Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μίλα μου για έρωτα, μίλα μου για αγάπη...

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος gaby, στις 27 Φεβρουαρίου 2014.

  1. vanilla30

    vanilla30 κι αλλο!!

  2. TO ΓΑΤΙΣΙΟ ΜΑΤΙ

    Με μεγάλωσαν εντελώς μόνο κι απ' όσο θυμάμαι, κάθε τι που 'χε σχέση με το σεξ, μου 'φερνε αγωνία. Ήμουν γύρω στα δεκάξι όταν γνώρισα στη παραλία του χωριού Χ. ένα κορίτσι συνομήλικό μου, τη Σιμόν. Οι οικογενειές μας είχανε μακρινή συγγένεια, γι' αυτό και τα πρώτα μας πάρε-δώσε, προχωρήσανε πολύ γρήγορα. Τρεις μέρες μετά τη γνωριμία, βρεθήκαμε μόνοι οι δυο μας στη βίλα της. Φορούσε μαύρη ποδιά μ' άσπρο κολαριστό γιακά. Είχα αρχίσει να συνειδητοποιώ πως το άγχος που μ' έπιανε όταν την έβλεπα, την έπιανε κι εκείνη με μένα, ένα άγχος που τη μέρα κείνη, ήταν ακόμα μεγαλύτερο επειδή έλπιζα πως κάτω από τη ποδιά της ήταν τελείως γυμνή.
    Φορούσε μαύρες μεταξωτές κάλτσες που φτάνανε πάνω από το γόνατο, ακόμα όμως δεν είχα καταφέρει να τη δω μέχρι τον κώλο (αυτή η λέξη, που χρησιμοποιούσαμε πάντα με τη Σιμόν, ήτανε για μένα το πιο ωραίο απ' όλα τα ονόματα του σεξ). Φανταζόμουνα μόνο πως έτσι και σήκωνα λιγάκι τη ποδιά από πίσω, θα 'βλεπα τ' απόκρυφα μέρη της.

    Σε μια γωνιά του διαδρόμου ήταν αφημένο ένα πιάτο με γάλα για τη γάτα.
    -"Τα πιάτα είναι για να καθόμαστε", είπε η Σιμόν. "Τι στοίχημα βάζεις ότι μπορώ να κάτσω μες στο πιάτο";
    -"Βάζω στοίχημα πως δε θα τολμήσεις", απάντησα σχεδόν με κομμένη ανάσα.
    Έκανε αφόρητη ζέστη. Η Σιμόν ακούμπησε το πιάτο σ' ένα σκαμνάκι, στήθηκε μπρος μου και με τα μάτια της καρφωμένα στα δικά μου, κάθισε χωρίς να μπορώ να τη δω κάτω από τη ποδιά και μούσκεψε τους ζεματιστούς γλουτούς της στο δροσερό γάλα. Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι κι άρχισα να τρέμω, ενώ αυτή κοίταζε το σηκωμένο πέος μου που πίεζε από μέσα το πανταλόνι μου. Έμεινα έτσι για λίγο ασάλευτος μπροστά της. Δε κουνήθηκε από τη θέση της και για πρώτη φορά, είδα τη ροδόμαυρη σάρκα της που δροσιζότανε μες στο κάτασπρο γάλα. Καθίσαμε σ' αυτή τη στάση πολλήν ώρα κι είμασταν κι οι δυο συγκλονισμένοι...

    Ξαφνικά σηκώθηκε πάνω κι είδα το γάλα να τρέχει στα μπούτια της και να φτάνει ως τις κάλτσες. Σκουπίστηκε κανονικά μ' ένα μαντίλι, όρθια πάνω από το κεφάλι μου, με το 'να πόδι στο σκαμνάκι κι εγώ έτριβα μ' όλη μου τη δύναμη τον πούτσο μου πάνω από το πανταλόνι, σφαδάζοντας από κάβλα, στο πάτωμα. Έτσι φτάσαμε σχεδόν ταυτόχρονα σ' οργασμό χωρίς καν να 'χουμεν αγγιχτεί. Όταν όμως γύρισε η μητέρα της κι η Σιμόν χώθηκε τρυφερά στην αγκαλιά της, εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία και χωρίς να με δούν, επειδή καθόμουνα σε χαμηλή πολυθρόνα, σήκωσα από πίσω τη ποδιά κι έχωσα, ανάμεσα από τα καφτά της μπούτια, το χέρι μου βαθιά μες στον κώλο της.

    Γύρισα τρέχοντας σπίτι με τη λαχτάρα να τραβήξω κι άλλη μια μαλακία και τ' άλλο βράδι, τα μάτια μου ήτανε τόσο κομμένα, που η Σιμόν, αφού πρώτα με κοίταξε καλά-καλά, έκρυψε το πρόσωπό της στον ώμο μου κι είπε σοβαρά:
    -"Δε θέλω να μαλακιστείς άλλη φορά χωρίς εμένα".

    Έτσι, οι ερωτικές μας σχέσεις μ' αυτό το κορίτσι, άρχισαν να γίνονται τόσο στενές κι αναπόφευκτες που σχεδόν δεν αντέχαμε να περάσει μια βδομάδα χωρίς να ειδωθούμε. Εντούτοις, γι' αυτό το θέμα δεν έχουμε μιλήσει σχεδόν ποτέ. Καταλαβαίνω πως όταν με βλέπει, αισθάνεται αυτό που αισθάνομαι κι εγώ όταν τη βλέπω, μου 'ναι σχεδόν αδύνατον όμως να εξηγήσω αυτό που μας συμβαίνει. Θυμάμαι μια μέρα που τρέχαμε σα παλαβοί με τ' αυτοκίνητο, χτυπήσαμε μια ποδηλάτισσα που θα πρέπει να 'τανε πολύ νέα κι όμορφη. Οι ρόδες του αυτοκινήτου μας, της είχαν κόψει το κεφάλι σε σημείο που της το 'χανε χωρίσει από το σώμα. Μείναμε πολλήν ώρα στ' αυτοκίνητο κοιτάζοντας μερικά μέτρα πιο κάτω, τη σκοτωμένη. Η φρίκη κι η απόγνωση που αισθάνεται κανείς μπροστά σε τόσες σάρκες βουτηγμένες στο αίμα, εν μέρει αηδιαστικές αλλά κι εν μέρει πανέμορφες, δε διαφέρουνε και πολύ απ' αυτό που συνήθως νιώθουμε μεις οι δυο όταν κοιταζόμαστε. Η Σιμόν είναι ψηλή κι όμορφη. Η συμπεριφορά της γενικά είναι πολύ απλή, δεν υπάρχει τίποτα τ' απελπισμένο ούτε στο βλέμμα, ούτε στη φωνή της. Στο σεξουαλικόν όμως, τη πιάνει ξαφνικά τέτοια βουλιμία για κάθε τι που συγκλονίζει, ώστε κι η παραμικρότερη διέγερση των αισθήσεων, κάνει μονομιάς το πρόσωπό της να παίρνει μιαν έκφραση που φέρνει αμέσως στο νου, όλα κείνα που 'χουν να κάνουν με την ουσία της σεξουαλικότητας, το αίμα παραδείγματος χάρη, την ασφυξία, τον αιφνίδιο τρόμο, το έγκλημα, κάθε τι που καταστρέφει επ' άπειρο την ανθρώπινη μακαριότητα κι εντιμότητα. Η πρώτη φορά που την είδα να τη πιάνει αυτή η βουβή και σύγκορμη σύσπαση, (που μ' έπιασε και μένα), ήτανε τη μέρα που 'κατσε στο πιάτο με το γάλα. Η αλήθεια είναι πως δε κοιταζόμαστε ίσια στα μάτια παρά μόνο σε τέτοιες στιγμές, τη γαλήνη όμως και την όρεξη για παιγνίδια τις βρίσκουμε μόνο λίγο μετά τον οργασμό, όταν χαλαρώνουμε.

    Πρέπει να πω πως παρ' όλ' αυτά, πέρασε πολύς καιρός ώσπου να κάνουμε έρωτα, εκμεταλλευόμασταν όμως όλες τις ευκαιρίες για να επιδοθούμε σ' ασυνήθιστες πράξεις. Αυτό δε σημαίνει πως δεν είμασταν ντροπαλοί, κάθε άλλο μάλιστα, όμως κάτι ακατανίκητο μας έσπρωχνε και τους δυο να προκαλούμε ζευγαρωτά την αιδώ με τη μεγαλύτερη ξεδιαντροπιά. Έτσι, πριν καλά-καλά ολοκληρώσει αυτό που μου ζητούσε, δηλαδή να μη ξανατραβήξω ποτέ πια μόνος μου μαλακία, (είμασταν στη κορυφή ενός απότομου βράχου που κρεμότανε πάνω από τη θάλασσα), μου κατέβασε το πανταλόνι, με ξαπλωσε καταγής, μάζεψε ως απάνω τα φουστάνια της, κάθισε στη κοιλιά μου κι αποξεχάστηκε, ενώ εγώ βύθιζα στον κώλο της ένα μου δάχτυλο, που το 'χα προηγουμένως πασαλείψει με το νεαρό μου σπέρμα. Έπειτα γύρισε και ξάπλωσε προς τα μπρος, με το κεφάλι κάτω από το πέος μου, ανάμεσα στα μπούτια μου και σηκώνοντας ψηλά τον κώλο, μετακίνησε το κορμί της προς εμένα που σήκωνα με τέτοιο τρόπο το κεφάλι, ώστε να το φέρω στο ίδιο ύψος με τον κώλο της, έτσι που τα γόνατά της ήρθανε και στηριχτήκανε στους ώμους μου.
    -"Μπορείς να κατουρήσεις προς τα πάνω και να το φτάσεις στον κώλο μου;" με ρώτησε.
    -"Μπορώ" απάντησα, "έτσι που κάθεσαι όμως, θα σου κατουρήσω το φουστάνι και το πρόσωπο".
    -"Ε και;" μ' έκοψεν αυτή αποφασιστικά κι έκανα αυτό που μου 'πε. Δε πρόφτασα όμως να τελειώσω το κατούρημα κι ένα δεύτερο κύμα ξεχύθηκεν από μέσα μου και τη κατάβρεξε, τούτη τη φορά όμως ήταν όμορφο κάτασπρο σπέρμα.

    Στο μεταξύ, η μυρωδιά της θάλασσας μπερδευότανε με τη μυρωδιά των μουσκεμένων εσωρρούχων, των γυμνών μας σωμάτων και του σπέρματος. Είχεν αρχίσει να βραδιάζει κι εμείς είμασταν πάντα σε κείνη την απίθανη στάση, χωρίς ν' ανησυχούμε ή να κουνιόμαστε, οπότε κάποια στιγμή ακούσαμε βήματα στα χόρτα.
    -"Μη κουνιέσαι, σ' ικετεύω", μου 'πε η Σιμόν. Τα βήματα είχαν σταματήσει, δε μπορούσαμε όμως να δούμε ποιος ερχόταν. Και των δυο μας οι ανάσες είχαν κοπεί. Έτσι τουρλωμένος όπως ήταν ο κώλος της, έμοιαζε πράγματι με πανίσχυρη ικεσία, τόσο τέλειος ήταν, με τους δυο στενούς κι αφράτους του γλουτούς, που τους χώριζε το βαθύ σχίσμα στη μέση και δεν είχα καμιά αμφιβολία πως είτε άντρας ήταν αυτός ο άγνωστος, είτε γυναίκα, γρήγορα θα υπέκυπτε στον πειρασμό και θ' αναγκαζόταν, βλέποντας αυτόν τον κώλο, να τραβήξει μιαν αβυσσαλέα μαλακία. Τα βήματα όμως ξανακούστηκαν, πιο βιαστικά τώρα, σχεδόν σα τρέξιμο και ξαφνικά είδα να εμφανίζεται ένα υπέροχο ξανθό κορίτσι, η Μαρσέλ, απ' όλες μας τις φίλες ή πιο αγνή κι η πιο ευάλωτη. Εμείς οι δυο όμως ήμασταν πολύ σφιχτά μπλεγμένοι με τη φριχτή στάση που 'χαμε πάρει και δε μπορούσαμε να κουνήσουμε ούτε το μικρό μας δαχτυλάκι, οπότε ξαφνικά ή έρημη φίλη μας σωριάστηκε καταγής και ζάρωσε στα χόρτα κλαίγοντας με λυγμούς. Τότε μόνο λύσαμε το εξωφρενικό μας αγκάλιασμα και ριχτήκαμε πάνω σ' ένα εγκαταλειμμένο σώμα. Η Σιμόν της σήκωσε τη φούστα, της έσχισε τη κυλότα και μου 'δειξε συνεπαρμένη, ένα καινούργιο κώλο, το ίδιο ωραίο, το ίδιο τέλειο με τον δικό της, που έπεσα κι άρχισα να τον φιλώ με λύσσα, ενώ συγχρόνως έτριβα τον κώλο της Σιμόν που τύλιξε τα μπούτια της γύρω από τη μέση της παράξενης Μαρσέλ, η οποία το μόνο πια που δεν έκρυβε ήταν οι λυγμοί της.
    -"Μαρσέλ", της φώναξα, "σ' εξορκίζω, σταμάτα να κλαις. Θέλω να με φιλήσεις στο στόμα..." Τα ωραία της ίσια μαλλιά της τα χάιδευε η Σιμόν δίνοντάς της παντού τρυφερά φιλιά.

    Στο μεταξύ, ο καιρός είχε γυρίσει για τα καλά στη καταιγίδα και μαζί με τη νύχτα, άρχισαν να πέφτουν χοντρές σταγόνες, φέρνοντας χαλάρωση, μετά το πλάκωμα της αποπνικτικής ζέστης μιας ολάκερης μέρας που δε κουνιόταν φύλλο. Η θάλασσα έκανε τώρα φοβέρο θόρυβο που τον σκέπαζαν τα μακρόσυρτα μπουμπουνητά του κεραυνού και με τις αστραπές μπορούσα κι έβλεπα ξαφνικά, σα να 'ταν μέρα μεσημέρι, τους δυο αυνανιζόμενους κώλους των κοριτσιών που δε βγάζανε πια λέξη. Τα τρία κορμιά μας τα υποδαύλιζε βάναυση φρενίτιδα. Δυο νεαρά στόματα συναγωνίζονταν ποιο θα κάνει δικό του τον κώλο μου, τ' αρχίδια μου και τη ψωλή μου, εγώ όμως άνοιγα κι όλο άνοιγα, γυναικεία σκέλια υγρά από σάλια ή σπέρμα σα να 'θελα να ξεφύγω από το σφιχταγκάλιασμα ενός τέρατος, αλλ' αυτό το τέρας δεν ήταν άλλο από τη τρομαχτική βία των κινήσεών μου. Τελικά, η ζεστή βροχή άρχισε να πέφτει καταρρακτωδώς κι έκανε τελείως μούσκεμα τα σώματά μας που δε κρύβανε πια τίποτα. Δυνατοί κεραυνοί μας συγκλόνιζαν και φούντωναν κάθε φορά και περισσότερο την αγανάχτησή μας, κάνοντας μας να βγάζουμε κραυγές λύσσας που επαναλαμβάνονταν με κάθε αστραπή, γιατί η καθεμιά έβγαζε στο φως τα γεννητικά μας όργανα. Η Σιμόν είχε βρει μια γούβα με λάσπη και λάσπωνε το σώμα της πασαλείβοντάς το έξαλλη: μαλακιζόταν με το χώμα και τρανταζόταν από βίαιες συσπάσεις ηδονής καθώς τη μαστίγωνε η μπόρα, ενώ εγώ είχα το κεφάλι μου χωμένο σφιχτά ανάμεσα στα λασπωμένα μπούτια της κι αυτή το πρόσωπό της βουτηγμένο στα λασπόνερα, όπου πηγαινόφερνε μ' άγριες κινήσεις τον κώλο της Μαρσέλ την οποία είχε πλοκαμιάσει τυλίγοντας το ένα της μπράτσο γύρω από τη μέση της, ενώ με τ' άλλο χέρι είχε γαντζώσει τον γλουτό και τον τραβούσε και τον άνοιγε με δύναμη...

    Georges Bataille
     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Verdammt ich lieb ΄dich, ich lieb ΄dich nicht, verdammt ich brauch´ dich, ich brauch´ dich nicht.
    Marmor, Stein und Eisen bricht, aber unsere Liebe nicht...


     
  4. Κλείσε τα μάτια μου - Rainer Maria Rilke

    Κλείσε τα μάτια μου: μπορώ να σε κοιτάζω,
    τ' αυτιά μου σφράγισ' τα: να σ' ακούω μπορώ,
    χωρίς τα πόδια μου μπορώ να 'ρθω σ' εσένα,
    και δίχως στόμα θα μπορώ να σε παρακαλώ.
    Χωρίς τα χέρια μου μπορώ να σε σφιχταγκαλιάσω
    σαν να 'χα χέρια, όμοια καλά, με την καρδιά,
    σταμάτησε μου την καρδιά και θα καρδιοχτυπώ με το κεφάλι,
    και αν κάνεις το κεφάλι μου συντρίμμια στάχτη,
    εγώ μέσα στο αίμα μου θα σ' έχω πάλι.

    Απόδοση στα Ελληνικά: Κωστής Παλαμάς
     
  5. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    - Ερωτική επιστολή του James Joyce στη σύζυγο του Nora Barnacle

    Σ’ έχω σοκάρει με τις βρομιές που σου έγραψα. Ίσως να σκέφτεσαι πως η αγάπη μου είναι κάτι βρόμικο.
    Είναι, αγαπημένη μου, ορισμένες στιγμές. Σε ονειρεύομαι μερικές φορές σε αναίσχυντες πόζες.
    Φαντάζομαι πράγματα τόσο βρόμικα, που δεν θέλω να σου τα γράψω μια και δεν ξέρω πώς θα μου απαντήσεις.

    ------------------------------------------------------------------------------------------------

    - Ερωτική επιστολή της Virginia Woolf στη Vita Sackville-West

    Κοίτα 'δω, Βίτα-εγκατέλειψε τον άντρα σου, και θα πάμε στο Χάμπτον Κορτ και θα
    δειπνήσουμε μαζί πάνω στο ποτάμι και θα σεργιανίσουμε στον κήπο μέσα στο
    φεγγαρόφωτο και θα γυρίσουμε σπίτι αργά και θα πιούμε μια καράφα κρασί και θα
    ζαλιστούμε, και θα σου αραδιάσω όλα τα πράγματα που έχω στο κεφάλι μου,
    εκατομμύρια, μύρια-δεν σαλεύουν την ημέρα, μόνο το βράδυ, στο σκοτάδι, πάνω
    στο ποτάμι. Σκέψου το. Εγκατέλειψε τον άντρα σου, σου λέω, και έλα.
     
  6. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ειδύλλιο
    "Τα δέντρα δεν θέλουν πλέον"
    λένε οι βάτραχοι
    «Στις μύγες δεν τους επιτρέπεται, ακόμη!»
    τιτιβίζει ο σπίνος
    «Αυτό είναι ανοησία»
    βουίζουν οι γαιοσκώληκες
    «Είναι το νόημα καλύτερο πράγμα;»
    πετάγεται το ποτιστήρι
    Στο κάτω μέρος του κήπου,
    λέει ο σκαντζόχοιρος
    στον γιό του,
    «Ελπίζω να είναι άρρωστη η κουκουβάγια»
    Στην ετοιμόρροπη αποθήκη
    τυλίγει η αράχνη αργά,
    συνέχεια έρποντας,
    το νήμα Θάνατος από το σώμα. (μτφ.: Γ.Μ.)

    Erich Fried
    Idyll
    "Die Bäume wollen nicht mehr"
    sagen die Frösche
    "die Fliegen dürfen noch nicht !"
    zwitschert der Fink
    "das ist Unsinn"
    brummen die Regenwürmer
    "ist Sinn denn besser?"
    wirft die Gießkanne ein
    Am unteren Ende des Gartens
    meint der Igel
    zu seinen Jungen
    "Die Eule ist hoffentlich krank"
    im verfallenen Schuppen
    haspelt die Spinne langsam
    im Weiterkriechen
    den Faden Tod aus dem Leib.
    Erich Fried


     
  7. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η χορεύτρια

    Η πραγματικότητα είσαι η μόνη
    που με το πλήθος των ονομάτων της
    επ’ ουδενί διαψεύδονται, σύλληψη, κύηση, φύλο…
    Κι ίσως γι’ αυτό ακριβώς ποτέ μου δεν θα μπορούσα εγώ,
    με τα μάτια μισόκλειστα, να συγκρίνω ε σ έ ν α
    με την εικόνα, με τ’ άνθος, τη φλόγα, τον άνεμο…
    Κι ίσως γι’ αυτό ακριβώς πάντα μου εγώ λυπόμουν
    τα θεσπέσια, τα όλο υπομονή, τα γυμνά,
    τα απ’ τις σκόνες του πάλκου θεοβρώμικα πόδια σου.
    Κι ίσως γι’ αυτό ακριβώς πάλι μέσα μου εγώ
    ανθρώπινη σε νιώθω, χθόνια, κόρη γνήσια της γης,
    βαριά-βαριά δουλεύει σου η ανάσα, βαριά-βαριά,
    απ’ την κοιλιά σου εκεί μέχρι τα στήθη σου επάνω,
    πού ’ναι δεισιδαιμονικά
    σαν καταιγίδες δίδυμες σε βαλπούργεια νύχτα.
    Η δουλειά σου δεν έχει λίμνες, ούτε κύκνους…
    Η μουσική όμως βρυχάται, θέλει να πιει, να καταπιεί,
    σέρνεται μαζί με το βοστρυχένιο λυκόφως των κινήσεών σου,
    φτάνει στις όχθες του ιδρώτα σου,
    ενόσω εγώ –που ψέματα δεν είπα ποτέ– σε κοιτώ,
    χωρίς να τ’ αξίζω, και λέω πως όλο σου εσένα το κορμί
    είναι ό λ ο, π α ν τ ο ύ, μοναχά για φιλιά, για φιλιά, για φιλιά.
    Εσύ το πετάς όμως πέρα μακριά το κορμί σου,
    στον αγύριστο το πετάς, στα χαμένα,
    και τίποτα δεν θέλεις πλέον δικό σου,
    ούτε καν το κορμί σου δεν θέλεις νά ’χεις δικό σου εσύ…

    ( Vladimir Holan )
     
  8. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Μεσονύχτι

    Μικρή γυναίκα βλέποντας τη συμφορά
    έχουν μεθύσει τα μέλη σου από έρωτα
    που θύεται αγνότερος αντίκρυ στ’ άστρα.
    Κι εγώ θα μείνω μια βρόμικη προσευχή
    με κρύσταλλα χρωματιστά
    ψηλά χαμένος.

    ( Νίκος Καρούζος )

    -------------------------------------------

    Στης Κίρκης

    Πλάγιαζα στο σκοτάδι και την περίμενα
    ακούγοντας ν’ ανεβαίνει τη σκάλα
    μέσ’ στη δροσιά του σπιτιού
    σαν ψίθυρος από φιλιά κι ανάσες.
    Γύρευα τότε να ξεφύγω
    μα η ομορφιά της στάλαζε στα κόκαλά
    μου νύχτες που μελετούσα το κενό
    πηγαίνοντας από την ηδονή στον Άδη.
    Και τα λαγόνια της να φέγγουνε στον ύπνο μου
    ματόκλαδα και χείλια που τα 'σκιζε ο πόθος μου
    κι ο γυρισμός στον ύπνο μου μονάχα
    λίγος καπνός από μακριά
    λουλούδια κι ένα δροσερό σταμνί.
    Και το καράβι μου στον κήπο της
    δεμένο κι άγρυπνο
    σαν ένα μεγάλο μαύρο σκυλί
    μου θύμιζε κάποτε τους σύντροφους που χάθηκαν
    ή τις παράξενες αφορμές της αγάπης.

    ( Γιώργης Παυλόπουλος )

    ----------------------------------------------
    #437
     
    Last edited: 23 Αυγούστου 2015
  9. Dark_Explorer

    Dark_Explorer Κλωθώ: ἄτρακτον στρέφειν Contributor

  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Το πάθος του έρωτα

    Ό,τι είναι
    Είναι παραλογισμός
    λέει η λογική.
    Είναι ό,τι είναι
    λέει η αγάπη.
    Είναι δυστυχία
    λέει ο υπολογισμός.
    Δεν είναι άλλο παρά πόνος
    λέει ο φόβος.
    Είναι αδιέξοδο
    λέει η αντίληψη.
    Είναι ό,τι είναι
    λέει η αγάπη.
    Είναι γελοίο
    λέει ο εγωισμός.
    Είναι αφελές
    λέει η επιφύλαξη.
    Είναι αδύνατο
    λέει η εμπειρία.
    Είναι ό,τι είναι
    λέει η αγάπη.

    ( Erich Fried )
     
  11. I have a booklet
    Where I write when I
    Forget you.
    It is a book
    Black cover
    Where still nothing I wrote.


    Fernando Pessoa
     
  12. Eρωτικό

    Σʼ αρέσει να πέφτεις στο ξεστρωμένο μας κρεβάτι
    οι παλιοί ιδρώτες μας δεν σʼ αηδιάζουν
    τα λερωμένα, από ξεχασμένα όνειρα, σεντόνια μας
    οι κραυγές μας που στο σκοτεινό δωμάτιο αντηχούνε
    όλα ετούτα ξεσηκώνουνε το αχόρταγο κορμί σου,
    το άσχημό σου πρόσωπο επιτέλους λάμπει
    που οι χτεσινοί μας πόθοι είναι όνειρα αυριανά σου
    *
    Η ανάσα σου μέσα στο στόμα μου
    τα ξερά σου χέρια τα νύχια σου τα σουβλερά
    δεν αφήνουνε ποτέ το κρεμεζί λαρύγγι μου
    κρεμεζί απʼ την ντροπή την ηδονή τη γλύκα
    τα μελανιασμένα χείλια σου βυζαίνουνε το αίμα μου
    κι οι στιλβωμένες σάρκες μου θα σε ξεσηκώνουν πάντα
    ενώ τα μάτια μου θα μένουνε κλεισμένα.
    Πόσοι έρωτες έκαναν να κραυγάζει το κρεβάτι…

    *
    Γυμνή θέλω να δειχτώ στα ωδικά σου μάτια
    θέλω να με δεις να ουρλιάζω από ηδονή
    που τα λυγισμένα κάτω από μεγάλο βάρος μέλη μου
    σε ανόσιες σε σπρώχνουν πράξεις
    που τα ίσια μαλλιά της ασημένης κεφαλής μου
    μπλέκονται στα νύχια σου
    απʼ την παραφορά καμπυλωμένα
    που τυφλός κρατιέσαι ορθός κι αφοσιωμένος
    ξανοίγοντας από του μαδημένου μου κορμιού το ύψος.
    Το κορμί σου ισχνό ανάμεσα στα σατινένια μου σεντόνια…
    *
    Πυρετός, το αιδοίο σου ένας κάβουρας
    Πυρετός, οι γάτες που τρέφονται απʼ τα θαλερά βυζιά σου
    Πυρετός η βιάση απʼ των νεφρών σου τα σαλέματα.
    Των κανίβαλων βλεννών σου η λαιμαργία,
    το σφίξιμο από τα λούκια σου που σκιρτούνε κι απαιτούνε
    μου ξεσχίζουν τα πέτσινα δάχτυλα
    μου ξεριζώνουν τα πιστόνια.
    Πυρετός, σφουγγάρι ψόφιο απʼ την παραλυσία πρησμένο
    πιλαλάει το στόμα μου στο μάκρος της γραμμής
    του ορίζοντά σου
    σε θάλασσα φρενίτιδας άφοβος ταξιδιώτης…
    Είναι νύχτα
    κι η γαλήνια γρατσουνιά όπου πεθαίνει το κενό λαχανιασμένο
    δέρνεται παλεύει ανοίγεται και κουλουριάζεται ηδονικά
    πάνω στο αργοσάλευτο πέος του εξερευνητή Νώε.
    *
    Αφού σε προκαλούν τα στήθια μου θέλω τη λύσσα σου
    θέλω να δω τα μάτια σου να βαραίνουν
    τα μάγουλά σου να ρουφιόνται να χλομιάζουν
    θέλω τα ανατριχιάσματά σου
    θέλω ανάμεσα στα σκέλια μου να γενείς κομμάτια
    πάνω στο καρπερό του κορμιού σου χώμα
    οι πόθοι μου χωρίς ντροπή να εισακουστούνε.
    Τα βίτσια των αντρών είναι η επικράτειά μου
    οι πληγές τους τα γλυκίσματά μου
    αγαπάω να μασώ τις χαμερπείς τους σκέψεις
    γιατί η ασκήμια τους κάνει την ομορφιά μου.

    Τζόυς Μανσούρ