Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. thief

    thief παλιοπαιδο ο Νικολακης Contributor

    Κάποτε θα 'ρθουν να σου πουν
    πως σε πιστεύουν, σ' αγαπούν
    και πώς σε θένε

    Έχε το νου σου στο παιδί,
    κλείσε την πόρτα με κλειδί
    ψέματα λένε

    Κάποτε θα 'ρθουν γνωστικοί,
    λογάδες και γραμματικοί
    για να σε πείσουν

    Έχε το νου σου στο παιδί
    κλείσε την πόρτα με κλειδί,
    θα σε πουλήσουν

    Και όταν θα 'ρθουν οι καιροί
    που θα 'χει σβήσει το κερί
    στην καταιγίδα

    Υπερασπίσου το παιδί
    γιατί αν γλιτώσει το παιδί
    υπάρχει ελπίδα
     
  2. desire

    desire No one like you https://youtu.be/aZcXD6bCK8U

    Άλλαζε ο οδηγός από πρώτη σε δευτέρα με ένα θεόρατο μοχλό, πιο βαριεστημένα κι από το ίδιο το όχημα των παιδικών μου χρόνων, και μεσολαβούσε μια αιωνιότητα μέχρι να την πάρει.
    Κανείς δε γνώριζε αν θα προχωρήσει ή αν θα εκραγεί στην ανηφόρα. Με μαρσαρίσματα και αγκομαχητά επιτάχυνε, για να σταματήσει λίγα μέτρα παρακάτω. Κι αν καμιά φορά έμπαινε η τετάρτη, η αδράνεια το επανέφερε στους αργούς ρυθμούς και στο δυσανάλογο μουγκρητό του.
    Απομάκρυνε την αφετηρία από τον προορισμό μέσω της βραδύτητας. Το σκοπό από το κίνητρο, το αποτέλεσμα από τις αιτίες του, τη μια πόλη από την άλλη.
    Δεν ήταν ακριβώς λεωφορεία, αλλά επιβραδυντικές μηχανές του χρόνου. Σου έδιναν την ευκαιρία να συλλογίζεσαι, να παρατηρείς, να ανυπομονείς, να απελπίζεσαι. Κι όλα με την επισημότητα και την υποκρισία, που άρμοζε στη δεκαετία του 70 και του 80.
    Κίνηση με το στανιό, σαν όλες σχεδόν τις σχέσεις, που θα έκανα μελλοντικά: Στην εργασία, στη ζωή, στον έρωτα.
    Μόνο που το λεωφορείο πάντα, κατά τρόπο μεταφυσικό, έφτανε στον προορισμό του. Σε αντίθεση με μένα.  
     
  3. lotus

    lotus Silence

  4. thief

    thief παλιοπαιδο ο Νικολακης Contributor

    Είπε σ' αγαπάω αγόρι, σ' αγαπάω ψυχή μου
    Είπε σ' αγαπάω μωρό μου,

    Είπε σ' αγαπάω παραπάνω απ' όσο μπορούν να περιγράψουν οι λέξεις
    Είπε σ' αγαπάω μωρό μου

    Λοιπόν είπα, αυτό που λες κορίτσι δεν είναι σωστό
    Πώς μπορείς να είσαι ερωτευμένη μαζί μου
    Μόλις γνωριστήκαμε απόψε
    Λοιπόν εκείνη είπε.. αγόρι σε αγάπησα από την αρχή
    Όταν πρωτοάκουσα ότι η αγάπη φεύγει
    Κάτι άρχισε να καίει στην καρδιά μου
    Είπα σταμάτα αυτή τη τρελή συζήτηση
    Και φύγε τώρα και κλείσε την πόρτα
    Είπε μα σ' αγαπάω αγόρι σ' αγαπάω τόσο πολύ
    Είπε σ' αγαπάω μωρό μου,
    Είπε σ' αγαπάω παραπάνω απ' όσο μπορούν να περιγράψουν οι λέξεις
    Είπε σ' αγαπάω μωρό μου (ναι το είπες)

    Λοιπόν τώρα στο δικαστήριο
    Εκλιπαρώ για την υπόθεση μου από το έδρανο του μάρτυρα
    Λέω στον δικαστή και στο σώμα ενόρκων-
    Το ίδιο που είπα και στους μπάτσους
    Τη μέρα που με συνέλαβαν
    Είμαι αθώος διαμαρτυρήθηκα
    Εκείνη απλά αισθάνεται την απόρριψη
    Ράγισε η καρδιά της από κάποιον που την απασχόλησε
    Γιατί της αρέσει ο ήχος της μουσικής μου
    Που την κάνει φαν της μουσικής μου
    Γι' αυτό η αγάπη φεύγει μην την χάσεις
    Γιατί δεν μπορεί να χωρίσει τον άνθρωπο από τη μουσική
    Και λέω όλα αυτά από τον έδρανο
    Ενώ το κορίτσι μου κλαίει από τον εξώστη
    Έγινα πιο μεγάλος από όσο σχεδίαζα
    Σαν εκείνο το τραγούδι των the Zutons "Valerie"
    Λοιπόν οι ένορκοι δεν φαίνεται να το πιστεύουν
    Και αυτό με αγχώνει
    Και έχω ανήσυχο πρόσωπο σαν να το προσπαθώ
    Τα μάτια τους κολλημένα πάνω μου σαν να είμαι δολοφόνος
    Θέλουν να με χώσουν μέσα
    Και να πετάξουν το κλειδί
    Θέλουν να με καταδικάσουν

    Αν και τους είπα ότι εκείνη...

    Είπε σ' αγαπάω αγόρι
    Σ' αγαπάω ψυχή μου
    Είπε σ' αγαπάω μωρό μου (ναι το είπες)

    Είπε σ' αγαπάω παραπάνω απ' όσο μπορούν να περιγράψουν οι λέξεις
    Είπε σ' αγαπάω μωρό μου

    Λοιπόν είπα γιατί στο διάολο μου συμπεριφέρθηκες έτσι
    Δεν ξέρεις τι είναι η αγάπη
    Δεν θα το έκανες αυτό αν ήξερες
     
  5. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Στο είπα για τα σύννεφα
    Στο είπα για το δέντρο της θάλασσας
    Για κάθε κύμα για τα πουλιά στα φύλλα
    Για τα βότσαλα του θορύβου
    Για τα οικεία χέρια
    Για το μάτι που γίνεται πρόσωπο ή τοπίο
    Κι ο ύπνος του δίνει τον ουρανό με το χρώμα του
    Για όλη τη νύχτα που ήπιαμε
    Για τα κιγκλιδώματα των δρόμων
    Για το ανοιχτό παράθυρο για ένα ακάλυπτο μέτωπο
    Στο είπα για τις σκέψεις σου για τα λόγια σου
    Κάθε χάδι κάθε εμπιστοσύνη ξαναζούν.

    Πωλ Ελυάρ
     
  6. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Η Λίμνη

    Έντγκαρ Άλλαν Πόε

    Ήταν γραφτό, στης νιότης μου το θέρος,
    Να προτιμώ απ’ όλη τη γη ένα μέρος
    Που τ’ αγαπούσα όλα και πιο βαθιά —
    Τόσο ήτανε πλανεύτρα η μοναξιά
    Μιας άγριας λίμνης, μ’ ολόμαυρα βράχια
    Και πεύκα ολόρθα εκεί στα καταρράχια.

    Μα ως είχε ο πέπλος της Νυχτιάς σκεπάσει
    Τον τόπο αυτό, μ’ όλη την άλλη πλάση,
    Και μελωδίες μουρμουρίζοντας πέρα
    Διάβαινε η μυστική πνοή του αγέρα —
    Τότε αχ, τότε μ έπιανε λαχτάρα
    Για της έρμης λίμνης την τρομάρα.

    Μα η τρομάρα αυτή φόβο δεν κλείνει,
    Μόνο κάποια ολότρεμη ευφροσύνη —
    Ένα αίσθημα, που μήτε της αβύσσου
    Τα πλούτη δεν το φτάνουν, συλλογίσου,
    Μήτε η Αγάπη — ακόμα κ’ η δική σου.

    Θάνατος στο φαρμακερό της κύμα,
    Και στο βυθό της ταιριασμένο μνήμα
    Για κείνον που παρηγοριά στη μαύρη
    Τη φαντασία του εκεί μπορούσε να ‘βρει —
    Που θα ‘κανε η ψυχή του η έρμη κι άδεια
    Παράδεισο της λίμνης τα σκοτάδια.

    Μετάφραση Νίκου Σημηριώτη
     
  7. Ravenia

    Ravenia "Post verba verbera"

    Ανατριχιαστικα υπεροχο
     
  8. BadMaster

    BadMaster Εξομολογητης Premium Member


    Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
    που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
    Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μετς.
    Κάνουν ό,τι λάχει.
    Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
    φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους
    διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
    επαγγελματίες επαναστάτες
    παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
    τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
    αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
    Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
    στις ταράτσες παλιών σπιτιών
    Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.
    Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
    τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
    σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
    απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
    ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
    τριχομονάδες καθυστέρηση
    το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
    σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
    Κάνουν ό,τι λάχει.
    Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
    γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.
    Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
    γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
    γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
    γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει.
    Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
    στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
    Οι φίλοι μου.

    Από τη συλλογή Τρία κλικ αριστερά (1978)
     
  9. desire

    desire No one like you https://youtu.be/aZcXD6bCK8U

    Η ομορφιά των γυναικών που άλλαξαν τη ζωή μας
    βαθύτερα κι από εκατό επαναστάσεις
    δεν χάνεται, δεν σβήνει με τα χρόνια
    όσο κι αν φθείρονται οι φυσιογνωμίες
    όσο κι αν αλλοιώνονται τα σώματα.
    Μένει στις επιθυμίες που κάποτε προκάλεσαν
    στα λόγια που έφτασαν έστω αργά
    στην εξερεύνηση δίχως ασφάλεια της σάρκας
    στα δράματα που δεν έγιναν δημόσια
    στα καθρεφτίσματα χωρισμών, στις ολικές ταυτίσεις.
    Η ομορφιά των γυναικών που αλλάζουν τη ζωή
    μένει στα ποιήματα που γράφτηκαν γι` αυτές
    ρόδα αειθαλή αναδίδοντας το ίδιο άρωμα τους
    ρόδα αειθαλή, όπως αιώνες τώρα λένε οι ποιητές.

    Τίτος Πατρίκιος
     
     
  10. Antonius Block

    Antonius Block We are all just prisoners here of our own device

    Μικρόκοσμος

    Και να, τι θέλω τώρα να σας πω:
    Μες στις Ινδίες μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
    φράξαν το δρόμο σ' έναν άνθρωπο.
    Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο 'κει που εβάδιζε.

    Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
    να υψώσω το κεφάλι στ' αστροφώτιστα διαστήματα.
    Θα πείτε, τ' άστρα είναι μακριά
    κι η γη μας τόση δα μικρή.
    Ε, το λοιπόν, ό,τι και να είναι τ' άστρα
    εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.

    Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
    πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
    είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει,
    είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.

    Ναζίμ Χικμέτ
    Μετάφραση: Γιάννης Ρίτσος

     
  11. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΝΕΚΡΗ ΠΙΑΤΣΑ

    Ντίνος Χριστιανόπουλος

    (Πρώτη έκδοση 1981)

    Συνηθισμένοι από χρόνια να βολεύουμε τη φτώχια μας
    στα πεζοδρόμια, δεν καταλάβαμε για πότε νεκρώθηκαν
    όλες οι πιάτσες που εξαφανίστηκαν οι άνθρωποι που
    μας τριγύριζαν τι έγιναν ακόμα και οι αδελφές που μας κουτσομπόλευαν.

    Και όμως, όλα άλλαξαν μέσα σε λίγα χρόνια.

    Οι καφετέριες αχρήστεψαν τα πάρκα.
    Η τηλεόραση άδειασε τους σινεμάδες. Τα θηλυκά έγιναν πέντε στο παρά.
    Τα τεκνά ματσωμένα.
    Τα φαντάρια σπιτωμένα.
    Η ρόδα, ο μπερντές και το μαλλί μας έβγαλαν νοκ-αουτ.


    Καλώς, ή κακώς, δεν μπορέσαμε να προσαρμοστούμε στη νέα κατάσταση.
    Μείναμε ισόβιοι φτωχομπινέδες, τα τελευταία σκουλήκια ενός βούρκου που κοντεύει να ξεραθεί,
    οι τελευταίοι μιας πιάτσας που την εξόντωσε η ευμάρεια και η καλοπέραση.

    Θε μου, συγχώρα με, μεγάλο λόγο θα πω:
    Μόνο μια νέα καταστροφή θα μας χορτάσει και πάλι, μόνο μια νέα αναστάτωση
    θα ζωντανέψει τις νεκρές πιάτσες.
     
  12. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η ίδια όψη των πραγμάτων

    Ζήσαμε χωρίς να ξέρουμε του ωκεανού τη θλίψη,
    έτσι την ονομάσαμε όπως συνταιριάζαμε
    λέξεις για μια κατάρα που κανείς ποτέ δεν εξήγησε.
    Σαύρες φτωχές στου φεγγαριού τη διαύγεια,
    για λάθη μιλούσαμε, κάτι σαν εξομολόγηση
    της πέτρας στον άνεμο. Κι οι μέρες στρίβανε
    σα τον κισσό, κοιτάζαμε τα πρωτολούλουδα
    της άνοιξης, τα χελιδόνια ενώ μας τρέλαιναν
    στις αυλές με τα όνειρα. Γρήγορα γίναν όλα
    αστικά: ο πολιτισμός της ασφάλτου, οι εποχές
    του γκρίζου με το πορτοφόλι-ήρωα ν’ αναζητάμε
    περιπέτεια και ψέμα. Τα χέρια πλήθαιναν αρπακτικά
    και ρόδες ορίζανε τη ζωή μας. Τριγύρω οι άνθρωποι,
    αφορμές χωρίς πρόσωπο. Στο μεταξύ λιώναν
    οι πάγοι και αμμοθύελλες κρύβαν με λάσπη
    πένθη και βλέμματα. Σκόνη απ’ την έρημο έφτανε
    ως το λαρύγγι, υπενθύμιση του άγνωστου
    όπως αντικρίζαμε τις σειρήνες του μέλλοντος.
    Από συνήθεια δίναμε υποσχέσεις, κάτι σαν ξόρκια
    νεκρολογικά, ξενυχτούσαμε σ’ αμμουδιές όλο αιτίες
    και ψέματα, για προσκέφαλο σέρναμε επιθυμίες
    καθώς δαγκώναμε την περασμένη ώρα
    με σκέψη άνυδρη από ταξίδια στη στέρηση.
    Αλλά δεν χάθηκε τίποτα όσο ακόμα
    υπάρχουν γυναίκες που φροντίζουν λουλούδια
    και βρέφη αρχαγγελικά στο χαμόγελο.

    Έτσι γερνάμε, μέσα απ’ της μνήμης περνάμε
    το ρημαδιό, σαν τα σκυλιά που γλείφουν
    νυχτιάτικα κόκαλα, σα φύλλα που τρέμουν
    τα βρόχινα χαστούκια. Άλλα ποτάμια δεν υπάρχουν
    παρά οι μαίανδροι της ύπαρξης όπως ορίζουν
    αρχαίες γραφές. Στ’ ουρανού το μάγουλο
    ενώ κυλά ο πόθος γυρεύουμε σελίδες κενές
    στο λεξικό των αισθήσεων. Γίναμε σάρκες
    φορτικές, ξεχάσαμε η βροχή πως είναι
    δείγμα του πολιτισμού των συννέφων.
    Μας περιμένουνε μάτια που δεν έχουμε
    καν φανταστεί, χειρονομίες και πόρτες
    ως τώρα κλειστές και μια απεραντοσύνη
    πέρα από κάθε σκοτάδι, ένα νησί στο τέρμα
    της θάλασσας, ένα παιδί στο πρωινό της σελήνης.

    Έτσι γερνάμε μες την γεωγραφία των λέξεων,
    με την ανάσα περισπωμένη στη νύχτα.

    Τα μάτια όπως ανοίγουμε στου ήλιου τη σκληρότητα,
    ηχούν οι μυλόπετρες του ύπνου, ρημάζουν οι αισθήσεις,
    στοιχειώνουν τα λόγια από αιωνιότητα. Ποιοι είναι
    αυτοί οι μεγάλοι δάσκαλοι του ανέφικτου;
    Μια μπουκιά είμαστε της Μικρής Αρκτου
    όπως ανοίγει το στόμα. Αίνιγμα ωστόσο παραμένει
    η κλήση των ουσιαστικών: η γενική της ύπαρξης,
    η αιτιατική της αμφιβολίας, ο ενικός της συνείδησης.

    Κάτω από σκιές δέντρων βραδιάζει Παρασκευή
    και το διήμερο θριάμβου για τη μεσαία τάξη.
    Η Δευτέρα είναι των δολοφόνων.
    Σε πόλεις από σωλήνες και σύρματα σβήνει
    το φεγγάρι, πνίγεται μέσα σ’ άναρθρα όνειρα,
    λογαριασμοί απλήρωτοι και άλλες αγωνίες.

    Για σταθείτε! τι είν’ όλα αυτά τα τερατώδη;
    σκοτάδια; λερναίες χίμαιρες; σφίγγες αινιγμάτων;
    Υπάρχουν άνθρωποι που μας ακούνε. Γι’ αυτό μιλάμε.
    Γιατί δεν φταίει ο θάνατος, αλλά η ομορφιά.
    Γιατί το δάσος της καρδιάς είναι γεμάτο μελωδίες.
    Γιατί στη γλώσσα μας λιώνουν παγετώνες.
    Οι ουρανοί δεν αρρωσταίνουν, τα βήματα
    στο φως λάμπουν σαν τις γαρδένιες.
    Αυλές είναι η αθώα μνήμη και ψέμα δεν υπάρχει
    παρά σαν κάτι αστείο στην ηλικία της χώρας μας.
    Γιατί είμαστε φωνές, που ακούσαμε σε περασμένα
    ξενύχτια
    ποτήρια ξέχειλα από χαμόγελα,
    στήθη ανοικτά στην ανάσα των κήπων.

    ( Νίκος Βουτυρόπουλος )