξελ Σιλντ, καθηγητής νεότερης ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, και ο Ντέτλεφ Ζίγκφριντ, αναπληρωτής καθηγητής νεότερης γερμανικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης.

    Το κόνσεπτ του εγχειρήματος, όπως και ο τίτλος του οφείλουν πολλά στην ταινία του Γάλλου μοντερνιστή κινηματογραφιστή Ζακ-Λικ Γκοντάρ, «Αρσενικό - Θηλυκό: Τα παιδιά του Μαρξ και της Coca Cola». Σ' αυτήν έχουμε την ερωτική ιστορία δύο «παιδιών του '60», ενός νεαρού που «τρώγεται» για ν' αλλάξει την κοινωνία και μιας ποπ τραγουδίστριας. Η ταινία, η οποία αναμειγνύει στοιχεία από το σινεμά μυθοπλασίας και το ντοκιμαντέρ, θέτει το πρόβλημα: Πού αρχίζει η επανάσταση; Κι όταν τελειώνει, πότε αρχίζει το πέρασμα στην κατανάλωση;

    «Η ταινία», σχολιάζουν οι δύο πανεπιστημιακοί επιμελητές, «είναι απόλυτα επιτυχημένη ως πολιτικό σχόλιο του καιρού της και ως ντοκουμέντο μιας εποχής, γιατί ιδιοφυώς κατονόμασε τις κοινωνικές σφαίρες που κυριαρχούσαν εκείνη την περίοδο λόγω των εντάσεων τις οποίες προκαλούσαν. Το επιστημολογικό παράδειγμα "Μαρξ" αντιπροσώπευε την αναγέννηση της πολιτικής σφαίρας, ενώ η "Coca - Cola" απηχούσε την αυξανόμενη σημασία της κανανάλωσης».

    Την αμηχανία του μπροστά στον διχασμό ανάμεσα στην επανάσταση και στην κατανάλωση τη μυρίστηκε πρωίμως σ' ένα τεύχος του 1967 το γερμανικό περιοδικό «Σπίγκελ», προτού, δηλαδή, ξεσπάσει το κορυφαίο γεγονός, η εξέγερση του γαλλικού Μάη του '68: «Το θέαμα έχει κάτι που σε μπερδεύει. Οι συμμετέχοντες είναι καταναλωτές και ταυτόχρονα διαδηλωτές, μια ναρκισσιστικά ομφαλοσκοπούσα και ταυτόχρονα στρατευμένη στον ακτιβισμό νεολαία. Chelsea-girls και Ερυθροφρουροί, Rudi Dutschke and Twiggy».

    Το δίδυμο των επιμελητών κωδικοποιεί την αφετηρία της νέας επαναστατικής εποχής των νέων, με την ονομασία «1968», γιατί, για πρώτη φορά, συμβαίνει το εξής παράδοξο για τα ήθη της νεανικής κουλτούρας: «Από τη μία η νεολαία διεκδικούσε την ατομική της αυτοπραγμάτωση όσο ποτέ πριν. Από την άλλη, όμως, η ταχύτατη επέκταση των καταναλωτικών επιλογών εξελισσόταν σε οδηγητική αρχή του κυρίαρχου τρόπου ζωής», εκτιμούν.

    Ετσι ο στόχος της έρευνας των συμμετεχόντων στον τόμο «Ανάμεσα στον Μαρξ και στην Coca - Cola» ήταν, όπως αναφέρεται στην εισαγωγή, «να δώσει μια πολυεπίπεδη εικόνα της νεανικής κουλτούρας στις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες κατά τη διάρκεια μιας μοναδικής περιόδου ιστορικής μετάβασης, η οποία θα ποικίλλει ανάλογα με το φύλο, την περιφερειακή ιδιαιτερότητα, την κοινωνική προέλευση και το επίπεδο εκπαίδευσης». Ο τόμος είναι χωρισμένος στα ακόλουθα πέντε μέρη: Πολιτική και κουλτούρα στη «χρυσή εποχή». Ελεύθερος χρόνος και νέος καταναλωτισμός. Πολιτική διαμαρτυρία. Μεταμορφώσεις του φύλου. Μορφές κουλτούρας, υποκουλτούρας και αντικουλτούρας. *
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  12. vautrin

    vautrin Contributor






    enet.gr, 17:52 Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

    Πέθανε ο σκηνοθέτης Νίκος Παπατάκης

    Ο σκηνοθέτης της «Φωτογραφίας» και των «Βοσκών της συμφοράς», ο αιρετικός Έλληνας της διασποράς Νίκος Παπατάκης, πέθανε το πρωί της Παρασκευής στα 92 του χρόνια στο Παρίσι, όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια.

    Γεννημένος στην Αντίς-Αμπέμπα από Έλληνα πατέρα και μητέρα ντόπια, έζησε τα πρώτα χρόνια του ανάμεσα στην Αιθιοπία και την Ελλάδα. Το 1939 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Ξεκίνησε να δουλεύει κομπάρσος σε ταινίες. Στη συνέχεια έγινε ιδιοκτήτης του περίφημου καμπαρέ «La Rose Rouge», όπου τραγουδούσε η μούσα των υπαρξιστών, Ζιλιέτ Γκρεκό. Ήταν ήδη παντρεμένος με την ηθοποιό Ανούκ Εμέ, με την οποία απέκτησαν μία κόρη, τη Μανουελλα.

    Η πρώτη του ταινία, «Οι άβυσσοι» (1963), βασισμένη στις «Δούλες» του Ζάν Ζενέ, με θέμα τήν ιστοριά τών αδελφών Παπέν που κατακρεούργησαν την κυρία τους, προκάλεσε σκάνδαλο. ΄Το Φεστιβάλ των Κανών μάλιστα αρνήθηκε να την προβάλλει.

    Ακολούθησε το 1967 μία ακόμη τολμηρή ταινία, «Οι βοσκοί της συμφοράς». Το «Gloria Mundi» (1976) είχε θέμα τα βασανιστήρια στην Αλγερία. Κατά τη διάρκεια του αγώνα των Αλγερινών κατά της γαλλικής αποικιοκρατίας είχε δράσει ως «διακομιστής αποσκευών» για το FLN . Επέστρεψε στο σινεμά με τη «Φωτογραφία» (1987), μία από τις πιο ωραίες ελληνικές ταινίες.

    Η τελευταία του ήταν οι «Ισορροπιστές», το 1992.
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014