Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. Dapom

    Dapom Contributor

  2. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     

    Εμείς
    Οι εγκλωβισμένοι του Χθες
    Στο φρικαλέο τριγμό του Σήμερα
    Επικαλούμαστε ένα διωγμό
    Ένα ανάθεμα
    Ή μια ανάσα εφιάλτη
    Για να επιστρέψουμε εκεί
    Όπου βιώνουμε το Υπέροχο
    Το Απόλυτο
    Το Αληθινό
    Και κατοικία μας είναι
    Όχι ο χρόνος
    Ούτε ο πόνος
    Αλλά οι στίχοι απ’τα τραγούδια
    Των βάρδων…
    Περισσότερο από τους άλλους
    Απ’ οποιονδήποτε ‘άλλο’
    Εμείς ξέρουμε καλύτερα
    Τι σημαίνει ν’ανήκεις στο Χθες
    Και να προσδοκάς το Αύριο
    Να επιστρέφεις
    Για να ησυχάσεις
    Και να γαληνέψεις
    Κι όχι για να βιώσεις ξανά
    Ό,τι για πάντα χάθηκε…
    Περισσότερο απ’όλους
    Κι από καθέναν χωριστά
    Σ’εμάς ανήκει το Αύριο
    Γιατί θυσιάσαμε όλη μας την ακεραιότητα
    Κι όλη μας τη ρώμη
    Οραματιζόμενοι ευρύχωρους κόσμους
    Από ηδονές και αγιοσύνη
    Γιατί δεν ρίξαμε κάτω
    Τις ασπίδες στις ήττες
    Γιατί δεν τραγουδήσαμε ποτέ
    Όπως το αξίζαμε
    Στους λιγοστούς θριάμβους…
    Περισσότερο από τους άλλους
    Απ’όλους τους άλλους
    Εμείς
    Αγαπήσαμε τη ματαιότητα
    Λατρέψαμε το πρόσκαιρο
    Υμνήσαμε το φθαρτό
    Σμιλέψαμε το Απρόσιτο
    Και κατοικήσαμε μέσα του
    Και σήμερα μπορούμε
    Αν το θελήσουμε αληθινά
    Ν’αναστηθούμε από τη τέφρα μας
    Να σηκωθούμε αγέρωχοι
    Να ξεκινήσουμε ξανά
    Να στοχαστούμε απ’την αρχή
    Όχι σ’ένα τέλος που θα αρμόζει
    Στην αποκοτιά μας
    Να υπάρχουμε
    Μα σ’ένα πέρας μυητικό
    Ένα ολοκαύτωμα ανδρείο
    Ένα στροβίλισμα φωτός και χάους
    Πριν σφαίρες γίνουμε
    Από αστρόσκονη και Νύχτα


    Κι αναλωθούμε οριστικά
    Και υπέροχα…D.P.
     
  3. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     

    Θεόθεν αλήτης


    Φιλία και Στάση
    Αδικία και Τίση

    Μεταμορφώσου αν μπορείς να δεις
    δες αν μπορείς με άλλα μάτια
    εξακόντισε τον ήλιο ως τα Ηλύσια Πεδία
    αιχμαλώτισε όλο το θεϊκό σου άνεμο
    αλλά και πάλι χρεώστης είσαι
    στο πάντων η ανάγκη κρατεί
    και αναρωτιέσαι
    πότε έχασες το παιχνίδι
    δεν έχασες τίποτα
    που δεν μπορείς να βρεις ξανά…
    Θεηλάτης
    ημεροδρόμος του αιώνιου
    έχεις στη χούφτα σου όλες τις μοναξιές σου
    μην τις σπαταλάς άδικα
    αναζητώντας το Ένα που σε αρνείται…
    Φως και Σκοτάδι
    στο μαξιλάρι σου
    Η οδός του Κάτω
    Ίδια μ’εκείνη της Ανόδου…

    στην καθημέρια οδύνη σου
    και η απαντοχή σου
    Αλήτης θεόθεν
    αρματώθηκες τη μοίρα σου
    κι έχεις καρπούς να δρέψεις…
    κι αγάπες που σε περιμένουν!!!D.P.
     
  4. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     




    Και…

    Δεν χωράει στη χούφτα μου
    ολόκληρος ο ποταμός σου
    κι όμως
    σου έκλεψα εκείνη τη μικρή σταγόνα
    που ξέφυγε απ΄τα μάτια σου
    και ορθώνω ανάστημα ο θρασύς
    πως θα σε κρατήσω ακέραιη
    Αν σώζεται ο άνθρωπος
    Κάποτε
    κάποια στιγμή αν ο λυγμός του
    μπορεί να γίνει δροσερή βροχή
    και ο ήλιος δεν σπαταλιέται
    σε άρρωστες σκιές
    στα δάχτυλά μου η μικρή αυτή σταγόνα
    θα’χει απορροφήσει όλο το φως
    και θα μου μιλάει για σένα
    στον έσχατο ύφαλο
    των τελευταίων ανθρώπων
    τις ώρες που το χτες
    θα βγάζει με αίμα και σάρκα
    τ’αγκίστρια του από πάνω μου
    θα’χω ό,τι χρειάζομαι
    να ξεκινήσω απ΄την αρχή
    ένα χαμόγελό σου

    και…D.P.
     
  5. Alma Oscura

    Alma Oscura Όπταις άμμε

    ΠΗΤΕΡ - Μαριανν Μουρ

    Δυνατός κι ολισθηρός,
    φτιαγμένος για πάρτι τα μεσάνυχτα στο χόρτο
    αντίπαλος με τέσσερα γατιά, την ώρα του περνάει κοιμώμενος –
    το απόμερο νύχι στο μπροστινό του πόδι ανάλογο του αντίχειρα, μαζεμένο προς τα μέσα• η μικρή τούφα φύλλων φτέρης
    ή τα πόδια του γρύλλου πάνω από κάθε μάτι καταμετρούν κάθε μονάδα
    του συνόλου• τα σαρδελοκόκκαλα φυσικά τοποθετημένα περί του στόματος
    χαμηλώνουν κι υψώνονται σαν αγκάθια σκαντζόχοιρου.
    Αφήνεται η βαρύτητα να τον ισοπεδώσει,
    σα φύκι απλώνεται και ημερεύει από τον ήλιο,
    αναπόδραστα όταν τεντώνεται μένει στατικός.
    Ο ύπνος είναι το αποτέλεσμα της αυταπάτης του, ότι εαυτός πρέπει
    εαυτόν όσο καλύτερα να διαφυλάσσει,
    ο ύπνος – επιτομή για εκείνον της έννοιας του τέλους της ζωής.
    Δείξτου πως έβαλε η κυρά ένα κλωνάρι ακονισμένο
    στους άκακους αδένες του επικίνδυνου όφεως της ερήμου.
    Δεν αξίζει η δοκιμή να τον τσιγκλήσεις• το δαμάσκηνο κεφάλι του
    και τ’ αλλιγατίσια μάτια του (τα μάτια αλιγάτορα) δεν σηκώνουν τέτοια αστεία.
    Αν τον σηκώσεις και τον χειριστείς μπορεί να τον κρεμάσεις σα να ‘ταν χέλι
    ή να τον βάλεις σαν ποντίκι στο μπράτσο σου•
    τα μάτια διαιρεμένα με κόρες πλάτους πινέζας,
    τρεμοπαίζουν στο άνοιγμα• ύστερα σκεπάζονται.
    Μπορεί είπα; Μάλλον ενδέχεται•
    όταν σε όνειρο έχει δεχτεί την ήττα –
    όπως σε μάχη με τη φύση ή με γάτες, όλοι το ξέρουν.
    Ο βαθύς ύπνος δεν είναι για εκείνον μια σταθερή ψευδαίσθηση.
    Με ένα τίναγμα ακρίβειας βατράχου, με σπασμένη φωνή
    όταν τον έχεις στα χέρια σου, βρίσκει πάλι τον εαυτό του•
    το να κείτεται στο κελί που σχηματίζουν τα δοκάρια της οικιακής καρέκλας
    θα ’ταν ανώφελο – ανθρώπινο. Που ωφελεί η υποκρισία;
    Είναι επιτρεπτό να επιλέγεις επάγγελμα,
    να παρατάς το καρφί ή το μαμούνι,
    όταν διαφαίνεται μια έλλειψη απόλαυσης,
    να σημαδεύεις το περιοδικό εκεί δίπλα με μια διπλή νυχιά.
    Έχει μιλιά μα αγενώς σιωπά. Τι νόημα έχει;
    Όταν είσαι ευθύς, η ίδια η παρουσία σου αποτελεί τιμή.
    Είναι φανερό πως αντιλαμβάνεται την αξία της φυσικότητας,
    πως δεν βλέπει την αδιαμφισβήτητη αλήθεια ως συνθηκολόγηση.
    Όσο για την τάση του αδιακρίτως να επιτίθεται,
    ένα ζώο με νύχια πρέπει να δύναται να τα χρησιμοποιεί.
    Το μήκος χελιού απ’ τον κορμό ως την ουρά δεν είναι τυχαίο.
    Το να πηδά, ν ’απλώνεται, διχοτομώντας τον αέρα, ν’ αρπάζει, να κυνηγά.
    Το να λέει στην κλώσα: πέτα πάνω απ’ το φράχτη, πάρε το λάθος δρόμο
    μέσα στη σύγχυση – αυτή είναι ζωή•
    οτιδήποτε λιγότερο θα ήταν ατιμία.
     
  6. cadpmpc

    cadpmpc Contributor

    Για ν' ανεβείς στον ουρανό,
    χρειάζεσαι
    να σβήσεις το παρόν της Ελλάδας
    όσο κρατάει ένα ποίημα
    να βάλεις κόκκινο στα χείλη των αγαλμάτων
    να γίνεις ο πρωτάρης του τελευταίου σου κοριτσιού
    και ο τελευταίος του πρώτου
    να κάψεις πόδια στον άμμο της Κουρούτας
    να βουτήξεις σε κλεμμένο καρπούζι
    κατ' ευθείαν στην καρδιά με το πρόσωπο ολόκληρο
    να σου σταυρώσουν με βέρα
    το τσιμπημένο χέρι από τη σφήκα
    να λες το εκεί μέσα εκατοικούσες
    εκεί μέσα κάτι κούρσες
    να πας αφαιρώντας σ' ένα πρώτο σ' αγαπώ
    ν' ακούσεις το σκόνταψες παιδάκι μου
    από την καρδιά της μάνας εκείνου
    που την ξερίζωσε για χάρη μιας αγάπης
    να διψάσεις για χάρη της δίψας
    που ανανεώνει τη γεύση όλων των νερών
    ως το και ως χιόνα λευκανθήσομαι
    να βάλεις μαρτυρίκι το φιλί σου το πρώτο
    για να διασώσεις το καδιοχτύπι του
    να ξαναδείς το χέρι σου
    να κλείνει τα μάτια της μάνας σου
    και το κομπολογάκι της τελευταίας
    νύχτας του πατέρα σου
    να ερωτευτείς το ρερητορευμένο ρο
    και το οι λέξεις δεν φτάνουν.
    να ξεχάσεις όσα θυμάσαι
    για να σκάσουν μύτη όσα ξεχνάς
    να βάλεις την τελεία στις λέξεις που δεν είναι λέξη
    αλλά η στίξη μιας απόφασης
    να φορέσεις λευκό πουκάμισο
    και να πας στην κηδεία σου
    να αφήσεις τουλάχιστον δυο γυναίκες να σε κλάψουν
    και τέλος να επιστρέψεις στην αρχαία ντροπή
    που σε έκανε να μην απαγγέλεις ποιήματα
    στις σχολικές εν γένει εορτές.

    Β.Λ.
     
  7. -Volt-

    -Volt- Contributor

    Γητειά

    Μια φρουτώδης μυρωδιά θύμισε κι απόψε
    μια γητειά στακάτη, απαλή σαν της μπίρας τον αφρό
    Θύμισε αλλοτινές ευχές κι ενύπνια χαμόγελα
    τέτοια που φιδογυριζαν κι ακόμη θυμόμουν
    σαν ξυπνουσα

    Πελάτες συζητούσαν το απόγευμα μπροστά μου
    ζήτησα καπνό και αναπτηρα
    πόσες φορές το έκανα ως τώρα;
    πόσες πριν απ' τη γητειά, πόσες μετά;

    Παλεύει ένα μακρόσυρτο περιδέραιο ηλίου
    να αναδυθεί
    μοιάζει με μακροπνοες παραγράφους μέσα
    σε κάποιο μεθυσμένο οίστρο
    Κι η ανάσα μου βγαίνει ηχηρή, οχληρή
    και αργή

    Ένα ποτό κλεφτό, δύο λοξοκοιταγματα
    δύο μάτια απέραντα κι όμως τόσο ανούσια
    έφυγα πάλι κι από 'κει...
    τι περίμενα άραγε να βρω;
    ποιο δαίμονα ν' αφησω;..

    Ένα πλαστικό σπασμένο κεφι,
    δείπνο κάτω από το φως κάποιου μπαλκονιού
    έντομα πετούν και δύο προσηλωμένα μάτια
    δύο υπέροχα σφριγηλα μάτια κι αδιάφορα

    Ποιο δαίμονα φθονώ που με θυμάται;
    Ποια κατεργαριά πάλι ν' απεργαζεται;
    Σπασμένο ντέφι και
    διάσπαρτες εικόνες που αιώνια θα ζουν
    χωρίς ήχο, χωρίς εικόνα, μαλακές,
    σκληρές και τρυφερές
    Αυτός ο δαίμονας, αυτός ο φίλος κι εραστής
    ο αβέβαιος φόβος που λυσσά για τρικυμίες

    Έστησε τώρα δα! Χορό γύρω από φωτιά
    ασθενική
    με πνίγει το ντουμάνι
    Μα να τον βλέπω! Πάλι
    χάθηκε πίσω απ' τον καπνό
    Κάτι τώρα τραγουδά και ξάφνου στ' αυτί μου
    ψιθυρίζει...
    Λόγια που δεν έχουν σημασία καμία
    πότε άραγε έχουν;

    Φυγή, διαφυγή, του νου προσταγή
    σα στήθος που προτασσεται τη στιγμή που
    το ακόντιο το σκιζει
    Κύκλοι μέσα σε άλλους, κόσμοι μέσα σ' εμένα
    μια ολογιομη συμπαντική αρρυθμία

    Κραυγή θολή ίσως και λοξυγγας
    βγαλμένα σιλανσιέ και κατσαρολες
    Πέσε λέω, πέφτω
    αυτό δε θα το κάνεις πια
    Σκάσε ψιθυρίζω, σκάω
    κι υποχωρώ ξανά στον εαυτό μου
    σ' αυτή τη βέβαιη αγκαλιά χρόνου και μοτίβων

    Τραγούδι
    ποιο τραγούδι είν' αυτό;
    ποιος στο αυτί μου φυσά κι οσμιζομαι το τέμπο;
    Ένα αργό, συρτό παράπονο
    ένας κεφατος λικνιστος χορός
    που φαντάστηκα πως χόρευε

    Ντρεπόταν η χορεύτρια μου
    ντρεπόμουν εγώ
    τα μάτια μας δε συναντιούνταν
    κι ας ήταν πάντα εκεί
    για το χορό, για το τραγούδι
    στη μέρα, στη νύχτα
    Εκεί που η δυσκολία είχε πια χαθεί
    μα θα ξαναγεννιοταν
    δυνατότερη, με ηχώ, με βήμα

    Μάτια που ξεσυνηθισαν να παίρνουν τ' αλλά μάτια
    περόνες που τραβήχτηκαν και μια έκρηξη
    έγινε, τι έμεινε;
    βαθούλωμα στα μάτια και μπαρουτης μυρωδιά

    Ξανά ο δαίμονας χορεύει και στο ντουμάνι
    χάνεται
    σαν παιδί χοροπηδά, σαν ερωμένη που
    ξεγύμνωσε το στήθος της και με καλεί
    στο στόμα να το πιάσω
    και να το κάνω ο,τι θέλω γω

    Γητειά... Αυτή η γητειά που γοητεύει
    Γιατρεύει, αρρωσταίνει, κλωθογυρνά
    Φτύνει τώρα να!
    Είναι το αιώνιο τραγούδι και η έκρηξη των κόσμων
    τι μπορεί άραγε να μείνει;
    ένας κόσμος ή κομμάτια;

    Ζάρι που δε φέρνει εξάρες
    και ποιος ανάγκη το χε;
    τζόγος και ανούσιες προβλέψεις
    χαμένα σενάρια και γόπες κι αναφιλητα
    Απόσταση, απόσταση, βαριά ανάσα και σεισμός
    ποια η υπόσταση στο νοιαξιμο;

    Ασήμαντες κατηγόριες, αχαρα λόγια
    ποιος τα καίει;
    Σαν τα ξερόκλαδα που ποτέ δεν κάψαμε
    και φραξαν την αυλή μας
    δύο εργάτες κι ένα φορτηγό πληρώθηκαν
    κι όμως κάποτε μαζεύονταν κλαράκι το κλαράκι
    Γιατί από κάπου ξεκινάς
    γιατί κάποτε ξεκινάς
    ή φεύγεις ξεπνοος με άδειο πορτοφόλι
    κι ένας φορτηγατζης που έβγαλε
    από την τεμπελιά σου

    Μη και δεν ήταν τεμπελιά...
    μη και δεν ήταν παρά η κατάρα της ευκολίας
    που ζητά στη φωτιά να καψαλιστει
    στη δυσκολία μέσα να βαπτιστεί
    για να λέγεται η γητειά,
    γητειά.
     
  8. Aliki

    Aliki airetiko

    "Menos tu vientre
    todo es confuso.
    Menos tu vientre
    todo es futuro
    fugaz, pasado
    baldío turbio.
    Menos tu vientre
    todo es oculto,
    menos tu vientre
    todo inseguro,
    todo postrero,
    polvo sin mundo."
    S.D.

    Menos tu vientre Menos tu vientre Menos tu vientre
     
  9. Dimonius

    Dimonius Εγώ είμαι μην απορείς που δεν είσαι εσύ

    Όλα δουλεύουν στην πλάση. Για δες: τα μελίσσια βουίζουν,
    απ’ τις φωλιές τους οι σάλιαγκοι βγήκαν· στρουθιά φτερουγίζουν.
    Kαι να που κι ο γέρος χειμώνας κι αυτός στο γαλάζιο του απείρου
    έχει στα μάτια του, κάτι σαν φως ανοιξιάτικου ονείρου.
    Mόνος εγώ μέσα σ’ όλα με δίχως δουλειά τριγυρνάω,
    κι ούτ’ αγαπώ, κι ούτε μέλι τρυγώ, κι ούτε πια τραγουδάω.

    Kι όμως γνωρίζω κάτι άγνωστους όχτους που αμάραντ’ ανθίζουν,
    ξέρω κρυμμένες πηγές που το νέκταρ σε ρυάκια σκορπίζουν.
    Για άλλους αμάραντ’, αλίμονο γι’ άλλους αν θέλετ’ ανθίστε·
    όχι! για με μην ανθίστε. Mακριά μου ρυάκια κυλήστε·
    μ’ έν’ αστεφάνωτο μέτωπο φεύγω, με χείλη φρυγμένα,
    κι αν με ρωτάς ποιος με πνίγει καημός, άκου τούτο από μένα:
    δίχως ελπίδα η δουλειά νέκταρ μέσα σε κόσκινο χύνει,
    και δίχως κάποιο σκοπό η ελπίδα δε ζει μήτ’ εκείνη.
    Σαμιουελ Τειλορ Κολεριτζ
     
  10. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     




    Όταν έχεις φτάσει
    σε κείνη την μυστική
    κι απρόσιτη κορυφή
    του εαυτού σου
    που μόνο εσύ γνωρίζεις
    ο ήχος της φωνής σου
    δεν σε νοιάζει πια
    οι αρχαίες λέξεις δραπετεύουν
    μαζί με το θόρυβο των συλλαβών
    και σ’ εγκαταλείπουν

    ό,τι κι αν πασχίζεις να κρατήσεις
    δεν μένει στα χέρια σου
    ό,τι φιλοξενούσες περιττό
    το αρνείσαι πια
    κι αν ήθελες να το φυλάξεις
    δεν θα μπορούσες
    έγινε κόκκος σκόνης
    και διαλύθηκε στο άπειρο

    κι αυτό που συγκρατούσε το βλέμμα σου
    δεν σε κουράζει άλλο
    σημασία δεν έχει όσα είδες πριν
    όσα θησαύρισες άσχημα ή όμορφα
    γιατί έχεις τώρα ένα άλλο βλέμμα
    και τα φθαρτά σου μάτια
    παλεύουν να στερεώσουν
    τούτο το νιογέννητο σύμπαν
    και να το ψηλαφήσουν

    ως και η μνήμη
    σ’έχει απαλλάξει απ’το φορτίο της
    όσα σε κρατούσαν δέσμιο
    σε μια ειρκτή κι ένα κελί μοναχικό
    μοιάζουν γελοία πλέον και ανόητα
    και ξεφλουδίζουν από τη ψυχή σου
    όπως το σάπιο δέρμα
    απ’το σώμα σου

    και αν ακόμα
    η αναρρίχηση ήταν σκληρή
    και μάτωσες
    σε κάθε βήμα
    τώρα δεν έχεις χρόνο
    ούτε για ψέματα
    ούτε γι’αλήθειες
    ούτε για φόβους
    ούτε για ματαιώσεις

    τόπος για όλα τούτα
    δεν υπάρχει πια

    γιατί ανοίγεις τα χέρια σου
    και υποδέχεσαι έναν καινούργιο κόσμο
    και τον ακούς να σε καλεί
    σε μια άλλη γλώσσα

    και αν είσαι τυχερός
    μονάχα μια στιγμή
    πριν καταρρεύσεις
    όλους τους πόρους σου θ’ανοίξεις

    κι ένα μαζί σου θα γίνει…D.P.
     
  11. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     

    Ένα μικρό χαμόγελο
    ψελλίζω
    μου ήταν αρκετό
    κι όμως δεν ήταν…
    ποτέ δεν ήταν…
    τριάντα χρόνια κρυβόμουν
    στο μακελειό του αγώνα
    συνωμοτούσα εναντίον σου
    παρίστανα τον σύμμαχό σου…

    όταν ακούω τον εαυτό μου
    η φωνή βγαίνει απ’τα συρτάρια
    κι απ’τους ξυσμένους τοίχους
    κι απ’τα βρόμικα παράθυρα
    κι απ’ τα ελεεινά παπούτσια
    δεν βγαίνει από στόμα αυτή η φωνή

    κι όταν με αντικρίζω
    βλέπω το πρόσωπο ενός άλλου
    ενός που ντύθηκε το χώμα
    ενός που πλύθηκε το αγοραίο
    ενός που αγόρασε ακριβά το χθες
    για να το ξεπουλήσει στο αύριο

    ενός που αρκείται στο ίδιο ψέμα
    για να κουβαλάει την κάθε νύχτα
    ως το επόμενο πρωινό

    και να σηκώνει απ’το κρεβάτι
    μαζί με το λερό του σώμα

    και μια θηλιά από αγκάθια…D.P.
     
  12. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     


    Μην σου φανεί παράξενο
    για μένα τίποτε δεν πέθανε
    και όλα είναι ζωντανά
    κάθε στιγμή
    λέω πως οι ιχνευτές μου δεν γύρισαν ακόμα
    από τον άγνωστο λειμώνα που τους έστειλα
    λέω πως οι φύλακες του ιερού μας
    δεν έγιναν νεκραγωγοί
    και σπαταλούν ήλιο και αιώνες
    όσο τους κάνει ακόμα κέφι
    να σε αναπαριστούν στο χώμα
    τέσσερις το πρωί διαβάζω Λόρκα
    ...Θέλω να κοιμηθώ τον ύπνο των μήλων…
    θα ξημερώσει πάλι
    όλα όσα κρύβονταν
    ψηλαφητά θα γίνουν πάλι
    κι όλα όσα έζησαν μια νύχτια δόξα
    θα μπουν ξανά βαθιά στην αγκαλιά μου
    τέσσερις το πρωί διαβάζω Λόρκα
    …θέλω να ζήσω μ'εκείνο το σκοτεινό παιδί
    πούθελε την καρδιά του να σταματήσει
    στη θάλασσα την ανοιχτή...

    λέω πως το κάστρο μου είναι ακόμα στέρεο
    είμαι ακροβολισμένος όπως πάντα
    στην ανατολική μου έπαλξη
    σε περιμένω
    οι αισθήσεις μου πανηγυρίζουν
    γιορτάζουν στη βοή της νύχτας
    και το αχανές σαλεύει ολόγυρα
    σαν μεθυσμένο ερωτικό σεντόνι
    και δεν ψελλίζω
    ούτε κρατιέμαι απ’το ελάχιστο
    γίνεται ο χρόνος μεθεκτός
    και τον αρνούμαι
    ενεργός με θράσος
    κι ακέραιος
    είμαι




    συντροφιά με την αρχαία Αναπνοή… D.P.