Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. lotus

    lotus Silence

    Κι όλος μαζί,
    καθώς ολόγυμνο ένα σώμα
    όπου για πρώτη ακούμπησε φορά απάνω
    σ’ άλλο αγαπημένο ολόγυμνο κορμί,
    όπου η Αφή του απολυτρώνει μέσα του το απέραντο
    κ’ εκμηδενίζει

    Όλους τριγύρα τους ορίζοντες του κόσμου,
    υψώνομαι,
    έχοντας βαθιά μου κλείσει
    την Αιωνιότητά μου

    Άγγελος Σικελιανός
     
  2. lotus

    lotus Silence

    Μη λες πως μ’ αγαπάς με πιθανά δάκρυα, Φιλαινίδα, ξέρω.
    Ναι, δεν αγαπάς κανέναν πιο πολύ από μένα,
    όση ώρα πλάι μου πλαγιάζεις.
    Κι αν άλλος σε κρατούσε,
    θα του ‘λεγες πως αγαπάς εκείνον πιο πολύ από μένα.

    (Στην πόρνη Φιλαινίδα)
    Άγνωστος αρχαίος ποιητής
     
  3. lotus

    lotus Silence

    Κρίση
    Κρίση την είπαν την στιγμή
    σαν εκοιμήθης πλάι μου με χάρη,
    την ώρα που ξεχύθηκαν μ’ ορμή
    χίλια πουλιά να σκίσουν το φεγγάρι.

    Κρίση την είπαν την πηγή
    που πάνε τ’ άστρα να λουστούν το βράδυ,
    να πιουν νερό να χτενιστούν στη γη
    και να πλαγιάσουν στης αυλής μου το πηγάδι.

    Κρίση την είπαν την ορμή
    που φτιάχνει η αγάπη μέσα στο λιβάδι
    κι η αναπνοή σου γίνεται στιγμή
    που μ’ ακουμπά τ’ αγέρι του Θεού σαν χάδι.

    Μάνος Χατζηδάκις
     
  4. lotus

    lotus Silence

    ΕΠΟΣ ΚΑΡΔΙΑΣ

    Μετά σοῦ τὸ πᾶν, νομίζω, προσηνὲς μὲ μειδιᾶ,
    στὸν καθρέπτη τῶν ΄ματιῶν σου τὴν χαρὰν ἀντανακλᾶ.
    Στάσου φῶς μου καὶ ἀκόμη δεν σὲ εἶπα τὰ μισὰ
    ἀπ΄ἐκεῖνα ποὺ πιέζουν τὴν ἐρῶσαν μου καρδιὰ
    καὶ στὰ χείλη μου ὁρμοῦνε μὲ μιὰ μόνη σου ΄ματιὰ.
    Μὴ μὲ ὁμιλεῖς ἂν θέλης, μὴ μὲ πεῖς γοητευτικὰ
    λόγια ἀγάπης καὶ λατρείας. Φθάνει νἆσαι ἐδῶ κοντά,
    νὰ σὲ λέγω πὼς σὲ θέλω, νὰ σ’ἐγγίζω, τὴν δροσιὰ
    τοῦ πρωϊοῦ ποὺ ἀναπνέεις ν’ ἀναπνέω, κι ἂν καὶ αὐτὰ
    ὑπερβολικὰ τὰ βρίσκῃς νὰ σὲ βλέπω μοναχά!

    Καβάφης (1886)
     
  5. lotus

    lotus Silence

    Ο ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ ΤΟΥ 1903

    Τουλάχιστον μὲ πλάναις ἂς γελιοῦμαι τώρα.
    τὴν ἄδεια τὴν ζωή μου νὰ μὴ νοιώθω.

    Καὶ ἤμουνα τόσαις φοραὶς τόσο κοντά.
    Καὶ πῶς παρέλυσα, καὶ πῶς δειλίασα∙
    γιατὶ νὰ μείνω μὲ κλειστὰ τὰ χείλη∙
    καὶ μέσα μου νὰ κλαίῃ ἡ ἄδειά μου ζωή,
    καὶ νὰ μαυροφοροῦν ἡ ἐπιθυμίαις μου.

    Τόσαις φοραὶς τόσο κοντὰ νὰ εἶμαι
    στὰ μάτια, καὶ στὰ χείλη τὰ ἐρωτικά,
    στ ’ ὀνειρεμένο, τὸ ἀγαπημένο σῶμα.
    Τόσαις φοραὶς τόσο κοντὰ νὰ εἶμαι.

    Καβάφης (1904)
     
  6. lotus

    lotus Silence

    Σονέτο του γλυκού παραπόνου

    Φοβάμαι μη χάσω το θαύμα
    των αγαλμάτινων ματιών σου και τη μελωδία
    που μου αποθέτει τη νύχτα στο μάγουλο
    το μοναχικό ρόδο της ανάσας σου

    Πονώ που είμαι σε τούτη την όχθη
    κορμός δίχως κλαδιά μα πιότερο λυπάμαι
    που δεν έχω τον ανθό, πόλφο ή πηλό
    για το σκουλήκι του μαρτυρίου μου.

    Αν είσαι εσύ ο κρυμμένος μου θησαυρός
    αν είσαι εσύ ο σταυρός και ο υγρός μου πόνος,
    αν ειμαι το σκυλί της αρχοντιάς σου
    μη με αφήσεις να χάσω ό,τι έχω κερδίσει

    και στόλισε τα νερά του ποταμού σου
    με φύλλα από το φρενοκρουσμένο μου φθινόπωρο.

    Φεντερίκο Γκαρσία Λόρκα
     
  7. lotus

    lotus Silence

    Το γέλιο σου

    Πάρε μου το ψωμί, αν θες, πάρε μου τον αγέρα,
    μα μη μου παίρνεις το γέλιο σου.

    Μη μου παίρνεις το ρόδο, τη λόγχη που τινάζεις,
    το νερό που ξάφνου χυμά απ’ τη χαρά σου,
    το απότομο κύμα το ασήμι που γεννάς.

    Είναι σκληρός ο αγώνας μου και γυρνώ
    με μάτια κουρασμένα
    θωρώντας κάποτε τη γη που δεν αλλάζει,
    μα έρχεται το γέλιο σου
    αναθρώσκωντας στον ουρανό γυρεύοντάς με
    και μου ανοίγει τις πόρτες όλες της ζωής.

    Αγάπη μου, στις πιο μαύρες ώρες μου τινάζεται
    το γέλιο σου, κι όταν ξάφνου δεις το αίμα μου
    να λεκιάζει τις πέτρες του δρόμου, γέλα,
    γιατί το γέλιο σου θα ‘ναι στα χέρια μου σα δροσερό σπαθί.

    Δίπλα στη θάλασσα του φθινοπώρου,
    το γέλιο σου ας αναβρύσει σα σιντριβάνι, όλο αφρό
    και την άνοιξη, αγάπη, θέλω το γέλιο σου
    σαν τον ανθό που πρόσμενα, τον γαλανό ανθό,
    το ρόδο της βουερής πατρίδας μου.

    Γέλα στη νύχτα, στη μέρα στο φεγγάρι,
    γέλα στις στριφτές στράτες του νησιού,
    γέλα σ’ αυτό το άγαρμπο αγόρι που σ’ αγαπά,
    μα όταν ανοίγω τα μάτια και τα κλείνω,
    όταν τα βήματά μου φεύγουν, όταν γυρνούν τα βήματά μου,
    αρνήσου με το ψωμί, τον αγέρα, το φως, την άνοιξη,
    μα ποτέ το γέλιο σου γιατί θα πεθάνω.

    Πάρε μου το ψωμί, αν θες, πάρε μου τον αγέρα,
    μα μη μου παίρνεις το γέλιο σου.

    Μη μου παίρνεις το ρόδο, τη λόγχη που τινάζεις,
    το νερό που ξάφνου χυμά απ’ τη χαρά σου,
    το απότομο κύμα το ασήμι που γεννάς.

    Είναι σκληρός ο αγώνας μου και γυρνώ με μάτια κουρασμένα
    θωρώντας κάποτε τη γη που δεν αλλάζει,
    μα έρχεται το γέλιο σου αναθρώσκωντας στον ουρανό
    γυρεύοντάς με και μου ανοίγει τις πόρτες όλες της ζωής.

    Αγάπη μου, στις πιο μαύρες ώρες μου τινάζεται το γέλιο σου,
    κι όταν ξάφνου δεις το αίμα μου να λεκιάζει τις πέτρες του δρόμου,
    γέλα, γιατί το γέλιο σου θα ‘ναι στα χέρια μου σα δροσερό σπαθί.

    Δίπλα στη θάλασσα του φθινοπώρου,
    το γέλιο σου ας αναβρύσει σα σιντριβάνι,
    όλο αφρό και την άνοιξη, αγάπη,
    θέλω το γέλιο σου σαν τον ανθό που πρόσμενα,
    τον γαλανό ανθό, το ρόδο της βουερής πατρίδας μου.

    Γέλα στη νύχτα, στη μέρα στο φεγγάρι,
    γέλα στις στριφτές στράτες του νησιού,
    γέλα σ’ αυτό το άγαρμπο αγόρι που σ’ αγαπά,
    μα όταν ανοίγω τα μάτια και τα κλείνω,
    όταν τα βήματά μου φεύγουν, όταν γυρνούν τα βήματά μου,
    αρνήσου με το ψωμί, τον αγέρα, το φως, την άνοιξη,
    μα ποτέ το γέλιο σου γιατί θα πεθάνω.

    Π. Νερούντα
     
  8. lotus

    lotus Silence

    Σε προσέχω σαν δάκρυ
    Σε προσέχω σαν δάκρυ μη χάσει το σχήμα του,
    τι νομίζεις μας έχει απομείνει καρδιά μου,
    μια φούχτα τσαγανόφλουδες.

    Σε προσέχω σα δάκρυ μη χάσει το σχήμα του.
    -Ξέρεις; Ναι, ξέρεις.
    -Εγώ δεν ξέρω.

    Κι οι ψαλμωδίες δεν τολμάνε ν’ αγγίξουν
    τον θόλο τους και χάνεται ο απόηχος.
    Αλάτισέ μου το σκήπτρο σου κι αυτή
    τη γεύση την έχασα.

    Τι νομίζεις μας έχει απομείνει καρδιά μου,
    μια αντάρα μες στη θάλασσα.
    Ημέρωσέ μου τα κίτρινα, υποφέρω.
    Φέρε τη γνώμη σου κοντά μου, εξαφανίζονται.

    Τα τζιτζίκια όπως πάντα ξετρελαίνουν τον κόσμο,
    ήχος πυκνός και αδιάσπαστος, ήχος παρηγορητικός,
    ήχος καθησυχαστικός, ήχος που δεν μας αφορά πια.
    Σε προσέχω σα δάκρυ μη χάσει το σχήμα του.

    Ρηνιω Παπανικολα
     
  9. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    Στην...

    Έγνοια δεν έχω που η μοίρα μου στην γη
    λίγο απ' τη γη μέσα της κλείνει ίσως-
    Ότι αγάπης χρόνια έχουν λησμονηθεί
    Μέσα σ' ενός λεπτού το μίσος: -
    Δεν κλαιω εγώ που κι ο απελπισμένος
    είναι περσότερο από μένα ευτυχισμένος
    Μα που συμπόνεσες εσύ, καλή μου,
    ενός περαστικού τη μοίρα - την δική μου

    Ε.Α. Poe
     
  10. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΔΕΙΛΙΝΟ

    Αγγιγμένη απ’ τους ίσκιους των νερών
    στο χορτάρι όπου η μέρα ξεψυχάει
    η αρλεκίνα γυμνή βγαίνει και κοιτάει
    το κορμί της στον καθρέφτη των νερών.

    Παρεκεί ένας τσαρλατάνος βραδυνός
    τα παιγνίδια που θα κάνουν διαφημίζει.
    Ο άχρωμος απ’ άκρη σ’ άκρη ουρανός
    άστρα σαν το γάλα ωχρά γεμίζει.

    Ο χλομός ο αρλεκίνος μ’ ευθυμία
    πρώτα πρώτα χαιρετάει τους θεατές
    Μάγους που ’χουν έρθει απ’ τη Βοημία
    μερικές νεράιδες και τους γητευτές.

    Και κατόπιν ξεκρεμώντας έν’ αστέρι
    με το τεντωμένο του το παίζει χέρι
    ενώ κάποιος κρεμασμένος ρυθμικά
    με τα πόδια του τα κύμβαλα χτυπά.

    Τ΄ όμορφο παιδί η τυφλή κουνάει,
    η ελαφίνα με τα ελάφια της περνάει.
    Βλέπει ο νάνος με το βλέμμα του θολό
    τον τρισμέγιστο αρλεκίνο πιο ψηλό.

    Guillaume Apollinaire

    Μετάφραση: Μήτσος Παπανικολάου
     
  11. axis142

    axis142 unforgiven

    Τελεσίγραφο (Ρένα Πετροπούλου-Κουντούρη)
    =======================================

    Η αλαζονεία σου

    Σκυλί που κατατρώει τα λείψανα

    Της ρημαγμένης περηφάνειας μου

    Φύγε μακριά μου

    Κι έλα ξανά

    Ισοπεδωμένος από το βάρος

    Της απουσίας μου
     
  12. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Το κάστρο της ελπίδας

    Χλωμή κυματίζει η κώμη σου
    Μέσα από του κορμιού τα αρώματα
    Παιχνιδιάρικη σημαία λευκή
    Που το μετάξι της ξανθαίνει στον ήλιο.

    Κουρασμένη από τη μάχη των θρήνων
    Η ανάσα ενός τυμπάνου το νερό παγιδεύει,
    Το παρελθόν της αρνείται η καρδιά μου
    Και την πλεξούδα σου λύνει σε κύματα,

    Επιτίθεται, ιππεύει – ή κυλά μεθυσμένη
    Μέσα από αιμάτινα έλη, για να
    Φυτέψει σημαία ολόχρυση
    Στο σκοτεινό αυτό χάλκινο κάστρο

    – Όπου, από αδιαφορία δακρύζει,
    Την πλάτη η Ελπίδα γυρίζει και χαϊδεύει
    Χωρίς κανένα αστέρι χλωμό να προβάλει
    Τη σκοτεινή σαν κατάμαυρη γάτα Νυχτιά.

    Στεφάν Μαλλαρμέ