Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. lara

    lara Αυτοδεσποζόμενη Contributor

    Rainer Maria Rilke


    ΜΟΝΑΞΙΑ


      Η μοναξιά μοιάζει με τη βροχή. Τα βράδια
      απ' του πελάγους αναθρώσκει τον καθρέφτη·
      από κοιλάδες μακρινές κι από λιβάδια
      στον ουρανό ανεβαίνει πάντα, που την έχει.
      Κι ύστερα, από εκεί ψηλά, στην πόλη πέφτει.

      Πέφτει την ώρα που το φως πια δεν αντέχει,
      όταν τους δρόμους βάφουν πάλι τα σκοτάδια,
      κι όταν τα σώματα χωρίζουν λυπημένα
      δίχως να βρουν ό,τι ζητούν, μένοντας ξένα·
      κι όταν οι άνθρωποι εκείνοι, που μισούνται,
      πάλι στο ίδιο στρώμα πέφτουν και κοιμούνται :

      τη μοναξιά την παίρνουν τότε τα ποτάμια…

    **********************************************

    « ΤΙ Θ' ΑΠΟΓΙΝΕΙΣ, ΘΕ ΜΟΥ, ΑΝ ΠΕΘΑΝΩ... »


      Τι θ' απογίνεις, Θε μου, αν πεθάνω ;
      Εγώ ειμαι το κανάτι σου ( αν σπάσω ; )
      Εγώ ειμαι το ποτό σου ( αν πικράνω ; )
      Εγώ ειμαι το έργο σου και το ένδυμά σου,
      μαζί μου θα χαθεί το νόημά σου.

      Αλλού δεν πρόκειται να βρεις μια στέγη άλλη
      να σε δεχτεί με λόγο απλό, ζεστό.
      Θα σου λυθεί απ' το πόδι το σανδάλι
      το μεταξένιο σου, που είμαι εγώ.

      Το πανωφόρι σου πια θα σ' αφήσει.
      Το βλέμμα σου, που στο πλευρό μου
      το είχα πάντοτε εγώ προσκέφαλό μου,
      μάταια τριγύρω ώρα πολλή θα με ζητήσει –
      κι όταν ο ήλιος τελικά γείρει στη Δύση,
      σε ξένης πέτρας αγκαλιά θα ξενυχτήσει.

      Τι θ' απογίνεις, Θε μου ; Αγωνιώ.

    *******************************************

    ΝΕΚΡΟΤΟΜΕΙΟ


      Νά τοι, παραταγμένοι, λες και πρέπει
      να τους δοθεί κι εδώ ένας ρόλος για να παίξουν,
      ώστε όλο αυτό το ψύχος που τους δρέπει,
      την παρουσία του άλλου δίπλα τους ν' αντέξουν·

      σαν να μην τέλειωσε τίποτε ακόμα.
      Τί όνομα βρέθηκε στην τσέπη τους γραμμένο ;
      Της αηδίας τον λεκέ από το στόμα
      οι νεκροκόμοι τούς τον έχουν ξεπλυμένο,

      όμως δεν βγήκε· ας έχουν τώρα στόμα καθαρό.
      Τα γένια εξέχουν αγριωπά στα μάγουλά τους
      κι ας τους τα χτένισαν πιο πριν προσεκτικά,

      μήπως τρομάξει το ευσυγκίνητο κοινό.
      Μόνο τα μάτια κάτω από τα βλέφαρά τους
      έχουν αντιστραφεί· κοιτούν στα ένδον πια.

    ***********************************************

    Μετάφραση Κώστα Κουτσουρέλη για Νέα Εστία

    ________________________________________________


    "...Τι ξεκούραση! Να 'ναι καμιά φορά κανένας φιλοξενούμενος. Να μη χορταίνει πάντα μόνος του κανένας τις επιθυμίες του με άθλιο φαϊ. Να μην απλώνεις πάντα το χέρι σου εχθρικά σ' όλα τα πράγματα. Ν' αφήσει κανείς καμιά φορά τον εαυτό του σε άλλους να τον κάνουν ό,τι θέλουν. Και να ξέρει πως ό,τι του κάνουν, είναι για καλό.
    Και το θάρρος θέλει, καμιά φορά, να ξαπλώσει πάνω σε μεταξωτά σκεπάσματα, και να διπλωθεί μέσα στον εαυτό του."

    Από το: Η αγάπη και ο θάνατος του σημαιοφόρου Χριστόφορου Ρίλκε, εκδ. Ηριδανός, μτφ, Ρένας Καρθαίου
     
  2. Re: Απάντηση: Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

     
  3. Ο πληθυντικός αριθμός

    Ο έρωτας ,
    όνομα ουσιαστικόν ,
    πολύ ουσιαστικόν ,
    ενικού αριθμού ,
    γένους ούτε θηλυκού ούτε αρσενικού ,
    γένους ανυπεράσπιστου .
    Πληθυντικός αριθμός
    οι ανυπεράσπιστοι έρωτες .

    Ο φόβος ,
    όνομα ουσιαστικόν ,
    στην αρχή ενικός αριθμός
    και μετά πληθυντικός :
    οι φόβοι .
    Οι φόβοι
    για όλα από δω και πέρα .

    Η μνήμη ,
    κύριο όνομα των θλίψεων ,
    ενικού αριθμού ,
    μόνο ενικού αριθμού
    και άκλιτη .
    Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη .

    Η νύχτα ,
    όνομα ουσιαστικόν ,
    γένους θηλυκού ,
    ενικός αριθμός .
    Πληθυντικός αριθμός
    οι νύχτες .
    Οι νύχτες από δω και πέρα.


    Κική Δημουλά
     
  4. kiss_me

    kiss_me Regular Member

    ΕΙΝΑΙ ΨΥΧΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ....

    Ειναι ψυχές που έχουν
    αστέρια γαλάζια,
    πρωϊνά μαραμένα
    ανάμεσα σε φύλλα χρόνου
    κι αγνές γωνιές
    που φυλάνε παλιούς
    νοσταλγικούς ψίθυρους
    και όνειρα.

    Άλλες ψυχές έχουν
    πονεμένα φαντάσματα
    παθών. Σκουληκιασμένα
    φρούτα. Αντίλαλους
    μιας καμένης φωνής
    που φτάνει απο μακριά
    χείμαρρος σκότους. Αναμνήσεις
    στεγνές απο κλάμα
    και ψίχουλα φιλιών.

    Πάει πολύς καιρός
    που ωρίμασε η ψυχή μου,
    και καταρρέει
    γεμάτη μυστήριο.
    Πέτρες της νιότης
    φαγωμένες απο τη νοσταλγία
    πέφτουν μες στα νερά
    των λογισμών μου.
    Κι η κάθε πέτρα λέει:
    «Ειναι μακριά ο Θεός».


    Federico Garcia Lorca
     
  5. lara

    lara Αυτοδεσποζόμενη Contributor

    Κική Δημουλά-Σκόνη

    Λυπάμαι τις νοικοκυρές
    έτσι που αγωνίζονται
    κάθε πρωί να διώχνουν απ'το σπίτι τους τη σκόνη,
    σκόνη, ύστατη σάρκα του άσαρκου.
    σκούπες σκουπάκια
    ρουφήχτρα φτερά τιναχτήρια
    ξεσκονόπανα κουρελόπανα κλόουν
    θόρυβοι και τρόποι ακροβάτες,
    μαστίγιο πέφτουν οι κινήσεις
    πάνω στην κατοικίδια σκόνη.
    Κάθε πρωί μπαλκόνια και παράθυρα
    ακρωτηριάζουν μια δράση και μιαν έξαψη:
    ασώματα κεφάλια χοροπηδάνε σαν γιογιό,
    χέρια εξέχουν και σφαδάζουν
    σαν κάτι να τα σφάζει από μέσα,
    σπασμένα σώματα μισά
    που τα πριόνισε το σκύψιμο.
    Άλλο ένα σπάσιμο του Ολόκληρου.
    Όλο σπάζει αυτό,
    πριν καν υπάρξει σπάζει
    και σαν να είναι γι 'αυτόν ακριβώς το σκοπό,
    για να μην είναι.
    Ολόκληρη ζωή σου λέει ο άλλος.

    Από πού ως πού ολόκληρη
    μ'ένα σπασμένο μέτρο πάντα που κρατάτε
    και μετράμε?
    Αξιολύπητη λέξη το ολόκληρο.
    Σωματώδης αλλοπαρμένη περιφέρεται.
    Γι'αυτ'ο τη φωνάζουν τρελή τα μπατίρια μεγέθη.

    Τινάγματα τινάγματα
    να φύγει η σκόνη απ'τις ρηχές
    να φύγει κι από τις βαθιές φωλιές του ύπνου,
    σεντόνια και σκεπάσματα.
    Κι εκείνες οι φορές
    'οπου πετάγεται το σώμα τρομαγμένο
    νύχτα και ουρλιάζει Θε μου μικραίνω
    θα τιναχτούν κι αυτές σαν σκόνη,
    σκόνη η ελάττωση κι ο τρόμος
    και πώς δεν τα αντέχω τα τινάγματα
    του μέσα βίου έξω.
    Πρησμένα μαξιλάρια του ύπνου
    φριχτά γρονθοκοπιούνται και φοβάμαι
    τρέμω μη γίνουνε ζημιές:
    ειν' οι κρυστάλλινες διαθήκες των ονείρων εκεί μέσα.
    Όλα τα όνειρα όνειρο τα κληρονομεί
    και άνθρωπος κανένα.
    Τρέμω τέτοια παγκόσμια αποκλήρωση
    δεν το αντέχω να τινάζεται σαν σκόνη.
    Χτυπήματα χαλιών
    να βγει η σκόνη απ' των σχεδίων τις φωλιές,
    να γκρεμιστεί απ'τα γεφύρια των χρωμάτων.
    Κι ο γρήγορος βηματισμός
    ο τρελαμένος πέρα δώθε μες στο σπίτι
    μες στη ρηχή εμπιστοσύνη των χαλιών
    να μην ακούν οι αποκάτω τι βαδίζει
    να μην ακούν τι δεν συμβαδίζει,
    θα τιναχτεί κι αυτός σαν σκόνη
    και πώς δεν τα αντέχω τα τινάγματα
    του μέσα βίου έξω.

    Λυπάμαι τις νοικοκυρές
    τον άγονό τους κόπο.
    Δεν φεύγει η σκόνη, δεν στερεύει.
    Κάθε που πάει ο καιρός καιρό να συναντήσει
    καινούρια συμφωνία σκόνης κλείνεται.
    Οι προφυλάξεις απ'αυτήν-το Καθαρό
    και η Σταθερότης-μέσα επιστροφής της.
    Τη φέρνουν πρώτες και καλύτερες.
    Δεν έχω δει πιο σκονισμένες επιφάνειες από δαύτες.
    Ως και το Φως το πεντακάθαρο
    χαρούμενη μεταφορά της σκόνης:
    ειν' ένα θαύμα να τη βλέπεις
    πώς προχωρεί ακίνητη πάνω σε ακτίνα ήλιου,
    σαν να πατάει σε σκάλα κυλιόμενη
    απ'αυτές τις μοντέρνες, τις υπνωτισμένες,
    με τα ευνουχισμένα σκαλοπάτια.
    Μεταφέρεται
    ορατή σαν αέρας χοντρά αλεσμένος
    να ξαναμπεί απ'τ'ανοιχτά παράθυρα
    τους ανοιχτούς της νόμους.
    Η ύπαρξή μας σπίτι της και μέλλον της.

    Ανοικοκύρευτη εγώ, την αφήνω να κάθεται.
    Μελετηρή στη ράχη ενός βιβλίου
    που μιλάει για το Γήρας.
    στη φρόνιμη φωτογραφία των παιδιών μου
    όταν αυτά με φόραγαν
    λευκή κολλαριστή ολοστρόγγυλη Μητέρα
    χαλαρά από μέσα ραμμένη
    με κρυφές αραιές βελονιές
    στη σχολική ποδιά τους.
    Τώρα ντυθήκανε Μεγάλα τα παιδιά μου,
    φοράει η σκόνη την ποδιά τους
    τον στρογγυλό γιακά,
    με φοράει Μητέρα η σκόνη
    -έτσι πρέπει να ράβονται
    οι σχέσεις και οι εξαρτήσεις,
    με αραιές χαλαρές βελονιές,
    για να μπορούν να ξηλώνονται εύκολα.
    Ποτέ δεν σκονίζω
    τον ορειχάλκινο αθλητή
    που διακοσμεί μεγάλο ορειχάλκινο ρολόι.
    Τόσο μυώδη τα μέλη του
    που μοιάζουν θυμωμένα.
    Ίσως γιατί τον αναγκάζουν να γυμνάζει
    κάτι πολύ αόρατο,
    μπορεί το χρόνο να γυμνάζει,
    μπορεί να θέλει ο χρόνος να μπορεί
    πιο γρήγορα να τρέχει απ'όσο τρέχει.
    Επίδοση που χαροποιεί τη σκόνη.

    Κάθεται στον καθρέφτη μου,
    δικός της, της τον χάρισα.
    χέρσο πράμα, τι να το ΄κανα?
    Έπαψα να καλλιεργώ τα πρόσωπά μου εκεί μέσα,
    δεν έχω όρεξη να οργώνω αλλαγές
    και να διπλασιάζομαι αλλιώτικη.
    Την αφήνω να κάθεται
    την αφήνω να έρχεται
    με το τσουβάλι να έρχεται
    την αφήνω να χύνεται απάνω μου
    σαν αλεσμένη διήγηση μεγάλης ιστορίας,
    την αφήνω να έρχεται γρήγορη γρήγορη
    σαν χρόνος που γυμνάστηκε
    πιο γρήγορα να τρέχει απ'όσο τρέχει
    και κάθεται βαριά μπατάλα σκόνη,
    την αφήνω να κάθεται, χρονίζει,
    μπατάλα με σκεπάζει, την αφήνω
    να με σκεπάζει την αφήνω
    με σκεπάζει
    να με ξεχνάς την αφήνω
    να με ξεχνάς αφήνω
    με ξεχνάς
    να με ξεχνάς
    σε αφήνω
    γιατι δεν τα αντέχω τα τινάγματα
    του μέσα βίου έξω.
     
  6. Φθορά
    Κική Δημουλά


    Σε δέκα στίχους απορρόφησα τα χρόνια εκείνα
    που στο χαμό τους προσκρούει
    το συντριμμένο της ζωής μου υπόλοιπο.

    Ο πρώτος στίχος,
    ντυμένος τη λιβρέα του ιδανικού,
    δεξιώνεται την έξαρση
    στηριγμένη στο μπράτσο της νεότητάς μου.
    Στίχος εύρωστος κι ωραίος.
    Τι κρίμα να μην είν' ο τελευταίος.

    Ο δεύτερος δεν ξέρω πως,
    μου έμεινε μισός΄
    κι αυτός λοξά γραμμένος
    σάμπως μετανιωμένος.

    Ο τρίτος πήγε μονάχος του και γράφτηκε
    εκεί στη στέπα της φυγής σου.

    Στης νοσταλγίας σου τη χλόη
    τον επόμενο ενταφίασα.

    Στων τρυφερών επιστολών σου την ψευδαίσθηση
    ο άλλος εστεγάστηκε.

    Ο έκτος κι ο έβδομος,
    σκαρφαλωμένοι στο στύλο της αδημονίας,
    αγνάντευαν.

    Δυό μαζί σχεδόν πνιγμένους τους ανέσυρα
    απ' την παλίρροια της προσφοράς σου.

    Και ο τελευταίος,
    τόσο μα τόσο απόκρημνος είναι,
    που απ'την κορφή του,
    αγκαλιασμένη με τον ίλιγγο του ματαίου,
    γκρεμίζεται η συνέχεια.
     
  7. hugger

    hugger Regular Member

    Εστι να μαθαινουμε κι εμεις οι νεοι απο τους γηραιους

     
     
  8. Lady_Dementia

    Lady_Dementia DemonLure the Seductive Contributor

    Τα Βάσανα Της Αγάπης


    Καθώς ανέμισαν τα μαλλάκια της,
    έτσι μπροστά στα μάτια μου
    λες και σαν ξαφνικά να ξύπνησα,
    και για πρώτη φορά την είδα -και την επρόσεξα-
    την ωραία,νεαρή κόρη

    Με συνεκίνησε η αρμονία των κινήσεών της
    η ραδινότις των μελών του κορμιού της
    η γοητεία του βλέμματός της
    η απαλή στρογγυλάδα των μαστών της
    η όλη χάρη,τέλος,που ανεδίδετο
    από το κομψό,ολόδροσο πλάσμα

    Και αμέσως σκέφτηκα -και φιλοσόφησα-
    ο νους μου πήγε στον αγαθό εκείνον
    που μπορεί κάποτε -μα είμαι βέβαιος- να υποφέρει μαρτυρικά
    να δυστυχήσει σαν θα φαντάζεται
    πως έχει σκέψη,έχει ψυχή
    το τρυφερό,το αιθέριο το πλασματάκι

    Και να ματώνει η καρδιά του,να απελπίζεται
    ως θ'αποδίδει έστω και κόκκο νου
    στ'ολότελα άδειο,μικρό κρανίο.-​



    (Ν.Εγγονόπουλος)​
     
  9. Έχει και η Ψυχή τον δικό της Κονιορτό Ελύτης Oδυσσέας

    Έχει και η ψυχή τον δικό της κονιορτό που εάν σηκωθεί μέσα μας αέρας, αλίμονο. Oι ορμές χτυπάνε στα παράθυρα, τα τζάμια θρυμματίζονται. Λίγοι ξέρουν ότι ο υπερθετικός στα αισθήματα σχηματίζεται με το φως, όχι με τη δύναμη. Kι ότι χρειάζεται χάδι εκεί που βάζουν μαχαίρι. Ότι ένας κοιτώνας με τη μυστική συνεννόηση των σωμάτων μάς παρακολουθεί παντού και μας παραπέμπει στην αγιότητα χωρίς συγκατάβαση.

    A ! όταν η στιγμή φτάσει να καθίσουμε κι εμείς πάνω στο πεζούλι κάποιας Aγίας Πρέκλας εν μέσω αγριοσυκών, μορεών με ερυθρούς καρπούς, εις έρημον τόπον, απόκρημνον ακτήν, τότε η μικρή Kουμπώ μ' ένα κερί στο χέρι θα σηκωθεί στις μύτες των ποδιών να φτάσει εκεί ψηλά, μέσα στον αναστεναγμό μας, όλα τα εύφλεκτα: πάθη, πείσματα, φωνές οργής, μυριάδες έντομα χρωματιστούλια που να λαμπαδιάσει ο τόπος !




    (από το O μικρός ναυτίλος, Ίκαρος 1985)
     
  10. SM_Art_Lady

    SM_Art_Lady Contributor

    Σαν βασίλισσα της παρακμής

    Πόσο φουσκώνω από τιμή
    Πόσο από περηφάνια
    Που έχω δούλους μου πιστούς
    Όλου του κόσμου τουs χαζούς

    Και λέω τώρα, ξέρετε πολλές?
    Διάσημες η άλλες λαμπερές
    να έχουν τέτοιο ασκέρι
    δεμένο σε αόρατο σκοινί
    στο ένα τους το χέρι?

    Τόσο πολύ να τους μισεί,
    μα νάναι πάντοτε εκεί?

    Χαφιέδες, ανεπίπεδοι, χαζοί
    Ψυχοπαθείς, ανώμαλοι, ζαβοί
    Σαν μαριονέτες, σε χέρια επιδέξια
    Άλλοτε βρίζουν, όλο τα ίδια λένε

    Την μάννα τους κατηγορούν
    Που τα έκανε αδέξια,
    Που άλλο δεν βρίσκουνε να πουν
    Στο τέλος πάντα κλαίνε

    Κι η Εύα ευτυχής
    Σαν βασίλισσα της παρακμής
    Έχει πάντα μια λύση
    Όταν θα έχει κάβλες

    Διασκευή από τον Pieroto

     
     
  11. Incomplete_

    Incomplete_ Contributor

    Απάντηση: Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

    Διστάζω καθώς νιώθω
    πως σε μαθαίνω περισσότερο
    μέρα με τη μέρα '

    Βαριέμαι το κορμί σου..




    δικό μου

    Πληρώνω πουτάνα
    να ΄ρθεί να σε πάρει
    και άγριο σεξ μαζί σου να κάνει
    να χύσεις απάνω στη βρώμικη σάρκα
    να νιώσεις πως παίρνεις κορμί και του δίνεις
    αυτό που δεν έχεις...

    ..το θάρρος να δείξεις πως έγινες άντρας..



    δικό μου

    Γέρνει γλυκά η πλάτη σου
    τον ήρωα να πάρει,
    δακρύζουνε τα μάτια σου
    και σφίγγονται τα χείλη σου
    καθώς δυο χέρια αρπάζουνε
    περίτεχνα τη μέση σου..

    Και στη χυδαία σύσπαση
    ο έρωτας φωλιάζει
    καθώς του δίνεις έδαφος
    πάλι θηριέψει..

    .. απόψε με αγάπησες..


    δικό μου



    Κρυφά είναι τα χάδια μου
    επάνω στη ψυχή μου.
    Γυρνώ και βλέπω γύρω μου
    συνέχεια το κορμί σου.
    Και ανασαίνει το φιλί
    στο στόμα μου μονάχο.
    Και να ιδρώνουνε ξανά
    τα χέρια μου στη σάρκα.
    Και το μυαλό να καίγεται
    στην πυρωμένη εικόνα.
    Και βογγητά να ακούγονται
    στον ήχο του σε θέλω.
    Τα μάτια να δακρύζουνε
    καθώς ολοκληρώνω..

    ...μα εσύ μπροστά δεν ήσουνα
    το σ ΄αγαπώ ν΄ακούσεις..

    δικό μου
     
    Last edited: 5 Οκτωβρίου 2008
  12. Σάρκινος λόγος- Γιάννης Ρίτσος

    Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Μὲ τρομάζει ἡ ὀμορφιά σου. Σὲ πεινάω. Σὲ διψάω.
    Σοῦ δέομαι: Κρύψου, γίνε ἀόρατη γιὰ ὅλους, ὁρατὴ μόνο σ᾿ ἐμένα.
    Καλυμένη ἀπ᾿ τὰ μαλλιά ὡς τὰ νύχια τῶν ποδιῶν μὲ σκοτεινὸ διάφανο πέπλο
    διάστικτο ἀπ᾿ τοὺς ἀσημένιους στεναγμοὺς ἐαρινῶν φεγγαριῶν.
    Οἱ πόροι σου ἐκπέμπουν φωνήεντα, σύμφωνα ἰμερόεντα.
    Ἀρθρώνονται ἀπόρρητες λέξεις. Τριανταφυλλιὲς ἐκρήξεις ἀπ᾿ τὴ πράξη τοῦ ἔρωτα.
    Τὸ πέπλο σου ὀγκώνεται, λάμπει πάνω ἀπ᾿ τὴ νυχτωμένη πόλη μὲ τὰ ἠμίφωτα μπάρ,
    τὰ ναυτικὰ οἰνομαγειρεῖα.
    Πράσινοι προβολεῖς φωτίζουνε τὸ διανυκτερεῦον φαρμακεῖο.
    Μιὰ γυάλινη σφαῖρα περιστρέφεται γρήγορα δείχνοντας τοπία τῆς ὑδρογείου.
    Ὁ μεθυσμένος τρεκλίζει σὲ μία τρικυμία φυσημένη ἀπ᾿ τὴν ἀναπνοὴ τοῦ σώματός σου.
    Μὴ φεύγεις. Μὴ φεύγεις. Τόσο ὑλική, τόσο ἄπιαστη.
    Ἕνας πέτρινος ταῦρος πηδάει ἀπ᾿ τὸ ἀέτωμα στὰ ξερὰ χόρτα.
    Μιὰ γυμνὴ γυναῖκα ἀνεβαίνει τὴ ξύλινη σκάλα κρατώντας μιὰ λεκάνη μὲ ζεστὸ νερό.
    Ὁ ἀτμὸς τῆς κρύβει τὸ πρόσωπο.
    Ψηλὰ στὸν ἀέρα ἕνα ἀνιχνευτικὸ ἑλικόπτερο βομβίζει σὲ ἀόριστα σημεῖα.
    Φυλάξου. Ἐσένα ζητοῦν. Κρύψου βαθύτερα στὰ χέρια μου.
    Τὸ τρίχωμα τῆς κόκκινης κουβέρτας ποὺ μᾶς σκέπει, διαρκῶς μεγαλώνει.
    Γίνεται μία ἔγκυος ἀρκούδα ἡ κουβέρτα.
    Κάτω ἀπὸ τὴ κόκκινη ἀρκούδα ἐρωτευόμαστε ἀπέραντα,
    πέρα ἀπ᾿ τὸ χρόνο κι ἀπ᾿ τὸ θάνατο πέρα, σὲ μιὰ μοναχικὴ παγκόσμιαν ἕνωση.
    Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Ἡ ὀμορφιά σου μὲ τρομάζει.
    Καὶ σὲ πεινάω. Καὶ σὲ διψάω. Καὶ σοῦ δέομαι: Κρύψου.

    Ἀθήνα 18.11.80