Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. lotus

    lotus Silence

    Νύχτες σκοτεινές, ατέλειωτες
    Σκέψεις σκοτεινές, ατέρμονες
    Μέρες αδιάφορες πεζές
    Βλέμμα θολό πεθαμένο

    Προσπάθεια απέλπιδα να ανάψει μια σπίθα
    Και πάλι το βλέμμα στο κενό
    Ψιθυρίζεις θέλω να ανάψει μια φωτιά
    Απελπισμένα ψάχνεις προσάναμμα

    Κυλάει ο χρόνος βυθίζεσαι σε λήθαργο
    Περνάει ο καιρός σε κρεβάτι νεκρανάστασης
    Τα δευτερόλεπτα ατέλειωτα
    Τα λεπτά αινωνιόητα

    Καμία αλλαγή, προσμονή ....
     
  2. lotus

    lotus Silence

    Άλλοτε αν θυμάμαι....

    Παλιά, αν θυμάμαι καλά, η ζωή μου ήταν ένας παράδεισος,

    άνθιζαν όλα τα αισθήματα
    έρεε από παντού κρασί

    Μια νύχτα πήρα την ομορφιά στα γόνατά μου
    και τη βρήκα πικρή και τη βλαστήμησα
    οπλίστηκα ενάντια στη δικαιοσύνη
    Δραπέτευσα


    Μάγισσες, μιζέρια, μίσος
    εσείς θα διαφυλάξετε το θησαυρό μου
    κατόρθωσα να σβήσω απ' τα λογικά μου
    κάθε ελπίδα ανθρώπινη


    Με ύπουλο σάλτο
    χίμηξα σα θηρίο
    πάνω σ' όλες τις χαρές
    να τις κατασπαράξω


    Επικαλέστηκα τους δήμιους
    να δαγκάσω πεθαίνοντας
    τα κοντάκια των όπλων τους


    Επικαλέστηκα κάθε οργή και μάστιγα
    να πνιγώ στο αίμα, στην άμμο
    Η απόγνωση ήταν ο θεός μου


    Κυλίστηκα στη λάσπη
    στέγνωσα στον αέρα του εγκλήματος
    ξεγέλασα την τρέλα


    Και η άνοιξη μου πρόσφερε
    το φρικαλέο γέλιο του ηλίθιου.


    Τον τελευταίο καιρό λοιπόν καθώς ήμουν έτοιμος να τα
    βροντήξω όλα κάτω, σκέφτηκα να αναζητήσω το μυστικό του
    αρχαίου παραδείσου. Μήπως και ξαναβρώ το κέφι μου.
    Το μυστικό βρίσκεται στο έλεος.
    Μη, μη με κοιτάζεις έτσι άγρια καλέ μου σατανά.
    Και επειδή κάποιες μικρές ατιμίες μου δεν θα λείψουν,
    για σένα που εκτιμάς τους συγγραφείς χωρίς περιγραφές και διδαχές,
    για σένα, αποσπώ αυτά τα βρωμερά φύλλα από το σημειωματάριο ενός κολασμένου.

    Αρθούρος Ρεμπώ
     
  3. Brigitte

    Brigitte Contributor

    Αρκεί να ξεχάσει τον ίσιο δρόμο, που οδηγεί στην εύκολη ευτυχία, και να διαλέξει το ανηφορικό μονοπάτι, που οδηγεί στα αδύνατα.

    -Νίκος Καζαντζάκης-
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Θεατρικοί ρόλοι

    Ο άσχημος γελωτοποιός
    περίμενε τη βροχή,
    για ν’ αρχίσει να κλαίει.
    Μετά έβγαλε τα παπούτσια του,
    καβάλησε ένα μηχανάκι
    Και με ταχύτητα ανέβαινε στον ουρανό.

    Στο μεταξύ, έξω απ’ το θέατρο
    ένας φωτογράφος αποθανάτιζε τη σκηνή,
    οι λασπωμένοι δρόμοι ζητούσαν αυτόγραφο.
    Το βρέφος που γεννήθηκε σήμερα,
    έμαθε να παίζει πιάνο.

    Δεν είναι δικό μου το παιδί,
    δεν ήμουν ποτέ παιδί.
    Αφήστε για λίγο τους ηθοποιού,
    να εκφραστούν ελεύθερα
    Γιατί αν σταματήσει να βρέχει,
    τους ρόλους τους
    Θα τους υποδυθείτε εσείς.

    ( Γιώργος Γκανέλης )
     
  5. Μαύρη Ντάλια

    Μαύρη Ντάλια Η μόνη ανωμαλία είναι η ανικανότητα να ερωτευθείς.

    ΕΡΩΤΙΚΟ ΓΡΑΜΜΑ



    Δεν είναι εύκολο να εκφράσω την αλλαγή που επέφερες.

    Αν είμαι τώρα ζωντανή, ήμουν νεκρή τότε,

    Αν και, όπως μια πέτρα , αυτό δεν μ` ενοχλούσε,

    Να μένω στη θέση μου ακολουθώντας τη συνήθεια

    Δεν είναι ότι μ` έσπρωξες απλά μια ίντσα, όχι—

    Ούτε ότι μ` άφησες να στηλώσω το μικρό γυμνό μάτι μου

    Στον ουρανό ξανά, χωρίς ελπίδα, φυσικά,

    Κατανόησης της κυανότητας , ή των αστεριών



    Δεν ήταν αυτό. Ας πούμε πως κοιμήθηκα : ένα φίδι

    Κρυμμένο ανάμεσα σε μαύρους βράχους σαν μαύρος βράχος

    Στον λευκό υατό του χειμώνα—

    Όπως οι γείτονές μου, δε μπορώ να χαρώ

    Με τα εκατομμύρια τέλεια σμιλευμένα

    Μάγουλα που ανάβουν κάθε στιγμή για να λειώσουν

    Το μάγουλό μου από βασάλτη. Τους πήραν τα κλάμματα,

    Άγγελοι θρηνούντες πάνω από φύσεις βουβές,

    Αλλά δε με έπεισαν. Εκείνα τα δάκρυα πάγωσαν.

    Κάθε νεκρό κεφάλι είχε ένα προσωπείο πάγου.



    Και συνέχισα να κοιμάμαι σαν λυγισμένο δάχτυλο.

    Το πρώτο πράγμα που είδα ήταν καθαρός αέρας

    Και οι εγκλωβισμένες σταγόνες που ανέβαιναν ως πάχνη

    Διαφανείς σαν πνεύματα. Πολλές πέτρες κείτονταν

    Πυκνές και ανέκφραστες ένα γύρω.

    Δεν ήξερα τι να υποθέσω.

    Έλαμπα, με γυάλινα – λέπια, και ξεδιπλώθηκα

    Να εκρεύσω απ` τον εαυτό μου , σαν υγρό

    Ανάμεσα από πόδια πτηνών και φυτών μίσχους.

    Δεν ξεγελάστηκα .Σε γνώρισα αμέσως.



    Δέντρο και πέτρα έλαμπαν, δίχως σκιές.

    Το ανάστημά μου έγινε διαυγές σαν γυαλί.
    Άρχισα να μπουμπουκιάζω σαν Μαρτιάτικο κλαδί:

    Ένα μπράτσο κι ένα πόδι, ένα μπράτσο , ένα πόδι.

    Από πέτρα σε σύννεφο, έτσι ανυψώθηκα.

    Τώρα μοιάζω με ένα είδος θεότητας

    Πλέοντας στον αέρα μες την καμιζόλα της ψυχής μου

    Καθαρή σαν ένα θραύσμα πάγου. Είναι ένα δώρο
    Sylvia Plath
     
  6. stratos83

    stratos83 Regular Member

  7. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΣΣΑΛΙΝΑ, ΑΚΟΛΑΣΙΑ ΚΙ ΑΡΝΗΣΗ

    Σε κάθε σιωπηλή πτυχή των ημερών μου
    ελλόχευε ένα ποίημα,
    όχι απ’ αυτά που γράφουν στο χαρτί,
    αλλά από κείνα πούναι διάχυτα στον άνεμο
    ή που κυλούν με το αίμα μας στις φλέβες
    και πούναι αυτό καθ’ εαυτό το αίμα πιθανόν
    μεθυσμένο από το χρώμα, το ρυθμό και την ιδέα
    μιας ακολασίας μουσικής.

    Η κάθε νύχτα, μου μιλούσε μ’ ένα ποίημα
    πούσπρωχνε και φούσκωνε τα τζάμια
    σαν ιστία πλοίου επειγόμενου να φύγει
    κι η κάμαρά μου τότε ναυαγούσε σε κυκλώνες
    πυρετού και φαντασίας εξημμένης
    απ’ το χρώμα, το ρυθμό και την ιδέα
    μιας ακολασίας μουσικής.

    Στα μπρούτζινα κορμιά των μονομάχων
    στα διψασμένα μάτια των φρουρών
    ελλόχευε παντού, με τόση λυσσαλέα επιμονή
    αυτό το διψασμένο κι αδηφάγο ποίημα
    ώστε μ’ άναψε και μ’ έκαψε και μ’ έκανε
    ολόκληρη και μένα ένα ποίημα, που αναπτύχθηκε
    και τέλειωσε στο χρώμα, το ρυθμό και την ιδέα
    μιας ακολασίας μουσικής.


    Σταύρος Βαβούρης, «Ποιήματα»
    εκδ. Ερμής, Αθήνα, 1977
     
  8. stratos83

    stratos83 Regular Member

  9. étude

    étude Guest

    Εκρηκτικό πόρισμα

    Κυνηγέ,
    υποπτεύομαι γιατί σκοτώνεις τα πουλιά.
    Τα απωθημένα σου φτερά εκδικείσαι.

    Λυτρώσου.
    Όλων μας σχεδόν τα πετάγματα
    κάποια τα βρήκε αζύγιαστη
    ή ζυγιασμένη σφαίρα.

    Είτε σκάρτο νερουλό ήτανε το Ικάριο
    κερί
    είτε γιατί ο ήλιος είναι συνεργάσιμος
    μονάχα με τη δύση του
    είτε γιατί κατά την απογείωση εξερράγη
    εκρηκτικός αντίπαλος.

    Υπολόγισε τώρα τί φτερά ταπείνωσε
    ενός κλουβιού το ύψος ότι τάχα
    κελαηδούσαν γήινα καθημερινά
    λες και η ανάγκη υπέργεια να κελαηδήσεις
    δεν είναι γήινη δεν είναι καθημερινή.

    Μνημονεύω χώρια, με ευλάβεια προσευχετική
    τα αυτοκτόνα εκείνα πετάγματα
    με σφαίρα που κρυφά τους επρομήθευσε
    του ακατανόητου η μεγάλη γενναιότης
    δεδικαίωται:
    η νεκροψία όλης αυτής της καντεμιάς
    έδειξε πως τα μόνα καλότυχα φτερά
    τα είχε η ματαιότης.

    Ηρέμησε λοιπόν.
    Έχω κι εγώ ένα σωρό απωθημένους ουρανούς
    μα δε σκοτώνω άστρα.

    Και αν καμιά φορά από μανία αδέσποτη συμβεί
    κάποιο να σημαδέψω
    το πολύ να κλείσω τον τραυματία κελαηδισμό του
    σ’ ένα κλουβάκι στίχου φευγαλέο.

    Κική Δημουλά

     
     
  10. zwg

    zwg Regular Member

    Σε είδα στον ύπνο μου εχθές
    είσουνα χάδια κι αγγαλιές

    μου έλεγες λόγια καλά
    δεν θα με πλήγωνες ξανά

    πως μ'αγαπούσες έλεγες χθες
    αχ να κοιμώμουν δυο φορές

    μα ξαφνικά όλα είναι χάλια ξανά
    εμείς οι δυο είμαστε χωριστά

    μα ξαφνικά εχω τα μάτια ανοιχτά
    ενώ εσύ δεν είσαι πια πουθενά

    πως μαγαπούσες έλεγες χθές
    αχ, αχ να κοιμώμουν δυο φορές
     
  11. Δημητρης Ποσειδωνας

    Δημητρης Ποσειδωνας Δημητρης Ποσειδωνας

    Δεν μου εμεινε τιποτα αλλο πια
    παρα μονο ενα χερι και στο ετεινα.
    Φοβηθηκες ξαρχης , ψαχουλεψες, μυρισες
    με κοιταξες στα ματια ωρα πολλη
    δειλα κινησες το δικο σου και το πηρες πισω
    ξανα....ξανα...ξανα
    τ' αδραξες με μανια και το φιλησες
    το διπλοπαλαμισες και το σφιξες γερα.
    Παμε ειπες και κινησαμε.
    Κακοτραχαλη τουτη η ανηφορια μου σφυριξες
    δεν εχει μονοπατι ν' ανεβουμε;
    Βουνο θεριο σ' απαντησα .ενας ο δρομος και σκληρος
    μα στην κορφη εχει Θεο να ανταμωσεις.
    Η γη σκληρη, σχιστηκανε τα ποδια μου ψελιζεις.
    Εσυ θα τη ζευγαρισεις και θα την ποτισεις.
    Αυλακι ανοιγεται οπου περνας
    σπορο δακρυ αιμα και ιδρωτα περμενει.
    Μα φυτρωνει τιποτα σ' αυτην την παγωνια;
    Πυραναμα οι ψυχες που πανε ανταμα.
    Εχει δρομο ακομη, κοπιασα, να ξαποστασω λιγο;
    Κρατα και παμε, πολυς ο δρομος και νυκτωνει.
    Κοιτα μπροστα σου φτασαμε και ο Θεος χωρευει.
    Που φτασαμε ειπες εντρομη εδω ειναι γκρεμος
    αλλο εγω λογιομουνα κι αλλο βλεπω μπροστα μου.
    Κλεισε τα ματια γυρισε οπισω σου και δες
    γριολουλουδα βλασταξανε πανω στο πατημα σου
    και μπρος γεφυρι στεκεται
    Ανοιξε τα φτερα σου.

    ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
     
  12. Δημητρης Ποσειδωνας

    Δημητρης Ποσειδωνας Δημητρης Ποσειδωνας

    Απ το πρωτο λυκαυγες
    ειχα διπλοκλειδωσει τα αισθηματα
    και ποντοπορουσα σε θαλασσες
    γνωστες ,ηρεμες, γαληνιες.
    Ουριος παντα ο ανεμος
    η θαλασσα δεν ασπριζε καθολου.
    Μια ζωη π' αξιζει μια στιγμη.

    Μα σαν το σκαρι
    αρχιζει να σκουριαζει
    δεν του ταιριαζει η νηνεμια
    θελει στα πελαγα να βγει
    αδημονει τους κυκλωπες
    τους λαιστρυγονες
    τη σκυλα και τη χαρυβδη
    να ανταμωσει
    να χαθει στων σειρηνων
    το τραγουδι
    μηπως και βρει
    εκεινο το κλειδι
    που κανει τη στιγμη ολακαιρη ζωη.

    ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ