Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποιήματα

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ricardo, στις 22 Απριλίου 2006.

  1. ΕΡΩΤΑΣ- Ντίνος Χριστιανόπουλος

    Νὰ σοῦ γλείψω τὰ χέρια, νὰ σοῦ γλείψω τὰ πόδια –
    ἡ ἀγάπη κερδίζεται μὲ τὴν ὑποταγή.
    Δὲν ξέρω πῶς ἀντιλαμβάνεσαι ἐσὺ τὸν ἔρωτα.
    Δὲν εἶναι μόνο μούσκεμα χειλιῶν,
    φυτέματα ἀγκαλιασμάτων στὶς μασχάλες,
    συσκότιση παραπόνου,
    παρηγοριὰ σπασμῶν.
    Εἶναι προπάντων ἐπαλήθευση τῆς μοναξιᾶς μας,
    ὅταν ἐπιχειροῦμε νὰ κουρνιάσουμε σὲ δυσκολοκατάχτητο κορμί.
     
  2. Georgia

    Georgia Owned Contributor

    Ιδανικός κι ανάξιος εραστής ( Mal du Départ )

    θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
    των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
    και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
    χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.

    Για το Μαδράς τη Σιγκαπούρ τ' Αλγέρι και το Σφαξ
    θ' αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία,
    κι εγώ σκυφτός σ' ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς,
    θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία.

    Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ,
    οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα 'χω πια ξεχάσει,
    κι η μάνα μου χαρούμενη θα λέει σ' όποιον ρωτά:
    "Ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει"

    Μα ο εαυτός μου μια βραδιά εμπρός μου θα υψωθεί
    και λόγο ως ένας δικαστής στυγνός θα μου ζητήσει,
    κι αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί,
    θα σημαδέψει κι άφοβα το φταίχτη θα χτυπήσει.

    Κι εγώ που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ
    σε κάποια θάλασσα βαθειά στις μακρινές Ινδίες,
    θα 'χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
    και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.
     
  3. Anna

    Anna Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    Νίκος Καρούζος - Τα πατάρια

    Δεν είναι αλήθεια ότι δεν μ' αρέσαν τα πατάρια
    κι ας έγραψα το αντίθετο στα "Στέκια"
    Απεναντίας, πολύ επιθυμούσα αυτές τις συναναστροφές,
    καιγόμουνα για συζητήσεις φιλολογικές, για συζητήσεις, στην άνεση του χρόνου που ήσυχα κυλά κι ανέμελα.

    Κι όμως, κλεφτά περνούσα απ' του Λουμίδη, απ' το Μπραζίλιαν,
    ας πουμε κομισσάριος μισοζαλισμένος
    ή και σαν σνομπ
    ζηλεύοντας του Νίκου Καρούζου την ελευθερία,
    που καθημερινά τον έβλεπα παρόντα,
    πίσω απ' το κρύσταλλο της βιτρίνας,
    πάνω από καπνούς τσιγάρων και καφέδων να ονειροπολεί.

    Και στο Βυζάντιο ποτέ δε μ' άφησε ο ρυθμός μου
    να στεριώσω και να κάνω ένα ξενύχτι.

    Σκέφτομαι, αν,
    όπως συνέβη άλλωστε στην όλη μου ζωή,
    που κάτι επιθυμίες τέτοιες τις φυλάκιζα,
    αν, λέγω θα 'τανε καλύτερα,

    ΑΓΚΙΣΤΡΙΑ ΚΙ ΑΓΚΥΡΕΣ ΠΟΥ Μ' ΕΔΕΣΑΝ ΣΤΑ ΤΕΤΡΙΜΕΝΑ ΚΑΙ
    ΠΕΖΑ,
    ΝΑ ΤΑ 'ΧΑ ΑΠΟΦΥΓΕΙ.
     
  4. gmall

    gmall Regular Member

    My love is as a fever, longing still
    For that which longer nurseth the disease,
    Feeding on that which doth preserve the ill,
    Th' uncertain sickly appetite to please.
    My reason, the physician to my love,
    Angry that his prescriptions are not kept,
    Hath left me, and I desperate now approve
    Desire is death, which physic did except.
    Past cure I am, now reason is past care,
    And frantic-mad with evermore unrest;
    My thoughts and my discourse as mad men's are,
    At random from the truth vainly expressed.
    For I have sworn thee fair, and thought thee bright,
    Who art as black as hell, as dark as night.

    My love is as a fever
    Sonnet 147
    William Shakespeare
     
  5. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: Re: Ποιήματα

    Ωραίο ποίημα!  
     
  6. vautrin

    vautrin Contributor

    Άρης Αλεξάνδρου - Φρόντισε

    Φρόντισε οι στίχοι σου να σπονδυλωθούν
    με τις αρθρώσεις των σκληρών των συγκεκριμένων λέξεων.
    Πάσχισε να' ναι προεκτάσεις της πραγματικότητας
    όπως κάθε δάχτυλο είναι μια προέκταση στο δεξί σου χέρι.
    'Έτσι μονάχα θα μπορέσουν σαν την παλάμη του γιατρού
    να συνεφέρουν με χαστούκια όσους λιποθύμησαν
    μπροστά στο άδειο πρόσωπό τους.


    Άρης Αλεξάνδρου - Το μαχαίρι

    'Όπως αργεί τ' ατσάλι να γίνει κοφτερό και χρήσιμο μαχαίρι
    έτσι αργούν κι οι λέξεις ν' ακονιστούν σε λόγο.
    Στο μεταξύ
    όσο δουλεύεις στον τροχό
    πρόσεχε μην παρασυρθείς μην ξιπαστείς
    απ' τη λαμπρή αλληλουχία των σπινθήρων.
    Σκοπός σου εσένα το μαχαίρι.
     
  7. Anna

    Anna Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    Τάσος Λειβαδίτης - Συγχώρα με, αγάπη μου, που ζούσα πριν σε γνωρίσω


    Ήξερες να δίνεσαι αγάπη μου..

    Δινόσουνα ολάκερη

    και δεν κράταγες για τον εαυτό σου

    παρά μόνο την έγνοια

    αν ολάκερη έχεις δοθεί..

    Όλα μπορούσανε να γίνουνε

    στον κόσμο αγάπη μου

    τότε που μου χαμογελούσες..

    Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωη μου

    είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου

    αγαπημένη μου..

    Μα και τι να πει κανείς..

    Όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός

    και τα μάτια σου τόσο μεγάλα..

    Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου

    έζησα όλη τη ζωή..

    Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα

    και τότε όλα τα βράδια

    κι όλα τα τραγούδια θάναι δικά μας..

    Θάθελα να φωνάξω τ'ονομά σου,αγάπη,

    μ' όλη μου τη δύναμη..

    Να το φωνάξω τόσο δυνατά

    που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο,

    καμιά ελπίδα να μη πεθάνει..

    Θε μου πόσο ήταν όμορφη

    σαν ένα φωτισμένο δέντρο

    μια παλιά νύχτα των Χριστουγέννων

    Συχώρα με, αγάπη μου,

    που ζούσα πριν να σε γνωρίσω..

    Μισώ τα μάτια μου,

    που πια δεν καθρεφτίζουν το χαμόγελό σου..

    Θα σ' ακούω σαν τον τυφλό που κλαίει,

    ακούγοντας μακριά τη βουή μιας μεγάλης γιορτής

    σ' αναζητάω σαν τον τυφλό,

    που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας

    σ'ενα σπίτι που' πιασε φωτιά,

    α, για να γεννηθείς εσύ

    κι εγώ για να σε συναντήσω

    γι αυτό έγινε ο κόσμος..

    Κι εσύ, αγαπημένη, όταν με διώχνεις,

    κλείνεις έξω απ' την πόρτα σου

    έναν ολάκερο πικραμένο κόσμο..

    Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον,

    είμαστε κιόλας νεκροί..

    Αν βρουν έναν άνθρωπο νεκρό

    έξω απ' την πόρτα σου,

    εσύ θα ξέρεις,

    πως πέθανε σφαγμένος

    απ' τα μαχαίρια του φιλιού,

    που ονειρευότανε για σένα..

    Ποδοπάτησε με,

    να έχω τουλάχιστον την ευτυχία

    να μ'αγγίζεις..
     
  8. vautrin

    vautrin Contributor

    Τρία σύντομα ποιήματα του Γιάννη Υφαντή, ενός σπουδαίου αλλά μάλλον παραγνωρισμένου σύγχρονου δημιουργού.

    TO TEΛOΣ TOY TEPATOΣ

    Σαν έφτασε το τέρας στην πλατεία
    όλοι κρυφτήκαν έντρομοι στα σπίτια τους.
    Κανείς δεν έβγαινε μ’ αυτό να πολεμήσει.
    Δε βγήκ’ ο άγιος, δε βγήκε ο βασιλιάς,
    δε βγήκανε οι νέοι, κι ούτε οι γέροι,
    ούτε οι ξορκιστές, ούτε οι μάγοι.
    Έτρεμαν όλοι εκτός από το τέρας
    που είχε θρονιαστεί και καρτερούσε.
    Tότες ένα κορίτσι έξι χρόνων
    βγήκε μ’ έναν καθρέφτη. Θαρρετά
    πλησίασε το τέρας και κρατά
    μπροστά του τον καθρέφτη. Ξαφνικά
    το τέρας βλέπει μπρος του ένα τέρας.
    Τόσο τρομάζει που του κόβεται η ανάσα.
    Δε μπόρεσε ούτε καν να κουνηθεί.
    Έτσι με όπλο μόνο έναν καθρέφτη
    το κοριτσάκι σκότωσε το τέρας.


    ΤΟ ΠΟΥ ΜΟΥ ΚΛΕΨΑΝ ΤΟ ΜΠΟΥΦΑΝ

    Το που μου κλέψαν το μπουφάν δεν είναι τίποτε,
    κι ο κλέφτης του ας είν’ ευλογημένος.
    Όμως σαν κάνει ψύχρα και μου λείπει
    (δεν έχω ένα δεύτερο μπουφάν) όταν κρυώνω
    ίσως να ρίξω κάμποσους χριστούς και παναγίες.
    Γιατί κι ο κλέφτης πρέπει (ρε γαμώ το)
    να ’ναι ένας σοφός,
    να ’χει αίσθηση του δίκαιου, να κλέβει αυτόν που πρέπει.


    ΤΟ ΘΑΥΜΑ

    Τι τέλεια κατσίκια τα κατσίκια.
    Χτες γεννηθήκαν και πώς ξέρουν κιόλας
    με τόση ακρίβεια
    όλα τα κατσικίσια πράματα.
    Θαρρείς και σπούδαζαν κατσικοσύνη μια ολόκληρη
    αιωνιότητα.
     
  9. MySelf

    MySelf Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    Το Μονόγραμμα - Οδυσσέας Ελύτης

    [...] Τόσο η νύχτα,τόσο η βοή στόν άνεμο
    Τόσο η στάλα στόν αέρα,τόσο η σιγαλιά
    Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
    Καμάρα τ’ουρανού με τ’άστρα
    Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή

    Πού πιά δέν έχω τίποτε άλλο
    Μές στούς τέσσερις τοίχους,τό ταβάνι,τό πάτωμα
    Νά φωνάζω από σένα καί νά μέ χτυπά η φωνή μου
    Νά μυρίζω από σένα καί ν’αγριεύουν οί άνθρωποι
    Επειδή τό αδοκίμαστο καί τό απ’αλλού φερμένο
    Δέν τ’αντέχουν οί άνθρωποι κι είναι νωρίς,μ’ακούς
    Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν αγάπη μου

    Να μιλώ γιά σένα καί γιά μένα.

    Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν,μ’ακούς
    Δέν έχουν εξημερωθεί τά τέρατα μ’ακούς
    Τό χαμένο μου τό αίμα καί τό μυτερό,μ’ακούς
    Μαχαίρι
    Σάν κριάρι πού τρέχει μές στούς ουρανούς
    Καί τών άστρων τούς κλώνους τσακίζει,μ’ακούς
    Είμ’εγώ,μ’ακούς
    Σ’αγαπώ,μ’ακούς
    Σέ κρατώ καί σέ πάω καί σού φορώ
    Τό λευκό νυφικό τής Οφηλίας,μ’ακούς
    Πού μ’αφήνεις,πού πάς καί ποιός,μ’ακούς

    Σού κρατεί τό χέρι πάνω απ’τούς κατακλυσμούς

    Οί πελώριες λιάνες καί τών ηφαιστείων οί λάβες
    Θά’ρθει μέρα,μ’ακούς
    Νά μάς θάψουν κι οί χιλιάδες ύστερα χρόνοι
    Λαμπερά θά μάς κάνουν περώματα,μ’ακούς
    Νά γυαλίσει επάνω τούς η απονιά,ν’ακούς
    Τών ανθρώπων
    Καί χιλιάδες κομμάτια νά μάς ρίξει
    Στά νερά ένα-- ένα , μ’ακούς
    Τά πικρά μου βότσαλα μετρώ,μ’ακούς
    Κι είναι ο χρόνος μιά μεγάλη εκκλησία,μ’ακούς
    Όπου κάποτε οί φιγούρες Τών Αγίων
    βγάζουν δάκρυ αληθινό,μ’ακούς
    Οί καμπάνες ανοίγουν αψηλά,μ’ακούς
    Ένα πέρασμα βαθύ νά περάσω
    Περιμένουν οί άγγελοι μέ κεριά καί νεκρώσιμους ψαλμούς
    Πουθενά δέν πάω ,μ’ακους
    Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί,μ’ακούς [...]
     
  10. vautrin

    vautrin Contributor

    Γιάννης Υφαντής.




    ΤΡΩΩ ΞΑΝΑ Τ’ ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΜΟΥ ΑΓΡΑΠΙΔΙΑ

    Τρώω ξανά τ’ αγαπημένα μου αγραπίδια κ’ είναι
    στυφά μέσα στην άγρια γλύκα τους.
    Τρώω ξανά τ’ αγαπημένα μου αγραπίδια νοιώθοντας
    κάτι από κείνη την
    ελευθερία των αγριμιών που τρέχουν σίγουρα
    μέσα στο ένστιχτό τους, δίχως
    τον εξευτελισμό της εκλογής. Έλα λοιπόν:
    Άναψε πάλι πάθος και αγίασε τις πράξεις μου
    έλα και γλύτωσέ με από
    τον εξευτελισμό της εκλογής. Έλα λοιπόν.

    ΜΑΓΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ

    Και φέρναμε το καζάνι περασμένο στο ξύλο πάνω στους ώμους μας
    Όπως μετάφεραν οι παλαιοί τα σκοτωμένα αγρίμια κάπρους και αρκούδες.
    Κ’ η χλόη του ακρόδασου μας κοίταζε με τα λουλούδια της που έλαμπαν
    Καθώς ανέβαινε ο Ήλιος αγαθό θηρίο καθώς ζωντάνευε
    Η μαγική εικόνα της πανάρχαιας τράπουλας.
    Και φρέσκοι κρόκοι είχαν φυτρώσει εκεί που πάτησε η Αυγή
    Πάνω στο μονοπάτι του Φθινόπωρου. Κ’ οι μέρμηγκες
    Είχαν ξυπνήσει και κινούνταν μουδιασμένοι γύρω από τις τρύπες τους, αθόρυβοι
    Όπως οι σκέψεις μας, κι αν έσκυβες
    Έβλεπες να γυαλίζει πάνω τους η όψη σου.
    Σταθήκαμε
    Και τότ’ εσύ πλησίασες στο βάτο και κατούρησες κι ανέβαιν’ ο αχνός, σα στοχασμός
    Σαν προσευχή του βάτου προς τον Ήλιο.
    Κ’ ύστερα
    Μες από τ’ ανθισμένα ρείκια προχωρώντας σκέφτομουν που τίποτε
    Δεν βλέπαμε με περιφρόνηση, για τίποτε
    Δεν καταδεχόμασταν
    Την αστεία ευσπλάχνιση, μόνο
    Μ’ εκλεκτή συγκίνηση
    πλησιάζαμε ή αγγίζαμε
    Κάθε μαγεμένο μας σύντροφο (άλλοι πέτρωσαν
    άλλοι ρίζωσαν
    άλλοι αγρίεψαν).

    Τέτοια σκεφτόμουν ώσπου βγήκαμε απ’ το δάσος των ρεικιών κατά το ρέμμα, όπου
    Ξαφνικά: ο Θάνατος.
    Θυμάσαι το Θάνατο;
    Φορούσ’ ένα γουρούνι ψόφιο και μπαινόβγαιναν οι μύγες απ’ τις τρύπες. Μπρος στον Ήλιο, ο Θάνατος.
    Και το νερό με το μακρύ του πρόσωπο καθρέφτιζε τον Ήλιο, παρασέρνοντας
    Το είδωλό του. Και κουδούνισε
    (εκεί στα πόδια σου στον άμμο) το πλευρό του αλόγου:
    αλαφρύ
    κυρτό-
    τόξο του Τίποτε.

    Και φέραμε το καζάνι περασμένο στο ξύλο πάνω στους ώμους μας.
    Κ’ ηύραμε τους εργάτες να γυρίζουν το ροδάνι πάνω από τη στέρνα.
    Κι αναρωτήθηκα μην όλα μες στον κόσμο
    Γίνονται από το γύρισμα αυτό του ροδανιού, μην όλα
    Γίνονται για το γύρισμα αυτό του ροδανιού.


    Ω ΚΟΚΚΟΡΑ

    Ω κόκκορα, ω κράχτη της αυγής
    ω ηλιοφόρε και πτηνόμορφε τοξότη.
    Οι βασιλιάδες σε μιμήθηκαν
    βάζοντας στο κεφάλι τους επάνω την κορώνα σου
    κι έχοντας για σπιρούνια των ποδιών σου τα πιρούνια.
    Κόκκορα πάντα σου κρατείς
    τη μυστική σου εκείνη σχέση με το χρόνο και τον Ήλιο;
    Λέγε στους κριτικούς ότι ξοφλήσανε.
    Λέγε στους χούλιγκαν πως είναι ντεμοντέ.
    Κόκκορα είσαι το βουνό που έχει για ουρά το ουράνιο τόξο και κεφάλι του τον Ήλιο;
    Κόκκορα το λειρί σου μοιάζει με τ’ αρχίδια του Θεού και με τα γένια του Διαβόλου.
    Κόκκορα τα παιδιά σε ζωγραφίζουνε γυμνό.
    Κόκκορα τα παιδιά του σωληνάριου σ’ έχουν δει μονάχα στο τσιγκέλι ή στην
    κατάψυξη.
    Κόκκορα άσχημα την έχουμε.
    Οι κακογαμημένοι θέλουν να μας σφάξουν.
    Κόκκορα ο Νίτσε τούς χαστούκισε.
    Κόκκορα πώς φοβούνται το φαλλό.
    Κόκκορα οι έμποροι μισούν τους ποιητές.
    Κόκκορα καταστρέφουν τον αέρα, τα νερά, τα δάση, το κορμί, την ομορφιά
    για να γυρεύουμε την έκσταση στην «άσπρη» τους.
    Κόκκορα είσαι λέκτωρ ή αλέκτωρ;
    Κόκκορα θα ζητήσουμε και σύνταξη;
    Θα βγούμε και οι δυο μαζί στην τηλεόραση;
    Θα μας αφήσουν;

    Υ.Γ.
    Κόκκορα κάποιοι θέλουν να μην έχει πια φωνή αυτός ο τόπος.
     
  11. Amanteus

    Amanteus Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    Ρίτα Μπούμη - Παππά
    Πως ανθίσανε απόψε τα φιλιά μου

    *******************
    Πως ανθίσαν απόψε τα φιλιά μου
    Κι έγιναν τα ξερά μου χείλια κήποι
    Και στα νεκρά σκιρτήσαν σωθικά μου
    Παλιοί λησμονημένοι κάποιοι χτύποι;

    Ανέστη, θέ μου, ο πόθος του έρωτα μου,
    Που ο χωρισμός τον νέκρωσε κ' η λύπη
    Απόψε μες στην άρρωστη καρδιά μου
    Που ο πόνος κι ο καημός δεν απολείπει!

    Λουλούδια ευωδιαστά γίνανε οι πόνοι
    Και το σφιχτό μου στόμα αχνά γελάει
    Θαρρώντας πως η αγάπη το σιμώνει.

    Πιο γρήγορα το στήθος μου χτυπάει
    Από μια σκέψη που έκανα και μόνη,
    Που πέρασε σα σύννεφο και πάει.
     
  12. vautrin

    vautrin Contributor

    Ράινερ Μαρία Ρίλκε - Επίλογος


    Ο θάνατος είναι μεγάλος.
    Είμαστε δικοί του
    κι όταν γελούμε.
    Κι εκεί που θαρρούμε
    πως η ζωή μας ζώνει
    τολμά να κλάψει εντός μας.