Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Εμένα πάλι το μηδέν με ταλαιπωρεί...
    Αν και σε τρία πράγματα είμαι πραγματικά άθλια, την γεωγραφία και τα μαθηματικά,
    αυτό το μηδέν, είναι το πιο δύσκολο από τους αριθμούς...
    Και δεν του το είχα..
     
  2. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     






    Τον είδα πάλι

    σε μια στάση λεωφορείων

    ορθός, ασπρομάλλης

    φορούσε εκείνο το μπουφάν που του άρεσε

    και τα παπούτσια του

    τα αθλητικά

    που του είχα αγοράσει κάποτε

    πριν μια αιωνιότητα



    τον πλησίασα λοιπόν

    ήξερα πως δεν είναι αυτός

    κι όμως

    ήθελα να τον δω

    να δω το πρόσωπό του



    χαμογελούσε άραγε αυτός;

    είχε το βλέμμα γλυκό

    ή τραχύ;



    να είχε άραγε πρόσωπο;

    ή μήπως ήταν άλλη μια σκιά

    άλλος ένας αισθητοποιημένος μου λυγμός

    άλλη μια πελεκημένη στα σύννεφα

    μυστική μου προσευχή;



    να υπήρχε άραγε κανείς

    με σάρκα και οστά

    μέσα σ’αυτό το μπουφάν;



    δεν το έμαθα ποτέ



    Κάθισα αποκαμωμένος

    σε μια γωνιά

    κι έβγαλα μέσα απ’την ανάσα μου

    σαν εκτόπλασμα

    όλο τον πόνο

    τον σμίλεψα για ώρα

    μοναχός



    ώσπου να πάρει την μορφή του

    και το γλυκό χαμόγελο που είχε



    και ξεχάστηκα…

    D.P.
     
  3. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Charles Baudelaire
    Ο Θάνατος των Εραστών

    Θα ʽχουμε κλίνες, με μια απαλή ευωδία
    Βαθιά ανάκλιντρα όπως στους τάφους
    Και παράξενα λουλούδια πάνω στα ράφια
    Ανθισμένα για μας, κάτω απʼ ουρανούς πιο ωραίους

    Καθώς θα στερεύουν οι τελευταίοι μας πόθοι
    Θα ʽναι οι καρδιές μας δύο αχανείς λαμπάδες
    που αντανακλούν τη διπλή τους λάμψη
    πάνω στα δυο πνεύματά μας, τούτοι οι δίδυμοι καθρέπτες

    Κάποιο δειλινό φτιαγμένο σε μυστήριο ρόδινο και γαλανό
    Θʼ ανταλλάξουμε μοναδικό έναν κεραυνό
    ανυπόφορο αντίο, τι μακρόσυρτος λυγμός

    Και αργότερα ένας Άγγελος, μισανοίγοντας τις πόρτες
    Θα έρθει ανασταίνοντας, πιστός και χαρούμενος
    Τους θολούς καθρέπτες, και τις σβησμένες φλόγες

    Paul Verlaine
    Φεγγαρόφωτο

    Είναι η ψυχή σας ένα θεσπέσιο τοπίο
    όπου συρρέουν μασκοφόροι μαγευτικοί
    παίζοντας τον αυλό, χορεύοντας, κι ίσως σχεδόν
    θλιμμένοι κάτω απʼ τις εξαίσιες φορεσιές τους

    Σύσσωμοι όλοι τραγουδούν σε κλίμακες οδύνης
    για νικηφόρους έρωτες και ανθοστόλιστους βίους
    ίσως να μην πιστεύουν μέσα στην ευτυχία τους
    και οι φωνές τους μπλέκονται στο φεγγαρόφωτο

    Ω, γαλήνιο φως του φεγγαριού πανέμορφο όμως και τόσο μελαγχολικό
    που δίνεις στα πουλιά τη δύναμη να ονειρευτούν μέσα στα δέντρα
    και κάνεις τις πηγές με όλο λυγμούς να κλαίνε εκστατικές
    εκείνες τις πελώριες πηγές ανάμεσα απʼ τα αγάλματα.

    http://www.poiein.gr/2009/12/23/cha...i-paul-verlaine-oaaaanuouoi-iaouon-o-euuiico/
     
  4. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     



    σιγῇ ἀπώλοντο…

    κι έτσι αρθρώθηκαν οι πρώτοι λόγοι...
    πάνω στο σεμνό κύμα
    μέσα στο όνειρο
    έξω από το σκοτεινό δωμάτιο

    ο νους
    κροτάλιζε ξόρκια
    και αυτοσχεδίαζε κατάρες
    σπαρτές
    ασήμαντες
    λυγρές
    όμως ανάπνεε
    πάνω στα ίχνια της Νύχτας

    δεν σε αγνόησα ποτέ
    να ξέρεις
    σε νοσταλγούσα
    ακόμη και τις στιγμές
    που ήμασταν μαζί
    πάνω στο λυπημένο κύμα
    μέσα στο λάμπον όνειρο

    έξω απ'το μικρό δωμάτιο

    ίμερος
    γλυκύς
    ό,τι κρατώ
    ό,τι θυμάμαι

    σιγή...

    ...κι ότι δεν σε συνάντησα......D.P.
     
  5. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    τσιγάρα που δεν καπνίστηκαν ποτέ...



     





    Σήκωσε το φως
    όλο το μολυσμένο έρεβος
    ν’αποκαλύψει ένα παλάτι
    από στοιχειωμένα χτες
    τυχοδιώκτες κόκκοι από άστρα
    πυρήνες ήλιοι
    πεθαμένοι από αιώνες
    χορεύουν ξεδιάντροπα
    μπροστά στα μάτια μου
    ακούω τον συριγμό της νύχτας
    ακούω το λιπαρό φως
    το ρίγος απ’το αείποτε
    που στερεώνει δοκάρια
    σε μια ξεδοντιασμένη οροφή ονείρων
    πάνω απ’το κεφάλι μου
    δεν βλέπω πια
    δεν υπακούω στο Εν
    δεν με αφορά η σωτηρία
    η απώλεια
    το τράνταγμα οστών αγίων
    ή ληστών
    που έχουν σκουριάσει πια
    που έγιναν φωλιές
    για ανταύγειες κίβδηλες
    Σήκωσε ράθυμα ο ήλιος
    όλο το κλειδωμένο χτες
    κι εγώ στηρίζω με την πλάτη μου
    το λερωμένο τοίχο
    κουφάρια χρώματα
    μια ταλαιπωρημένη ταμπακιέρα
    με οχτώ τσιγάρα
    που δεν καπνίστηκαν ποτέ
    και τα γυαλιά σου
    που ορφάνεψαν από πρόσωπο
    και μάτια
    και μου διηγείται αυτό το ψεύτικο αύριο
    ιστορίες που δεν ειπώθηκαν ποτέ
    και ανασαίνω τη μορφή σου…
    D.P.
     
  6. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     



    Μοιραστήκαμε τον κόσμο
    σε μια δρασκελιά φωτός
    σε μια νύχτια μέθη
    αλλά ξένοι απομείναμε
    Απόμερα
    Στου πρωινού αστεριού
    το ουράνιο πλήγμα
    εμείς
    Ανέκπληκτοι…
    Είχε λοιπόν
    αποσώσει ένα δάσος από ανάσες το χαμόγελό σου

    στο είπα
    φεύγοντας μόνη
    στερεώνεις μονάχα το κενό
    κι είχε το βλέμμα σου τόση λαχτάρα
    να βουτήξει στο Ένα
    που βουβός το άπλωσα στο πρόσωπό μου
    ακέραιο
    να μην ραγίσει…
    Μοιραστήκαμε το δέος
    σε μια γουλιά σελήνης
    κρατήσαμε στα χέρια μας το αιώνιο θαύμα
    κι όμως
    ανέκφραστοι χαρήκαμε
    Στου βραδινού ναυαγισμένου ήλιου
    την έκπληκτη αποδρομή
    εμείς
    Ανέκπληκτοι…D.P.
     
  7. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    στην περιοχή του ανθρώπου…



     




    Η επιστροφή, η κάθε επιστροφή, έχει τη χλομάδα της συγκατάβασης και την αποκοτιά της λήθης. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
    Ο χρόνος ό,τι σου παίρνει στον κανόνα, στο δίνει στην εξαίρεση.
    Όλα όσα απαρνήθηκε κανείς στα νιάτα του, όσα έδωσε μάχες για να τα συντρίψει, να τα εκμηδενίσει, να τα αφανίσει, να τα γελοιοποιήσει, είναι μοιραίο να τα γευτεί πολλά χρόνια, πολλές εποχές μετά… και δεν θα έχουν την αγριάδα του τότε αλλά την στυφή, άνυδρη γεύση του τώρα…
    Η επιστροφή, η κάθε επιστροφή, έχει το κωμικό προσωπείο της ανάμνησης και το τραγικό πρόσωπο της μνήμης.
    Έχει τη μελαγχολική συγκίνηση του ανταμώματος και τη θλιβερή όψη της γήρανσης. Της ασύμμετρης, άνισης γήρανσης. Το σώμα είναι ο Άτλαντας που κουβαλάει στους ώμους του ένα σύμπαν και η ψυχή, νέα και θαλερή ακόμα, αρνείται να αναγνωρίσει ό,τι υπέκυψε στο χρόνο. Και οι μνήμες απασφαλίζονται και η επίθεση ξεκινάει. Και το να πεις ‘ήμουν ανέτοιμος’ είναι ψέμα. Και το να ισχυριστείς ‘ήμουν αθωράκιστος’ είναι ψέμα. Και το να πεις ‘ήμουν αθώος’ είναι η μισή αλήθεια.
    Η άλλη μισή κρύβεται σε όλο αυτό τον πόνο που έχεις μαζί σου.
    Ξέρω ότι είσαι μακριά κι όμως τώρα είναι που θέλω να σου μιλήσω, λες και απευθύνεσαι στον ασχημάτιστο ακόμα ορίζοντα του αύριο. Ξέρω ότι έφυγες για πάντα κι εγώ με παιδιάστικο πείσμα ποθώ όλο τούτο να το ακυρώσω.
    Ξέρω ότι χαθήκαμε αλλά είμαστε εδώ… ακόμα. Κι αυτό δεν το λες… δεν τολμάς να το ψελλίσεις. Το σκέφτεσαι κι είναι το φορτίο το ακριβό αντίτιμο της κάθε νύχτας δίχως… εκείνο.
    Και λοιπόν; Δεν μπορείς να κάνεις πολλά… ίσως τίποτα…
    Περπατάς συντροφιά με τους ήχους των βημάτων σου και αυτό έχεις κερδίσει με ηράκλειο μόχθο, με αμέτρητα λάθη, με γενναίες αρνήσεις.
    Και λοιπόν;
    Έχεις ένα βράδυ ακόμα να γεράσεις ανενόχλητος από τον ήλιο…
    Ξέρω ότι είσαι μακριά κι όμως τώρα είναι που θέλω να σου μιλήσω…
    Και μετά…
    Πάντοτε θυμάσαι… πάντοτε θα θυμάσαι
    να επιστρέφεις στη φωλιά σου… στον οίκο των αέναων μεταβολών… στο καταφύγιο του ολόδικού σου απείρου…
    στην περιοχή του ανθρώπου…D.P.
     
  8. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    Ζωντανοί που ως και ο θάνατος τους γύρισε την πλάτη...

     


    Περιμέναμε να συμβεί κάτι θαυμαστό, κάτι μεγάλο.

    Λέγαμε, θα το αναγνωρίσουμε πριν καν ενσκήψει, θα το ψελλίζουμε, θα το ανασαίνουμε σχεδόν… χωρίς να το γνωρίζουμε… θα έρχεται από μακριά, θα αναδύεται από βαθιά, θα μάς σκεπάσει σαν ουρανός και δεν θα το βλέπουμε… μα θα το νιώθουμε γιατί θα έχουμε ενδυθεί αυτό κι εκείνο θα έχει ενδυθεί εμάς…

    Έτσι πιστεύαμε, έτσι λέγαμε, έτσι ονειρευόμασταν… κι ονειρευόμασταν συχνά… κάθε βράδυ σχεδόν κι έπειτα, όλη την ημέρα… ονειροπολούσαμε, τραγουδούσαμε, ψέλναμε ή θρηνούσαμε…

    Γιατί κάτι παράξενο, κάτι μοναδικό είχε συμβεί και η αθάνατη ψυχή μας το γνώριζε… η απώλεια… το είχαμε κιόλας χάσει… κάποτε το είχαμε και το χάσαμε… ο νους δεν γνώριζε, ο νους αγνοούσε… η καρδιά το γνώριζε, η καρδιά ποτέ δεν αγνοεί ό,τι είναι φτιαγμένο από καρδιά…

    Περιμέναμε να συμβεί κάτι θαυμαστό, κάτι μεγάλο. Και αυτό είχε γεννηθεί κι είχε πεθάνει ήδη. Πριν από μας. Πριν καν υπάρξει οτιδήποτε.

    Πονούσαμε. Πονούσαμε πολύ που το σώμα προδόθηκε, ο νους λάθεψε… είχαμε ξεχάσει την καρδιά… ποτέ δεν ακούσαμε την καρδιά… ζούσαμε με τα νεφρά, ζούσαμε με τη σάρκα, ζούσαμε με την Μεγάλη Πνοή αλλά… όχι και με την καρδιά…

    Ζούσαμε σε ένα σύμπαν ολομόναχοι και πιστεύαμε πως όλοι αυτοί τριγύρω ήταν ζωντανοί… δεν βλέπαμε… κοιτάζαμε με το νου, ήμασταν τυφλοί με την καρδιά…

    Πλανηθήκαμε…

    Περιμέναμε αναρίθμητες αιωνιότητες κάτι να συμβεί. Κάτι θαυμαστό, κάτι μεγάλο.

    Δεν καταδεχθήκαμε ποτέ να ‘διαβάσουμε’ τα αόρατα, τα αψηλάφητα, τα ονειρόχτιστα και σκιώδη… φοβόμασταν… φοβόμασταν να ζήσουμε.

    Δεν γείραμε το κεφάλι να μετρήσουμε βήματα, να δούμε τα γεώδη, να οσμιστούμε τα χοϊκά… ήμασταν ψηλά εμείς, ήμασταν αιθέριοι, υψιπέτες, επηρμένοι…

    Δεν δώσαμε σημασία στα σημεία, στους οιωνούς, στα δρώμενα των ιερών ωρών, των μεγάλων ημερών… ήμασταν επιστήμονες εμείς και επιστατούσαμε το στέρεο, το κραταιό, το έμπεδο, το ακλόνητο.

    Περιμέναμε κάτι να συμβεί, κάτι θαυμαστό και μεγάλο.

    Και ήρθαν οι εποχές που μάς προσπερνούσαν οι θύελλες, μάς περιφρονούσαν οι κεραυνοί, μάς διαπερνούσαν οι φλόγες… κι εμείς ανέγγιχτοι, ακέραιοι, αλώβητοι στεκόμασταν και ανώλεθροι και απορούσαμε…

    Απορούσαμε και θρηνούσαμε… θρηνούσαμε γιατί δεν πεθαίναμε.

    Δεν μπορούσαμε να πεθάνουμε…

    Και τότε καταλάβαμε, τότε κατανοήσαμε…

    Εκείνο που περιμέναμε, ήταν ο θάνατος κι αυτός δεν ερχόταν.

    Ζούσαμε πεισματικά, ζούσαμε σαν από θράσος.

    Ζούσαμε όχι από τόλμη αλλά από αναίδεια και οίηση.

    Ζούσαμε όχι γιατί το αξίζαμε, γιατί το’χαμε κερδίσει.

    Ζούσαμε σαν από λάθος, σαν από κοσμικό σφάλμα… σαν από… συμπαντική παραγνώριση…

    Μάς είχαν ολότελα ξεχάσει!

    Και ο πανικός μάς τύλιξε και ο τρόμος πως θα ζήσουμε αιώνια περιμένοντας εκείνο που ποτέ δεν θάρθει.

    Να είμαστε ολοζώντανοι και όμως ξεχασμένοι.

    Νεκροί ζωντανοί που περιμένουν επιτέλους μια συμπόνια.

    Ένα βλέμμα καταδεκτικό, ένα τρυφερό χάδι του Αχανούς.

    Ζωντανοί που λησμονήθηκαν στην αέναη περιδίνηση μιας αόρατης θύελλας.

    Ζωντανοί που δεν μπορούν πια να γευτούν, να ερωτευτούν, να αγγίξουν, να βιώσουν…

    Ζωντανοί υγιέστατοι και θαλεροί, ακμαίοι και ρωμαλέοι που ικετεύουν τον Άδη να τους σπλαχνιστεί.

    Ζωντανοί που ως και ο θάνατος τους γύρισε την πλάτη.

    Περιμένουμε κάτι να συμβεί.
    Κάτι μεγάλο.
    Κάτι θαυμαστό…

    Κι όχι πια γύρω μας…
    Δεν θα έρθει από μακριά… δεν θα μάς τυλίξει σαν ουράνιο σεντόνι…

    Γιατί αυτό γεννιέται μέσα μας…
    και μέσα μας πεθαίνει…
    D.P.
     
  9. Aliki

    Aliki airetiko

    ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΩ ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΤΟ ΕΙΠΑΜΕ ΕΝΑ ΔΕΙΛΙΝΟ ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ ΡΕΜΑ

    Πιστεύω σ' ένα κόκκινο μουνί
    που έξαλλο γαμιέται,
    που μουσκεμένο σφαδάζει από την γκάβλα,
    που κάνει τον κόσμο να τρέμει
    με το τρομερό του πύρωμα – κι είναι ο καθένας πάντοτε μόνος του σε τούτη την πίστη.

    Και σ' έναν πούτσο τουμπανιασμένο,
    που χώνεται μέσα του αχαλίνωτος, γεμάτος με όλο το αίμα των αιώνων, αίμα χοχλακιστό από αίμα χοχλακιστό – από αυτό που ξεκινούν όλα.

    Και σε δυο βυζιά με ολόσκληρες ρώγες
    που μπορούν να γυρίσουν ανάποδα τη θάλασσα. Και σε δυο αρχίδια που γεννούνε τη γλύκα και το θάνατο μαζί.

    Και σε δυο στόματα που δαγκώνουν τη σάρκα και τη ματώνουν από λαχτάρα.
    Και σε μια σάρκα που κομματιάζεται από τους αγέρηδες και τα πουλιά.

    Και στα χύσια που πετιούνται πέρα από τη θλίψη, πέρα από το χρόνο και το φόβο, πέρα από τη μοναξιά, πέρα από τη μεγάλη σύντηξη του κόσμου.

    Και στην πεθυμιά που οδήγησε τα αγόρια με τα πρησμένα πόδια, τα κορίτσια με τη στάχτη στα μάτια, τους άπιστους κουρελήδες, τους αρσενικοθήλυκους με τη διαμαντένια γλώσσα, τα προϊστορικά τέρατα της αγάπης.

    Και στο ρίγος των σωμάτων, όταν ενώνονται κι όταν σμίγουνε κι όταν αγκαλιάζονται κι όταν αγγίζονται με την άκρη των δακτύλων, με την άκρη των χειλιών, με την άκρη των βλεφάρων – ω ναι, σ' αυτήν την εκκλησία που λέγεται έξαψη, στα ψωλοχύματα και στα μουνοϋγρά στα πρόσωπα των ανθρώπων.

    Και μήτε ανάσταση προσδοκώ, μήτε ζωή του μέλλοντος αιώνος, μόνο να κοκκινίζουν από γκάβλα τα μάγουλα των ζωντανών και τα μάγουλα των χαμένων – να κοκκινίζουν από γκάβλα τα μάγουλά μας.
    Θ.Τ.

     
  10. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     

    THE DANCE



    Σιδερένιος ουρανός
    πέτρινη θάλασσα
    κι εσύ να κολυμπάς
    μαρμάρινη
    στο ανάμεσο
    χλώριο στα μαλλιά
    κρύο στα χέρια
    ενώθηκαν τα χείλη
    μονάχα μια στιγμή
    πύρωσε ο αέρας
    φτενό μαγνάδι ο ουρανός
    τυφλή η θάλασσα
    κι εσύ να χορεύεις σιωπηλή
    ελεύθερη
    στο ανάμεσο…D.P.
     
  11. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    Ραντίζοντας με αιωνίωση...



     





    Η πρώτη φορά που ‘ο κύβος ερρίφθη’ ήταν με την πτώση του Εωσφόρου από το χτύπημα του Αδωνάι.
    Η δεύτερη ήταν με την πτώση του Άβελ από το χτύπημα του Κάιν.
    Η τρίτη ήταν με την πτώση του ελληνικού κόσμου από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα στον ίδιο τον εαυτό του.
    Στις απαρχές όλων των Μεγάλων Μύθων, ο άνθρωπος δεν είναι Άνθρωπος. Είναι απλά ένα έρμαιο της Μοίρας ή της Τύχης ή του εαυτού του. Στην αυγή όλων των μύθων, ο άνθρωπος δεν μετέχει της εξέλιξης αλλά άγεται και φέρεται από Δυνάμεις και Δράσεις που δεν ελέγχει. Κι όμως, στη μυθολογία της φρίκης, ο άνθρωπος πρωταγωνιστεί, συνειδητοποιείται, άρχει, ελέγχει. Στην δίνη της φρίκης, ο άνθρωπος γίνεται Αυτός και αντιμάχεται τη φθαρτότητά του.

    Η φρίκη της αιωνίωσης απέναντι στη φρίκη της φθοράς.
    Πως το αντιλαμβάνεται κανείς αυτό;
    Είναι δύσκολο να περιγραφεί, να εντοπιστεί, να ιχνηλατηθεί ακόμα. Βλέπουμε τις δράσεις όπως κανείς παρακολουθεί το τσουνάμι να ορθώνεται και να ορμάει καταπάνω του. Για λίγα δευτερόλεπτα το θηριώδες φαινόμενο που τον υπερβαίνει, είναι τόσο γοητευτικό που μένει αδρανής και αρνείται την οποιαδήποτε αντίδραση. Κάποια στιγμή, αφυπνίζεται, ‘συνέρχεται’, αποφασίζει να μην θυσιαστεί χωρίς κάποια μορφής μάχη.
    Οι Τρώες χάνουν την πόλη τους από την κόπωση και όχι από την ευφυία των Αχαιών.
    Οι μαθητές ‘χάνουν’ τον διδάσκαλο Ιησού από δειλία και νωθρότητα κι όχι από την μοχθηρή πονηρία των Σανχεντρίν.
    Οι σταυροφόροι χάνουν την Ιερουσαλήμ από την ακηδία τους κι όχι από την υπεροχή του Σαλαδίνου.
    Έρχεται κάποια στιγμή που το αόρατο χέρι του Αγνώστου στεφανώνει με την εύνοιά του τη φρίκη και ο θρήνος των θνητών δεν αρκεί για να το αποτρέψει.
    Η πρώτη μελαγχολική αστοχία ήταν η καταδίκη του Σωκράτη πάνω στα ερείπια της αθηναϊκής δημοκρατίας.
    Η δεύτερη ήταν η θεοποίηση του Αλέξανδρου από τους ιερείς του Άμμωνα Δία πάνω στα ερείπια του φαραωνικού μυστικισμού.
    Η τρίτη ήταν η θεοποίηση της λογικής στα ερείπια της εσωτερικής αναπνοής.

    Και το υπέρλαμπρο άρμα της σκοτεινής και ζωφώδους φρίκης περνούσε πάντα δίπλα τους και τους ράντιζε με την αιωνίωση…D.P.
     
  12. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    Στη ζωντανή μου ράχη...



     




    Τούτο το άθλιο τέρας
    δεν μου άξιζε να είμαι
    καταραμένος
    ανάπηρος
    κυφός
    κι όμως
    έχω ένα στερέωμα στη ράχη…
    Οι άνθρωποι με προσπερνούν
    αλλάζουν βλέμμα βιαστικά
    αλλάζουν δρόμο
    με αποφεύγουν
    ψιθυρίζουν μεταξύ τους
    λένε
    είναι καμπούρης
    είναι φριχτός!
    κι όμως
    δεν ξέρουν
    πως έχω ένα γαλαξία
    από νιογέννητα χαμόγελα στη ράχη
    κάποιες εποχές
    κείνο που γεννήθηκε μαζί μου
    χιλιετηρίδες πριν
    συρρικνώνεται
    πεθαίνει
    για να αιματώσει εμένα
    κι ύστερα εγώ
    έρχεται η σειρά μου να πάψω να βλέπω τον κόσμο
    για να’χει εκείνο όλο το βλέμμα
    κι όλο το φως που του στέρησα
    το γήρας
    δεν έρχεται στα κύτταρα μου
    είναι η μοίρα μου
    αέναα να περπατώ
    ανάμεσα στους νεκροζώντανους
    και ο χρόνος να με αγνοεί
    λες κι είμαι ακόμη και γι’αυτόν
    ανεπιθύμητος…
    Τούτο το άθλιο τέρας
    δεν μου έπρεπε να είμαι
    καταραμένος
    άσχημος
    υβός
    κι όμως
    έχω ένα σύμπαν
    από θηλυκούς χειμώνες
    και καλοκαίρια αρσενικά
    αιώνια να ερωτοτροπούν
    στη ζωντανή μου ράχη…D.P.