Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. και εσυ.καλο θα σου κανει  
     
  2. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Απ΄το βυθό

    Ωραίος είναι ο θρίαμβος, μα πόσο να διαρκέσει.
    Ως πότε η άνοιξη με το θαύμα της,
    ως πότε η έλξη του μεσημεριού και τα κρυφά μυστικά του νερού
    θα φεύγουν από μέσα μας; Είμεθα σώματα από χέρια και χείλη
    κι επιθυμίες ακατανίκητες, σώματα προσευχόμενα.
    Υπάρχει στο κέντρο των σφαιρικών αυτών ονείρων ο νους,
    γεμάτος άγνωστα συστατικά που ευωδιάζουν άνθη
    και νεότητα, που γίνονται ήχοι αρμονικοί κι άλλοτε κρότοι
    όμοιοι με δέντρου που τρεκλίζει απ’ του αγέρα τα μαστίγια
    ή απ΄ της φωτιάς.
    Στου έρωτα την ανάσα κονιορτός το σώμα
    ευωδιάζει, διχάζεται και αναζητά
    με ερωτική μανία την ένωσή του, όμως η νιότης του
    βέλος ανέρχεται στα ύψη λάμποντας.
    Εκεί το ατενίζουν έκθαμβα τα μάτια,
    φωνές θαυμασμού από τον άμετρο βυθό των ανθρώπων
    ανηφορίζουν
    κι εξέρχονται συνωστιζόμενες από τα χείλη.
    Όπως από τη μόνη θύρα σπιτιού πυρπολημένου
    έντρομοι και ατυχείς οι κάτοικοι φεύγουν.

    ( Δημήτρης Παπαδίτσας )
     
  3. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η ομίχλη δεν καταργεί τον ουρανό

    Η ομίχλη δεν καταργεί τον ουρανό
    αν όμως εστιάζεις
    μεσ’ από μηχανή
    αυτόματης θλίψης
    δεν θα διακρίνεις ποτέ
    αν το όνειρο
    είναι σκοτάδι
    ή φως
    που για πένθος
    ντύθηκε στα μαύρα.

    ( Γιώργος Λαμπράκος )
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Προσφυγικό μπλουζ

    Έστω πως η πόλη αυτή έχει δέκα εκατομμύρια ψυχές,
    κάποιοι ζουν σε μέγαρα, κάποιοι σε καταπακτές:
    μα δεν υπάρχει τόπος για μας, αγάπη,
    μα δεν υπάρχει τόπος για μας.

    Κάποτε είχαμε πατρίδα και τη νομίζαμε μοναδική,
    μες το χάρτη όποιος κοιτάξει κάπου θα τη βρει:
    δεν μπορούμε να πάμε τώρα εκεί, αγάπη,
    δεν μπορούμε να πάμε εκεί τώρα.

    Στο κοιμητήρι του χωριού ο γέρο ίταμος φυτρώνει,
    κάθε που μπαίνει η άνοιξη ανθεί και ξανανιώνει:
    τα παλιά διαβατήρια όμως όχι, αγάπη, τα παλιά διαβατήρια όμως όχι.

    Είπε ο πρόξενος κτυπώντας το τραπέζι νευρικός:
    «Αν δεν έχεις διαβατήριο, είσαι τυπικά νεκρός»:
    αλλά εμείς είμαστε ακόμα ζωντανοί, αγάπη, εμείς είμαστε ακόμα ζωντανοί.

    Πήγα σε μια επιτροπή, μου προσφέραν να καθίσω,
    ευγενικά μου ζήτησαν του χρόνου να ξαναγυρίσω:
    μα που να πάμε σήμερα, αγάπη, που να πάμε σήμερα;

    Σε μια δημόσια συγκέντρωση πρόσεξα τον ομιλητή:
    «Αν τους αφήσουμε να μπουν, θα μας κλέψουν το ψωμί»,
    για σένα και για μένα μιλούσε, αγάπη, για σένα και για μένα μιλούσε.

    Λες και άκουσα το αστροπελέκι στα ύψη να βρυχιέται,
    πάνω απ’από την Ευρώπη ο Χίτλερ, «Να πεθάνουν», καταριέται,
    εμάς είχε στο νου, αγάπη, εμάς είχε στο νου.

    Είδα ένα κανίς, φόραγε ζακέτα με καρφίτσα κουμπωμένη,
    είδα την πόρτα ανοιχτή και μια γάτα να μπαίνει,
    μα δεν ήσαν Γερμανοεβραίοι, αγάπη, δεν ήσαν Γερμανεβραίοι.

    Τράβηξα για το λιμάνι, στάθηκα στην προκυμαία,
    είδα τα ψάρια να κολυμπούν, ήσαν σαν πάντα ελεύθερα:
    μόνο τρία μέτρα μακριά μου, αγάπη, μόνο τρία μέτρα μακριά μου.

    Περπάτησα στο δάσος, είδα στα δέντρα τα πουλιά,
    πολιτικούς δεν είχανε και κελαηδούσανε γλυκά:
    δεν ήταν ανθρώπινη φυλή, αγάπη, δεν ήταν ανθρώπινη φυλή.

    Στ’ όνειρό μου είδα ένα κτίριο με χίλιους ορόφους,
    με πόρτες και παράθυρα για χιλιάδες ανθρώπους,
    απ’όλα αυτά δικό μας, αγάπη, τίποτα απ’όλα αυτά δικό μας.

    Στάθηκα σε μια πεδιάδα και γύρω έπεφτε χιόνι,
    έναν ολόκληρο στρατό έβλεπα να ζυγώνει:
    εμάς τους δυο ψάχναν, αγάπη, εμάς τους δυο.

    ( Wystan H. Auden )
     
  5. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ή άστεγη μέρα

    Δεν αγαπώ πια.
    Ο τελευταίος που αγάπησα πνίγηκε σε κατακλυσμούς αγάπης.
    Ήταν κι αυτή η άστεγη μέρα,
    που δεν έλεγε να φύγει με τίποτα.
    Θαρρώ δεν είχε που να πάει, ανάμεσα σε δυο Κυριακές
    στενό το πέρασμα,
    σπρώχνονται οι μέρες για να πιουν στο σιντριβάνι
    του χρόνου.

    Πίνουν νερό, μα δεν κοιτάνε το Θεό.
    Μπουχτίσανε φιλανθρωπία.

    ( Ιωάννα Διαμαντοπούλου )
     
    Last edited: 25 Μαρτίου 2016
  6. lotus

    lotus Silence

    Κάποιος κάποτε δεν σε αγάπησε καλά
    Κάποιος κάποτε δεν σε αγάπησε πολύ
    Κάποιος κάποτε δεν σε αγάπησε όπως θα ήθελες
    Κάποιος κάποτε δεν σε αγάπησε όσο θα ήθελες
    Κάποιος κάποτε δεν σε αγάπησε σωστά
    Βαθιά ρωγμή, βαθιά πληγή που αιμορραγεί
    Αιώνια μοιάζει η πληγή κι όπως στάζει αργά σταγόνα σταγόνα κοιτάς την κάθε στάλα
    Δεν ξεχωρίζεις αν είναι αίμα ή δάκρυ
    Το απλανές βλέμμα χάνεται στο μέτρημα της κάθε σταγόνας
    Κι εσύ απλά ακούς πια τον ήχο της στάλας που πέφτει
    Κι έγινε γνώριμος ο ήχος πια, κι έχετε γίνει φίλοι.
    Τον αγκαλιάζεις και σε ηρεμεί σαν το πιο γλυκό νανούρισμα που δεν άκουσες ποτέ
    Κι έχεις σταματήσει να αναρωτιέσαι αν είσαι ζωνταντός ή απλά υπάρχεις
    Κι έχεις σταματήσει να αναρωτιέσαι αν υπάρχει πια κάποιος που θα μπορούσε να σ' αγαπήσει
    καλά, πολύ, με τον τρόπο που εσύ θες, όσο εσύ θες ώστε να κλείσει η πληγή.
    Και περνάνε τα χρόνια, κι αλλάζουν οι καιροί
    Κι εσύ έχεις φίλους τον ήχο και την πληγή
    Την χαιδεύεις την πληγή σου όπως δεν χάιδεψαν ποτέ εσένα, την αγαπάς όπως δεν σ' αγάπησαν ποτέ
    Και περνάνε τα χρόνια, και περνάνε οι καιροί
    Κι έχει στεγνώσει πια το προσωπείο που δημιούργησες για να μπορέσεις να ζεις ανάμεσα τους
    Κι έχεις κάνει τόσο καλή δουλειά, έργο τέχνης...
    Κανείς δεν μπορεί να δει τον πόνο πια, κανείς δεν μπορεί να σου τον πάρει, έχει γίνει ένα με σένα.
    Και τώρα ταιριάζεις και ομοιάζεις και "ζεις" ανάμεσα τους.
    Και περνάνε τα χρόνια, και περνάνε οι καιροί
    Κι αν κάποιος πλησιάσει τόσο ώστε να μπορεί να διακρίνει έχεις αναπτύξει τέτοιους μηχανισμούς, τόσο περίτεχνους ώστε να μην κινδυνεύει ο πόνος σου, να μην κινδυνεύει η πληγή σου,
    Είναι η ίδια σου η ζωή.
    Και περνάνε τα χρόνια, και περνάνε οι καιροί
    Δεν υπάρχει πια καν και η ανάγκη να ερωτευτείς, να νιώσεις
    Να αφήσεις μια άλλη ψυχή να γίνει ένα με την δική σου
    Σέβεσαι τους άλλους και τους κρατάς μακρυά από την τοξική ύπαρξη σου
    Τους βάζεις δύσκολα να μην μπορούν να σε πλησιάσουν, τρέμεις μην πάρουν τον πόνο σου
    Τρομοκρατείσαι στην ιδέα να ζεις χωρίς αυτόν
    Κι εκεί που έχεις αρχίσει να χαλαρώνεις και να ηρεμείς ότι το κάστρο σου είναι απόρθητο έρχεται αυτή η ψυχή που δεν περίμενες να ρθει, και δεν βλέπει τις κερκόπορτες, δεν βλέπει τις κλειδαριές, δεν βλέπει τις τάφρους, βλέπει κατευθείαν την δική σου την ψυχή.
    Αγνοεί τον πόνο και την πληγή, κι επιμένει ....
    Και ταράζεσαι, και τρέμεις να βγεις από τη ζώνη ασφαλείας σου
    Και γεμίζει το δωμάτιο φως, και σε τυφλώνει στην αρχή, και συνηθίζεται και το φως με μεγαλύτερη ευκολία από ότι είχες συνηθίσει το σκοτάδι.
    Και αφήνεσαι .....
     
  7. Dark_Explorer

    Dark_Explorer Κλωθώ: ἄτρακτον στρέφειν Contributor

  8. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η παρηγορία

    Ένα μικρό πράσινο δρομάκι οδηγεί στην ευτυχία.
    Είναι μια τόσο πρόωρα ζεστή άνοιξη.
    Στο βάθος, θηριώδης κερασιά λάμπει από τον καρπό.
    Βρίσκεται εκεί σπιτάκι, στην γαλήνην ερημιάς σπουδαίας.
    Τι φουντωμένα είναι όλα τα δέντρα τριγύρω.
    Ό,τι μαζεύουμε πικρία και απελπισίες της ζωής,
    πάμε συχνά και τα κρύβουμε στην λήθη
    αυτής της πρασινάδας. Τάφος του κακού,
    οπόθε πηγάζει η ανάσταση καλής ελπίδας
    και το απαραίτητο θάρρος για τη σκληρήν αυτή ζωή.

    ( Τ.Κ. Παπατσώνης )
     
    Last edited: 28 Μαρτίου 2016
  9. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Θα επιστρέψω φωτεινός

    Έφτιαξα μια ζωή από πηλό,
    που ράγισε στα χέρια μου,
    λερώθηκε στα χέρια αλλωνών,
    μέχρι που κομματιάστηκε.
    Ζωγράφισα τη μοναξιά,
    με βλέμμα τρομαγμένο ταξίδεψα
    σε έρημα νησιά χωρίς φωνή.
    Αγάπησα φαντάσματα που σύρθηκαν
    μαζί μου σε κρεβάτια ηδονικά
    κι έπειτα πέταξαν από κοντά μου κρώζοντας.
    Αρρώστησα σε κάτασπρα δωμάτια,
    κρατώντας το κορμί να μη σκορπίσει,
    έκλαψα από πόνο κι από στέρηση.
    Πύργους ονειρεμένους έχτισα,
    μα η αρχιτεκτονική λειψή και χάλασαν,
    στο δεύτερο σεισμό δεν άντεξαν,
    κρίθηκαν κατεδαφιστέοι.
    Με βλέμμα άτονο την παγωνιά προσμένω,
    Νοέμβριος και στο μυαλό μου βρέχει καλοκαίρια.

    Μα είμαι σίγουρος πως κάποτε
    μέσα απο του χωραφιού την πρωινή δροσιά,
    μέσα απο τη λίμνη την ακύμαντη θα βγω
    και θα επιστρέψω φωτεινός.

    ( Αλέξανδρος Ίσαρης )
     
  10. Εμείς που παντού την Περιπέτεια αναζητούμε
    Δεν είμαστε οι εχθροί σας
    Να σας χαρίσουμε θέλουμε αδιάβατες μυστικές περιοχές
    Όπου το Μυστήριο σαν άνθος μαγικό φυτρώνει
    Για εκείνον που θέλει να το δρέψει.
    Τον οίκτο σας για μας που πολεμούμε
    Στα σύνορα του Απεριόριστου και του Μελλοντικού…

    Γκυγιώμ Απολλιναίρ
     
  11. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ο γυρισμός

    Μη με ζητάτε εκεί που ξέρατε κάποτε.
    Εκεί που η σιωπή άνθιζε σαν χαμόγελο
    σε περήφανη μουσική.

    Γιατί όλα αλλάζουν μια μέρα σε κάποιους.
    Τόσο που δεν ξέρω αν είναι φωνή αυτή που χτυπάει πίσω
    απ’ τα δόντια μου
    ή αν είναι ένα μυστρί που ζητάει να με χτίσει.

    Όμως πρέπει σε κάποιον κάποτε να μιλήσω.
    Και δεν βρίσκω άλλη στιγμή πιο κατάλληλη από τούτη
    που είμαι σαν τον πνιγμένο.
    Σαν τον χωμένο μέχρι το κάτω χείλι σε μια στέρνα γεμάτη
    που πια δεν τον τρομάζει η βροχή.

    Πολλοί είχαμε τότε κινήσει. Πολλοί γυρίσαμε πάλι.
    Οι λίγοι έμειναν εκεί πάνω.
    Σαν τις όρθιες πέτρες που σημαδεύουν τους δρόμους.
    Δείχνοντας πόσο απέχει απ’ την κάθε πράξη μας
    η τιμή.

    Πάλι δεν καταφέρνω να συνεχίσω.
    Όχι επειδή είναι τόσα πολλά που στριμώχνονται μέσα μου.
    Μα φαίνεται κάποτε πως η πιο μεγάλη βρωμιά
    βρίσκεται στην ελπίδα.
    Κι εγώ ελπίζω ακόμα.

    Γυρίζω στους δρόμους χτυπώντας τις πόρτες,
    ζητώντας και βρίσκοντας, όπως κάποιος που τον έχουν
    κυκλώσει τα πάθη του.
    Μα θα’ ρθει μια μέρα που κανένας δε θα μου δώσει.
    Και θα πέσω στη μέση του δρόμου ουρλιάζοντας.
    Χτυπώντας τα στήθια μου. Βγάζοντας όλα τ’ αγρίμια που
    κρύβονται μέσα μου.

    Ακόμα δεν έχω μάθει τι χτυπάει πρωτύτερα.
    Ο πόνος για η μαχαιριά.

    ( Θανάσης Κωσταβάρας )
     
    Last edited: 30 Μαρτίου 2016